Στις τρεις το χάραμα

τώρα που μπήκαμε πια στην καθημερινή μας ρουτίνα (και πολύ μου αρέσει αυτό), η Ραφαηλία άρχισε ξανά το βραδυνό της χόμπι: ξυπνάει στις τρεις το χάραμα, παίρνει αγκαλιά τα μαξιλάρια της και έρχεται τρέχοντας να χωθεί στην αγκαλιά μου μέχρι το πρωί.

από τότε που γεννήθηκε η Ελένη, ο ύπνος μου είναι πλέον κάτι μεταξύ βύθισης και ενστίκτου.
έτσι, ξυπνώ πέντε λεπτά προτού σηκωθεί το Ραφάκι και προτού αναρωτηθώ, τι στο καλό συμβαίνει, ακούω τα ποδαράκια της να τρέχουν στο διάδρομο.

ακολουθούν οι ίδιες πάντα κινήσεις: επίσκεψη στο μπάνιο, ένα ποτήρι δροσερό νερό και μετά την παίρνω αγκαλιά και της τρίβω την πλατούλα να νυστάξει ξανά, να την πάρει ο ύπνος.

το πρωί, έχουμε πάντα τις ίδιες ερωτήσεις:
Ραφαηλίακλωτσούσα στον ύπνο μου; έκλεισες το μάτι σου;
(αυτό προφανώς θα βγαίνει από το "δεν έκλεισα μάτι όλη νύχτα!")

πάντα τις ίδιες απαντήσεις:
"όχι μωρό μου δεν κλωτσούσες. και, ναι, έκλεισα και τα δυο μου τα μάτια"

πάντα τις ίδιες ερωτήσεις:
Ελένη: "η Ραφαηλία, πάλι έφυγε το βράδυ;"

πάντα τις ίδιες απαντήσεις:
"έλα βρε αγάπη μου, μωρό είναι ακόμα!"

πάντα τις ίδιες ερωτήσεις:
Χρόνης: "το καημένο.. ποιος ξέρει τι εφιάλτη θα είδε πάλι.."

πάντα τις ίδιες απαντήσεις:
"δε νομίζω. ξυπνάει και θέλει αγκαλιά"

όμως είναι μια από τις μεγαλύτερες παρηγοριές: να χώνεις βαθιά το πρόσωπο σου στα μαλλιά κάποιου που αγαπάς και να ανασαίνεις βαθιά τη μυρωδιά του.

σε αποζημιώνει για όλα τα στραβά και τα μικρά που σου συμβαίνουν.

για όλα..