Η Μαρία, το καρπούζι της κι εγώ

Γυρίζοντας με το αυτοκίνητο

τα παιδιά στο πίσω κάθισμα,
ανάμεσα τους κάθεται η κουμπάρα μου (τη θυμάστε τη μεγάλη μου κουμπάρα;)
στη θέση του συνοδηγού εγώ
κι ο οδηγός μας (ως συνήθως) στον πλανήτη του: δεν ακούει-δεν βλέπει τίποτα εκτός απ' την κυκλοφορία.

τα παιδιά ανοίγουν ένα κουτί με κρακεράκια κι ένα με μπισκοτάκια από κουάκερ.
η Ελένη προσφέρει ένα στην κουμπάρα, η οποία το παίρνει και αρχίζει να το μασουλάει κατευχαριστημένη
(μιας και λόγω σακχάρου είναι απαγορευμένος καρπός)

"καλά βρε Μαρία" διαμαρτύρομαι "επιτρέπεται να τρως εσύ τέτοια πράγματα;"
"ένα δεν πειράζει.."
"να 'ταν ένα!!"
"καλέ Μαριλένα, ξέρεις τι θα κάνω; ο Νίκος έφερε καρπούζια"
(ο Νίκος είναι ο μανάβης)
"και αύριο θα πάω ν' αγοράσω ένα!"
"ο τολμών νικά" της απαντώ,
αλλά τελευταία βαριακούει κι έτσι δε μου δίνει σημασία.
αντίθετα φωνάζει:
"είναι μικρά τα καρπούζια! είναι ό,τι πρέπει"
"πόσο μικρά;"
φωνάζω κι εγώ (για να μ' ακούσει)
"σαν πορτοκάλι μικρά;" λέει η έξυπνη η Ελένη, για να την πειράξει
"ε, όχι και σαν πορτοκάλι.."
"σα λεμόνι;"
συνεχίζει ακάθεκτο το καμάρι μου
"άκου, σα λεμόνι! σαν κεφαλάκι μικρού παιδιού!"
"Μαρία, θα ξεράσω!"
διαμαρτύρομαι εντονότατα,
για να λάβω την απάντηση:
"γιατί θα ξεράσεις; τι έχει το κεφαλάκι του παιδιού;"
"είναι κεφάλι!!"
"ε, και;"


αυτή είναι η Μαρία μας, που έγινε πια εβδομήντα τριών χρονών.

που σήμερα το μεσημέρι, ήρθε σπίτι και μόλις πρόλαβε το τέλος του Ομηρικού καυγά που είχα με την Ελένη

κι αφού εκτέλεσε ένα έξοχο νούμερο παντομίμας,
(όπου έδινε στην Ελένη να καταλάβει πως δεν έπρεπε να μου απαντά)
μετά,
κατέβηκε στο σπίτι της κι έκλαιγε απο τη στεναχώρια..

λίγα χρόνια πριν, όταν της είπα
"μα επιτέλους, πάρε ένα ακουστικό! αφού, πια, δεν ακούς!!"
απάντησε:
"τι! από τώρα;;"

αχχ μωρέ, αχχχ
και πόσο γρήγορα περνούν τα χρόνια
αχχχ...