Η ευχή

τελευταία μέρα του χρόνου αύριο.

ένας χρόνος κιόλας πέρασε, από τη στιγμή που τραγουδούσαμε
"γέρε Χρόνη φύγε τώρα
πάει η δική σου η σειρά
ήρθε ο Νέος με τα δώρα
με τραγούδια με χαρά"
και το Ραφάκι τραγουδούσε δυνατότερα απ' όλους
κι όλοι γελούσαμε με την παντομίμα που έκανε ο Χρόνης μόλις άκουγε το "γέρε Χρόνη"

πότε πέρασαν οι μέρες, πως πέρασαν..
απολογισμός; όχι δα!
πότε δεν κλείνω τα βιβλία μου τέτοιες μέρες. το κάνω σε ανύποπτο χρόνο, ένα τσαφ! κι οι κόκκινες σελίδες άλλοτε βγαίνουν περισσότερες κι άλλοτε λιγότερες απ' τις κανονικές.

άλλη μια προσπάθεια 365 ημερών: να συμμαζέψω το παράφορο του χαρακτήρα μου, να μη γελάω όταν ο άλλος με κοιτάζει σοβαρός, να μη νευριάζω με το παραμικρό, να μη κάνω δουλειές μετά τις δώδεκα το βράδυ, να έχω περισσότερη υπομονή, να μη κολλάω στην Ελένη, να μη κυνηγάω μ' ένα πιάτο φαί τη Ραφαηλία, να κάνω gordon blue στον Χρόνη, να μη με κάνουν οι γάτες ό,τι θέλουν, να μη φοράω συνέχεια αθλητικά παπούτσια, να πάψω να κάνω ακατανόητα αστεία με τα οποία γελάω μόνο εγώ, να είμαι περισσότερο ανεκτική, να μη βλέπω σχεδόν αποκλειστικά αστυνομικές σειρές, επιτέλους να γίνω μια γλυκιά, μεσόκοπη κυρία, την οποία όλοι συμπαθούν και συμβουλεύονται.

αυτή, είναι η φετεινή μου λίστα.
η ίδια ήταν και πέρσυ και πρόπερσυ, η ίδια χρόνια πριν.
κάποιους στόχους τους κατάφερα, κάποιους άλλους όχι, κάποιους κατακτώ προς στιγμήν αλλά αμέσως μετά, επανέρχομαι στα ίδια.

παράπονο δεν έχω.
θα μπορούσα να προσπαθήσω σκληρότερα, αλλά ευελπιστώ, πως αυτό ακριβώς θα κάνω φέτος.
κι ίσως το ίδιο κάνετε κι εσείς.

εύχομαι λοιπόν, να τα καταφέρουμε όλοι μας:
σ' αυτά που θέλουμε πολύ,
σ' αυτά που θέλουμε λιγότερο,
σ' αυτά που πάντα θέλαμε κι όμως πάντα, τ' αφήναμε γι' αργότερα.

η πιο μεγάλη ευχή μου όμως, έξω από λίστες και στόχους,
είναι να είναι Καλά, όλοι που αγαπάμε και νοιαζόμαστε
να 'μαστε κι εμείς Καλά, δίπλα τους να βρισκόμαστε, πάντα να τους στηρίζουμε.

η πιο μεγάλη μου ευχή
και -μεταξύ μας- η μόνη ίσως..
......................................

Χρόνια μας Πολλά!

Χρόνια Πολλά!

ξυπνήσαμε αχάραγα
("μαμά, να τα πω; να τα πω;"
"τι ώρα είναι βρε μωρό μου;"
"δεν ξέρω. να τα πω, να τα πω;")

είπαμε τα καλάντα σ' όλα σχεδόν τα μαγαζιά της γειτονιάς μας
(αλλά και της απάνω γειτονιάς
και της αποκάτω
και λίγο της δίπλα)

μας κέρασαν
(μελομακάρονα και όμορφα χαμόγελα)

διαφωνήσαμε με την Ελένη χτες βράδυ, όταν ψάχναμε εναγωνίως το μπαστουνάκι του τριγωνακίου της Ραφαηλίας: η Ελένη το ονόμαζε επίμονα "κάλαντο"
("δεν βρίσκω πουθενά το κάλαντο!"
"ποιο "κάλαντο" παιδί μου; δε λέγεται "κάλαντο"
"και πως λέγεται;"
"τριγωνάκι, μπαστουνάκι.."
"αχαχαχαχα")

μιλήσαμε, γελάσαμε, τσακωθήκαμε, γελάσαμε ξανά
και σ' όσους ευχήθηκαμε "Χρόνια Πολλά", η ευχή, βγήκε ολόισια, μέσα απ' την καρδιά μας.

Χρόνια Πολλά, να ευχηθώ και γω με τη σειρά μου σε σας,
να είστε και να είμαστε καλά
και ποιος ξέρει;

ίσως του χρόνου να έρθετε στην πάνω ή στην κάτω γειτονιά
κι όταν αχάραγα το Ραφάκι χτυπήσει την πόρτα και ρωτήσει: να τα πούμε; να τα πούμε;

εσείς να χαμογελάσετε και να μας πείτε:

Χρόνια Πολλά!

Ο Καφές


αυτός ο απογευματινός μας καφές, είναι που μου λείπει περισσότερο απ' όλα.
αυτός.

(στη μαμά μου)

Σαββατόβραδο το βροχερό

επειδή:

1. ανησυχώ για την Ελένη, η οποία βρήκε ακριβώς αυτό το διήμερο της κακοκαιρίας, για να πάει εκδρομή

2. έξω βρέχει κι όλα τα σκουπίδια κολυμπάνε σε λιμνούλες, παρουσιάζοντας ένα στ' αλήθεια αποκαρδιωτικό θέαμα

3. ευκαιρία βρήκανε και μας αντικατέστησαν τον έναν από τους δύο κάδους, αυτόν της ανακύκλωσης, μ' ένα των σκουπιδιών

4. πριν λίγες ώρες, στο σούπερ μάρκετ, μου επιτέθηκε (ευτυχώς λεκτικά, αν κι ένα βήμα τη χώριζε από το να χειροδικήσει) μια αγενέστατη και απαράδεκτη ταμίας

5. με τη βροχή το παρκάρισμα εδώ στο εξωτικό Παγκράτι γίνεται πολύ δυσκολότερο από αυτό της κανονικής δυσκολίας στις κανονικές μέρες

και τέλος (επειδή), όλ' αυτά, μου έφεραν μια κατήφεια, πήρα το Ραφαηλάκι να το κάνω μπάνιο, χωρίς ούτ' ένα χαμόγελο στα χείλη, στα μάτια.

έπεφτε το ζεστό νερό στις πλατούλες και στα μαλλάκια της, κυλούσαν οι σαπουνάδες στη μπανιέρα, ο καθρέφτης είχε θολώσει απ' τους ατμούς, όταν το Ραφάκι με ρώτησε:
"μαμά, γιατί είσαι θυμωμένη;"

την κοίταξα ξαφνιασμένη και το επόμενο λεπτό, είχε φύγει μεμιάς όλη μου η στεναχώρια.
μ΄ ένα μαγικό τρόπο, μ' αυτόν ακριβώς τον μοναδικό τρόπο που έχουν τα παιδιά, όταν μ' ένα τους βλέμμα, λύνονται όλοι οι κόμποι που σφίγγουν τον λαιμό, τα είχε καταφέρει (ξανά).

σήκωσα το ντους και της έβρεχα το προσωπάκι, αυτή δεν μπορούσε να ανασάνει σχεδόν, γελούσε και φώναζε, γελούσα κι εγώ μαζί της κι όλο το κόμπιασμα, πέταξε απ' τη χαραμάδα του κλειστού παράθυρου του μπάνιου, στη βρεγμένη νύχτα.

πέταξε
για να μη ξανάρθει ποτέ..

Η ερμηνεία


"βρε μωρό, εσύ δε θα παντρευτείς. θα με γηροκομήσεις. εντάξει;"
"ναι μαμά!"
"ξέρεις τι σημαίνει "να με γηροκομήσεις;"
"να σε βάλω στο γηροκομείο;"

Ο Θανάσης, ο Θωμάς, ο Γιάννης

ο γιος του ανέμου, βγήκε τη δεκαετία του ογδόντα.
αγαπημένος ο Γερμανός, αγαπημένο το τραγουδάκι του, απ' αυτά που λάτρεψα και πάντα σιγοτραγουδούσα: ο κοσμάκης με ψωμί, μόνο δε ζει..

προχτές, ακούστηκε ξανά στο σπίτι, στο δωμάτιο των κοριτσιών.
μόλις τέλειωσε, άρχισε το Ραφάκι να τραγουδά κι αυτό:

"ο Θανάσης με ψωμί, μόνο δε ζειιι"
"ποιος Θανάσης βρε;"
"τι; ο Θωμάς;"

και μιας και δεν ήταν ούτε ο Θωμάς, συνέχισε:

"ε, ο Γιάννης, ο Κώστας, για ποιον λέει επιτέλους;"
...............................................................

έτσι ακριβώς, αυτά που αγαπήσαμε πολύ, μ' ένα μαγικό τρόπο, γίνονται ακόμα πιο αγαπημένα, ακόμα πιο δικά μας.
λες και φωτίζονται από έναν μικρό ήλιο, που ανατέλλει μόνο για μας.

τότε, ο γιος του ανέμου, τυλίγεται σ' ένα χαμόγελο παιδιού
σ' ένα χαμόγελο μαμάς
και είναι αυτού του είδους το χαμόγελο, που θα θυμίζει πάντα πως:
"ο κοσμάκης με ψωμί μόνο δε ζει.."


(ο ουρανός είναι -όπως πάντα- της Ελένης)

Μαζί

στη θάλασσα κανείς.

τα κύματα είχαν φτάσει μέχρι τον δρόμο της παραλίας κι εξακολουθούσαν να πέφτουν με ορμή πάνω στα βότσαλα, έτσι, που η ατμόσφαιρα είχε γεμίσει με σύννεφα θάλασσας, κάνοντας τον κόσμο να μη πλησιάζει στην ακτή και τους γλάρους να το καταδιασκεδάζουν.

μετά από καιρό κι οι τέσσερις μαζί.

μαζί σημαίνει:
τα κορίτσια να γελάνε
ο Χρόνης να κοιτάζει πέρα, στη θάλασσα
εγώ να ψάχνω για βοτσαλάκια

μαζί σημαίνει:
η Ελένη να έρχεται την Κυριακή στη βόλτα
το Ραφάκι να ζωγραφίζει μ΄ ένα κλαδί στην αμμουδιά
ο Χρόνης να σηκώνει το τζήν, να μπαίνει στη θάλασσα
εγώ, να ρίχνω μεγάλα βότσαλα δίπλα του να πιτσιλιέται

μαζί σημαίνει:
αγκαλιά.


κι όπως το απόγευμα έφευγε,
κι όπως ο ήλιος έπεφτε σιγά σιγά
κατάλαβα πως μια στιγμή μας χώριζε απ' την επόμενη Κυριακή

κι ήταν η στιγμή που η Ραφαηλία χοροπηδούσε στον αέρα
η Ελένη σήκωνε τη φωτογραφική "κλικ" και την αιχμαλώτιζε
ο Χρόνης κοιτούσε τα κορίτσια χαμογελώντας
κι εγώ ονειρευόμουν, όλα τα χειμωνιάτικα απογεύματα που μας περίμεναν στις έρημες ακρογιαλιές..

Σκηνές

η Ελένη (μου) αυτή την εποχή κάνει την πρακτική της στο διοικητικό μεγάλου νοσοκομείου.
ρωτούν τον Χρόνη, τι δουλειά κάνει η κόρη του.
η απάντηση: δουλεύει στο νοσοκομείο, στις εισαγωγές-εξαγωγές.

το Ραφάκι προτείνει να μαγειρέψω συγκεκριμένο φαγητό:
"θέλω αυτά τα μπαλάκια, που είναι σαν του πινγκ-πονγκ κι είναι σκληρά"
ματαίως προσπαθώ να καταλάβω τι εννοεί.
"αυτά που δεν τα κάνεις συχνά"
"δεν μπορείς να μου περιγράψεις πως ακριβώς είναι;"
"μικρά και καφέ"
μετά από ένα δεκάλεπτο καταλαβαίνω πως εννοεί το σπάνιο φαγητό "κεφτέδες"

κανονίζουμε με τον Χρόνη να πάμε στο ικέα.
επι τη ευκαιρία, θα περάσουμε κι απ' το leroy να πάρουμε πλακάκια, αλλά θέλω να κάνω και μια βόλτα από το factory.
"θα σ' αφήσω στο factory και θα περιμένω στο parking" λέει με υπουλία ο Χρόνης, ο οποίος παρεμπιπτόντως σιχαίνεται τέτοιου είδους ψώνια, όσο τίποτα στον κόσμο.
"δεν θα 'ρθεις μαζί μου;"
"τι να κάνω εκεί; βαριέμαι"
"τότε, άσε με στο factory, πήγαινε στο leroy κι όταν τελειώσω σου τηλεφωνώ κι έρχεσαι να με πάρεις"
αυτό, δεν του αρέσει καθόλου!
"τι; δεν θα 'ρθεις στο leroy;"
"όχι"
"γιατί; επίτηδες; επειδή δεν έρχομαι κι εγώ;"
"γιατί βαριέμαι"
"πως βαριέσαι; αφού σ' αρέσει!"
"τι να μ' αρέσει βρε Χρόνη απ' το leroy; το μυστρί και το πλακάκι;"

η Ραφαηλία τρελλαίνεται για καφέ.
για καφέ κάθε είδους, αλλά ειδικά στον ελληνικό, έχει μεγάλη αδυναμία.
έτσι, μερικές φορές τα απογεύματα της φτιάχνω έναν ψευτοκαφέ, αφορμή για να τη μπουκώσω ωραιότατα πολίτικα κουλουράκια.
προχθές:
"Ραφάκι θες καφέ;"
"ναιιιιι"
"πως τον θές;"
"αφράτο.."
..........................................................

στη φωτογραφία, βλέπουμε την Ραφαηλήσια άποψη περί συγυρίσματος, η οποία εκδηλώθηκε χθες βράδυ, όταν ο Χρόνης μπήκε στο βομβαρδισμένο δωμάτιο και της είπε αυστηρά:
"Ραφαηλία, φτιάξε αμέσως αυτό το χάλι!"

μετά από δέκα λεπτά, ακούστηκε ενθουσιώδης η φωνούλα της:
"ελάτε, ελάτε, το συγύρισα! καταπληκτικό το έκανα!"

και φυσικά, συγυρισμένο ήταν μονάχα το φωτογραφιζόμενο κομμάτι.
όμως προσωπικά, μου ήταν υπεραρκετό..
..........................................................

Σάββατο σήμερα κι ο ήλιος κάθε άλλο παρά φθινοπωρινός είναι.
να περάσουμε ένα όμορφο διήμερο, από μέσα απ' την καρδιά μου εύχομαι και μιας κι είναι το τελευταίο του Νοεμβρίου, να γίνει ένα από αυτά, που θα το θυμόμαστε πάντοτε με χαμόγελο.

καλό μας μεσημέρι..

Πως σε λένε;

από τη Βικιπαίδεια:

Άκκα (μυθολογία)
Η Άκκα (Akka), ήταν γυναικείο πνεύμα της Φινλανδικής μυθολογίας, σύζυγος του θεού Ούκκο.
Το όνομα της σημαίνει «Η γριά των Νεκρών». Οι τελετές λατρείας της περιελάμβαναν θυσίες και εκκλήσεις για βοήθεια για τις έγκυες γυναίκες, μάλιστα μετά τη γέννα οι γυναίκες έτρωγαν έναν χυλό αφιερωμένο στη Άκκα.

Λατρευόταν και σαν Maderakka, και είχε τρεις κόρες τη Sarakka, Uksakka και τη Juksakka. Και οι τρεις είχαν σχέση με τη γέννα και πιστευόταν ότι παρακολουθούσαν το παιδί από τη σύλληψη μέχρι τα πρώτα χρόνια της ζωής του.

και το σχόλιο του Χρόνη: "πως μου την έκανες έτσι τη γάτα;
καλά έλεγα εγώ να τη βγάλουμε Μπιρμπίλω!"
   
(το όνομα της δικής μας Ακκας, βγήκε από την Ακκα Κεμπνεκαϊζ, αρχηγό στις αγριόχηνες από το αγαπημένο παιδικό μου "θαυμαστό ταξίδι" της Σέλμα Λάγκερλεφ.
το δε χαϊδευτικό "Ακκα-βλάκα" είναι ελληνικής και ουχί σουηδικής ή φινλανδικής προέλευσης. και φυσικά είναι π.ο.π..)

Η Κυριακή των αγγλικών

κυνηγάω από χτες το Ραφάκι, να καθήσει να κάνει τ' αγγλικά της Τρίτης.
η Τρίτη όμως, της φαίνεται απίστευτα μακριά κι έτσι συνέχεια το αναβάλλει, λέγοντας μου "σε λίγο, σε λιγάκι, ε;"

κουνάω το κεφάλι και υποχωρώ για λίγο, για να επιστρέψω δριμύτερη αργότερα και να αρχίσει για άλλη μια φορά ο κύκλος:
"Ραφαηλία, αγγλικά!"
"σε λίγο, σε λιγάκι, ε;"

έτσι, πέρασε όλο το Σάββατο και σήμερα αρχίσαμε από τις έντεκα το πρωί.
"δεν κάθεσαι να διαβάσεις; σε λίγο θα φύγουμε"
"σε λιγάκι μαμά"

μέχρι που πριν λίγο, μπαίνοντας στο δωμάτιο της, την είδα να ζωγραφίζει και να τραγουδάει.
κι ήταν τόσο απορροφημένη, τόσο χαρούμενη, τόσο Ραφαηλένια, που αντί να πω "αγγλικά"
είπα "δεν πειράζει μωρό μου: τα κάνεις αύριο τ' αγγλικά σου"

το Ραφάκι σήκωσε το κεφάλι, γέλασε, έτρεξε και μ' αγκάλιασε σφιχτά
"είσαι η καλύτερη μαμά!"
είπε
"η καλύτερη, η ομορφότερη και η πιο χνουδωτή!"
......................................

καλή Κυριακή να 'χουμε όλοι
και τ' αγγλικά μας, δεν πειράζει: θα τα διαβάσουμε κάποια άλλη φορά.

This is Sparta!

η τηλεόραση παίζει τους 300. εγώ, κλινήρης τακτοποιώ στο τραπεζάκι μπροστά μου στήλες με strepsils, halls και τσαχπίνικες korres herb, ρίχνοντας που και που μια αφηρημένη ματιά στην οθόνη.

στο δωμάτιο μπαίνει η Ελένη, η οποία μόλις βλέπει την ταινία εκστασιάζεται:

"ααα, τους 300 βλέπεις; τι ωραίο έργο.."
"σ' άρεσε; δε μου λες, αυτός ποιος είναι; ο Λεωνίδας;"
"ναι"
"και τι γίνεται στο τέλος; πεθαίνει;"

............................................

Μια βδομάδα στο κρεββάτι

μια βδομάδα στο κρεββάτι..
πως λέμε "ένας χρόνος στο Θιβέτ"; έτσι

όχι ότι τώρα είμαι καλά, αλλά.. τέλος πάντων.
δεν θα γκρινιάξω, δεν θα πω για πολλοστή φορά πως πλέον αναπνέω μόνιμα απ' το στόμα σα χρυσόψαρο, δεν θα σχολιάσω την Ελένη που βγήκε έξω μ' αυτό τον καιρό μ' ένα τιραντάκι λες κι έχουμε Δεκαπενταύγουστο, ούτε το Ραφάκι που με πληροφόρησε πως την αγαπάνε δύο, δεν θα παραπονεθώ καν για τη Νέλλυ, η οποία ενώ ήμουν στα γόνατα κι εξέταζα τη σκόνη που είχε μαζευτεί κάτω απ' το κρεββάτι, ανέβηκε στην πλάτη κι άρχισε να ζυμώνει μ' όλα της τα νύχια τη ραχοκοκκαλιά μου
δεν θα πω τίποτ' απ' αυτά.

μια βδομάδα στο κρεββάτι, μ' όλες μου τις δουλειές να πηγαίνουν πίσω, με τον Χρόνη να πηγαινοφέρνει το Ραφάκι στ' αγγλικά, με το άγχος να μη κολλήσω το Ραφάκι που το πηγαινοφέρνει ο Χρόνης στ' αγγλικά, με την Ελένη να φεύγει το πρωί και να γυρίζει αργά το βράδυ (λόγω σχολής, δουλειάς και βραδινών εξόδων), μια βδομαδούλα στο κρεββάτι κι αντί να τη χαρώ, γύριζα σαν τον φυματικό βήχοντας και μουρμουρίζοντας "θα 'μαι καλό παιδί, άριστος μαθητής, αρκεί το παριζάκι μου να είναι Υφαντής".

μια βδομάδα στο κρεββάτι έμαθα πολλά..
τώρα, μπορώ να συμβουλέψω μια παχουλή πως να μη φαίνεται τόσο παχουλή
να βάζω μέικαπ έτσι που να τονίζονται τα αυτιά μου
να καθαρίζω ένα βρωμερό σπίτι όπου στο νεροχύτη έχουν φυτρώσει μανιτάρια
(και να τα μαγειρεύω ογκραντέν μετά)
να βουρτσίζω με ζηλευτή άνεση τα δόντια ενός σκύλου
(εμείς βέβαια σκύλο δεν έχουμε πια, αλλά μπορώ πάντα να πειραματιστώ με τη Νέλλυ και την Ακκα)

το μόνο που μου 'λειψε η Κυριακάτικη μας εκδρομή..

σηκώθηκα αργά το βράδυ και με το προσεκτικό βήμα του ανθρώπου που όλα του τα οστά είναι γυάλινα, κάθισα στον υπολογιστή και χάζευα τις φωτογραφίες μας.

σε μια απ' αυτές, μόλις λίγες βδομάδες πριν, κάθομαι στην παραλία.
ο καιρός ακόμα γλυκός, ο ουρανός με λίγα σύννεφα, τα παιδιά παίζουν λίγο πιο πέρα, ο Χρόνης σηκώνει το κινητό και τσαφ! βρίσκομαι τώρα στην οθόνη του υπολογιστή, αυτό το φθινοπωρινό μεσημέρι της Τρίτης που έξω βρέχει πολύ
που η Ελένη βγήκε μ' ένα τιραντάκι να πάει στη σχολή
που το Ραφάκι με τη Δήμητρα έχουν τελειώσει τα μαθήματα και ζωγραφίζουν καράβια
κι ο Χρόνης δεν έχει γυρίσει ακόμα

αυτό λοιπόν το φθινοπωρινό μεσημέρι της Τρίτης
στην παραλία της Αναβύσσου ακόμα έχει ήλιο
κι εγώ κάθομαι μαζεύοντας βότσαλα

χαζεύοντας τις επόμενες Κυριακές
που δεν θ' αργήσουν να 'ρθουν..

Αρρωστη


"ψτ! Ακκα!"
"τι θες;" γύρισε και με κοίταξε, ενώ τα μουστάκια της τρεμόπαιζαν νευρικά

"κρυώνω!"
"κι εγώ"
"εγώ κρυώνω γιατί είμ' άρρωστη"
"εγώ πάντα κρυώνω"
"έλα να με ζεστάνεις"
"τώρα;"
"τώρα!"
"ουφ! γιατί δεν παίρνεις τη Νέλλυ;"
"γιατί εσύ ήρθες να μ' επισκεφτείς πρώτη. έλα τώρα.."

σήκωσα το σκέπασμα, ενώ την κοίταζα ικευτικά.
τσουπ! έδωσε μια και χώθηκε κάτω απ' τα σκεπάσματα.

παράπονο δεν είχα: άρχισα να ζεσταίνομαι και να με πιάνει καλύτερα το cold and flu που είχα πάρει μια ώρα πριν.

αν μάλιστα έκανα και "εντρίβες" όπως με συμβούλεψε σοφά το Ραφάκι, θα γινόμουν καλά μια ώρα αρχύτερα.
.........................................................

είμαι λοιπόν περικυκλωμένη από σωρούς χαρτομάντηλα, καραμέλες για τον βήχα, οτριβιν τζελ για τη μύτη, κόκα κόλα άφθονη, βουνά παγωτού και dvd και πολεμάω με σθένος την ίωση που με ταλαιπωρεί.

είναι ήδη τρεις μερούλες που υποφέρω.
πόσο θα κρατήσει πια;
άντε άλλες τρεις και να τελειώνουμε πλέον.

βαρέθηκα!
κάποιος να ρθει για "φτου ξελεφτερία" δεν υπάρχει;
παρακαλώ;

Ακκα;;

Τα ήσυχα βράδια

τα βράδια που όλοι κοιμούνται, αυτές τις ώρες που μόνο οι γάτες περπατούν στο διάδρομο του σπιτιού, σηκώνομαι, παίρνω ένα παγωτό ξυλάκι, μαζεύω τα πόδια μου κάτω απ' το σκέπασμα του κρεββατιού και γέρνοντας πίσω, τρώω το παγωτό μου βλέποντας csi.

έχω στοκ csi, ολόκληρη ντάνα από dvd *η παρηγοριά του άυπνου.

όσο περνάει η ώρα, οι θόρυβοι λιγοστεύουν: ο διπλανός έχει γυρίσει προ πολλού, οι (καλοί) άνθρωποι από πάνω έχουν πέσει για ύπνο, οι δημοπρασίες που βάζει η από κάτω έχουν τελειώσει, μόνο που και που ακούγεται η φωνή κάποιου, από την εσωτερική αυλή.

η νύχτα περνά, ο Οράτιος βρίσκει τους ένοχους, η Νέλλη νυστάζει κι έρχεται στα πόδια μου να κοιμηθεί.

κάθε τόσο, σταματώ και αφουγκράζομαι τις ανάσες των παιδιών, αν κοιμούνται, αν όλα πηγαίνουν καλά.

ένα μεγάλο ποτήρι δροσερό νερό βρίσκεται πάντα δίπλα μου, με παγάκια και μια φέτα λεμόνι να επιπλέει.
το παγωτό έχει τελειώσει πια, η γάτα κοιμάται γουργουρίζοντας, ησυχία σ' όλο το σπίτι κι όπως έρχεται το ξημέρωμα, κι όπως αλλάζουν οι εποχές, κι όπως όλα στροβιλίζονται, θαρρείς κι είναι σα χτες που ήμουν ακόμα κοπέλα κι έμενα άγρυπνη διαβάζοντας ό,τι αγαπούσα, μέχρι να ΄ρθει το ξημέρωμα.
............................................

κι όμως, έχει περάσει μόλις ένα τέταρτο του αιώνα, απ' τη στιγμή, που γνώρισα τον Χρόνη..




(αφιερωμένο στη χτεσινή μας επέτειο)

28η Οκτωβρίου (άνοιξη)


H άνοιξη, περαστικιά
απ’ το σπίτι,
έσυρε μια χαρακιά
στο φεγγίτη

κι έκανε το φθινόπωρο να πάει ένα βήμα πιο πέρα.

κρατούσα το χέρι της Ραφαηλίας γυρίζοντας σήμερα από το σχολείο κι ήταν άνοιξη.
ο αέρας που ανασαίναμε, τα κορίτσια με τα κοντομάνικα μακό που περπατούσαν πλάι μας, το χορευτικό βήμα της Ραφαηλίας στο δρόμο, όλα, όλα ήσαν άνοιξη.

αργότερα στο σπίτι, μάλλωσα το μωρό -άδικα

"είσαι Μανουσάκης" μου αντιμίλησε
"τι είμαι;" απόρησα
"Μανουσάκης"
"τ' είν' αυτό;"
"Μανουσάκης και Χίτλερ. αυτό είσαι!"
"ποιος είναι βρε μωρό ο Μανουσάκης;"
"ο αρχηγός των Ιταλών"

μάλιστα.
ο Μουσολίνι-Μανουσάκης και ο Αδόλφος προχώρησαν αγκαζέ και υπενθύμισαν στο εννιάχρονο που χάζευε αντί να τρώει, πως αν δεν τέλειωνε γρήγορα το φαγητό του, θα έβλεπε τι εστί βερύκοκο.

κι όπως προσπαθούσα να κρατήσω τη σοβαρότητα μου, απότομα κατάλαβα, πως μιας και το Ραφάκι μάθαινε για τον πόλεμο και την 28η Οκτωβρίου, το φθινόπωρο είχε μπει πια για τα καλά στη ζωή μας
κι η φωτεινή άνοιξη, περπατώντας ελαφρά

..άδειασε κι εδώ κι εκεί
τόσα δώρα
και σα Mοίρα στοργική
φεύγει τώρα
― στην καλή της ώρα!

(Τέλλος Αγρας)

To πέταγμα

η μεγάλη μου κόρη είναι ψηλή, με μακριά σγουρά μαλλιά και πρασινογάλαζα μάτια.
είναι δεκαεννιά χρονών, έχει σταρένιο δέρμα και ακτινοβόλο χαμόγελο.
είναι όμορφη.
τη λένε Ελένη.

το μεγαλύτερο δώρο που έκανα στην Ελένη, ήταν η παιδική της ηλικία.
ήμουν συνεχώς δίπλα της, τυλίγοντας τη σαν σύννεφο, προλαβαίνοντας κάθε επιθυμία της, χαρίζοντας της ασφάλεια κι αγάπη.

όλα αυτά τα χρόνια είχαμε ένα δεσμό άρρηκτο: ήμουν πάντα εκεί γι' αυτήν κι ήταν πάντα εκεί για μένα.

η μεγάλη μου κόρη ήταν τυχερή: είχε μια μαμά που κάθε μέρα προσπαθούσε για το καλύτερο.
η μεγάλη μου κόρη ήταν τυχερή: είχε μια μαμά, που γελούσε και χαμογελούσε συχνά.
η μεγάλη μου κόρη ήταν τυχερή: είχε μια μαμά, που η καρδιά της ήταν δοσμένη, ολόκληρη, σ' αυτήν.
........................................

εγώ, ποτέ δεν ήθελα να αποκτήσω παιδιά.
δεν υπήρξε ούτε για μια στιγμή στα όνειρα μου, η ευχή μιας οικογένειας.

πιστεύω βαθιά πως αν κάποια στιγμή μου έλεγαν, πως δεν πρόκειται να έχω μωρά στη ζωή μου, δεν θα με απασχολούσε διόλου!
είχα παντελή έλλειψη του μητρικού ενστίκτου.

όταν ήρθε η Ελένη στη ζωή μας, όλα άλλαξαν.
ήταν σαν να μου έπεσε ο ουρανός στο κεφάλι.
ανέκαθεν είχα μια τάση υπερβολής και προστασίας γι' αυτούς που αγαπούσα, με την Ελένη αυτή η τάση γιγαντώθηκε.
λες και όλη της η ανάσα εξαρτόταν από μένα..

η Ελένη ήταν ένα δύσκολο μωρό.
περνούσε κολλικούς και τις νύχτες έμενε ξύπνια ουρλιάζοντας κατακόκκινη, πονεμένη και θυμωμένη.
την έπαιρνα αγκαλιά και έκανα χιλιόμετρα κουνώντας τη και τραγουδώντας ό,τι μου ερχόταν στο κεφάλι.

όσο την κρατούσα, ηρεμούσε.
μόλις την άφηνα, άρχιζε ξανά και ξανά και ξανά..

έφτασα σ' ένα σημείο όπου με το που ξυπνούσε το μωρό κι άρχιζε το πρώτο κλάμα, να δέχομαι μια γροθιά στο στομάχι, τόσο δυνατή, που διπλωνόμουν από τον πόνο.

ο πατέρας της με έτρεχε στα επείγοντα των νοσοκομείων.
έχω περάσει ατέλειωτες ώρες κάνοντας κάθε είδους εξέταση, για να πάρω τη διάγνωση, πως ήταν το στρες που δημιουργούσε αυτή την κατάσταση.
........................................

με την Ελένη ζούσα την απόλυτη αγάπη, είχα το απόλυτο δέσιμο.
ήταν το παιδί μου και όφειλα να του προσφέρω όχι μόνο αυτά που μπορούσα, αλλά κι αυτά που δεν!

τα χρόνια περνούσαν, το παιδί μεγάλωνε, ήρθε κι η δεύτερη κόρη στη ζωή μας, έχασα τη μητέρα μου (κι αυτό μου στοίχισε πολύ) η Ελένη μπήκε στην εφηβεία.
μια εφηβεία ήρεμη.
σάμπως θα μπορούσε να κάνει κι αλλιώς;
με μια μητέρα στην κατάθλιψη (πένθος για τη δική μου χαμένη, μητέρα) με μια μελαγχολία σ' όλο το σπίτι..

η δεύτερη μου κόρη δεν ήταν τόσο τυχερή.
είναι ξανθή, έχει γαλάζια μάτια κι όλος ο κόσμος φέγγει στο χαμόγελο της.

αλλά είχε μια μαμά, θλιμμένη..
........................................

τα χρόνια περνούσαν, η Ελένη διήνυε ήσυχα τα χρόνια του Γυμνασίου και του Λυκείου, ο δεσμός με την αδερφή της δυνάμωνε, είχαν η μία την άλλη, λάτρευαν κι εξακολουθούν να λατρεύουν η μία την άλλη.

κι όπως περνούσαν τα χρόνια κι έβγαινα εγώ απ' την κατάθλιψη, όλα γίνονταν ευκολότερα: η ζωή τραβούσε το δρόμο της κι αυτός ο δρόμος ήταν πλέον ομαλός, χωρίς πολλές εκπλήξεις.

η Ελένη τέλειωσε το λύκειο, άρχισε να παρακολουθεί κάποια σχολή, άρχισε να εργάζεται.
έγινε πλέον ενήλικος πολίτης.
κι έπρεπε να αφήσει τη φωλιά.
........................................

ο δρόμος που διάλεξε είναι δύσκολος.
ο τρόπος που διάλεξε είναι δύσκολος.

η Ελένη δεν μου μιλάει πια.
μπαίνει σπίτι και χαιρετά "καλημέρα" "καλησπέρα" κι αυτό είναι όλο.

όλους τους προηγούμενους μήνες τσακωνόμασταν.
"ό,τι και να 'μαι" μου φώναξε πριν λίγο καιρό "ένα ξέρω: πως ποτέ δεν θα γίνω σαν εσένα! γιατί εγώ είμαι καλός άνθρωπος"

βλέπω αυτή την όμορφη κοπέλα που κάποτε ήταν το μωρό μου, να φεύγει συγκινητικά βέβαιη πως αυτό που κάνει είναι το σωστό και κάθομαι στην άκρη της γέφυρας, κουνώντας τα πόδια μου, πάνω κάτω, στο χάος.

αλλά η Ελένη, έχει κόψει πλέον τις γέφυρες και γυρισμός δεν υπάρχει.
όσο απομακρύνεται και γίνεται μια φιγούρα θαμπή, τόσο βεβαιώνομαι πως το παιδί που τόσο αγάπησα και αγαπώ, είναι κάτι ξεχωριστό από μένα.

τόσο βεβαιώνομαι, πως αυτός ο άρρηκτος δεσμός, έσπασε διά παντός.
τώρα, είναι μια νέα γυναίκα που στηρίζεται στις δικές της δυνάμεις.
στους φίλους, στον έρωτα, σ' αυτά που μόλις ανακάλυψε και συνεχίζει συνεχώς ν' ανακαλύπτει
........................................

σηκώνομαι απ' τη γέφυρα και γυρίζω πίσω, στο δικό μου κόσμο.
ξεπροβόδισα το παιδί μου και το κοίταζα να απομακρύνεται, μ' αυτή την ατίθαση βεβαιότητα που έχουν τα νιάτα.
ξεπροβόδισα το παιδί μου και το κοίταζα να απομακρύνεται, γυρίζοντας τις πλάτες της σε μένα και γνωρίζοντας κατά βάθος, πως ποτέ δεν θα γίνουν τα πράματα μεταξύ μας, όπως παλιά.
........................................

αλλά μήπως, αυτό δεν είναι το νόημα της ζωής;

Τα χρέη μας


"εμείς"
είπε το Ραφάκι στη Δήμητρα που καθόταν πλάι της στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου
"μόλις ξεπληρώσουμε τα χρέη μας, θα φτιάξουμε ένα παράθυρο, εδώ!"
κι έδειξε την οροφή του αυτοκινήτου.

"μετά από πολλά χρόνια βέβαια" συμπλήρωσε, για να μην υπάρξουν παρεξηγήσεις περί της ανάκαμψης των οικονομικών μας κι η Δήμητρα κούνησε με κατανόηση το κεφάλι.
................................

..και το (δίχως ηλιοροφή) αυτοκίνητο έτρεχε, ο Χρόνης οδηγούσε χαμογελώντας,
τα κορίτσια στο πίσω κάθισμα τραγουδούσαν "το κορίτσι εκείνο"

κι είχαμε (προς στιγμήν) ξεπληρώσει
όλα μας τα χρέη..

Της εξοχής τα πρωινά..

"να χειμωνιάσει, να χάνομαι κάτω απ' το πάπλωμα, δίπλα στα πόδια σου να γουργουρίζω"
είπε η Ακκα και βιάστηκε να εξαφανιστεί μέσα στα σκεπάσματα.

τα μουστάκια της μου γαργάλισαν τις πατούσες. της έκανα χώρο κι αυτή στριμώχτηκε ακόμα κοντύτερα δίπλα μου.
"επαφή κορίτσι μου, το νόημα είναι η επαφή" την πληροφόρησα, αλλά δεν μ' άκουσε: είχε ήδη πέσει στον ύπνο βαθιά.

καφές στο κρεββάτι, desperate στην τηλεόραση και χρόνος.
χαμογέλασα.
αυτά, μου έφταναν και μου περίσσευαν.
ανέκαθεν.

("αχ" αναστέναξα λίγη ώρα πριν, όταν έσκυψα να δέσω τα κορδόνια της Ραφαηλίας
"εγκεφαλικό έχεις μαμά;" με ρώτησε το Ραφάκι μ' ενδιαφέρον
"όχι μωρό μου. κι αφού δεν έπαθα σήμερα εγκεφαλικό με το ντύσιμο της Ελένης, δεν πρόκειται να το πάθω ποτέ! μη φοβάσαι"
"έλα μαμάα.."
"αυχενικό έχω αγάπη μου, αυχενικό")

το σπίτι είναι πολύ ήσυχο τα πρωινά.
πρώτος πρώτος φεύγει ο Χρόνης, αξημέρωτα σχεδόν
ακολουθεί η Ελένη μια ώρα μετά
και τελευταίο το Ραφάκι.

έρχεται και την παίρνει η νονά της κάθε πρωί.
είναι η δική τους ώρα: το παιδί και η νονά, χέρι-χέρι, κατεβαίνουν τα σκαλοπάτια της πολυκατοικίας
(κι είναι συγκινητικό όπως βλέπεις τις δυο τους: η νονά, που όσο πάει μικραίνει και το Ραφάκι, που όσο πάει, μεγαλώνει.
κοντεύει να τη φτάσει στο ύψος, το καλοκαίρι ίσες θα 'ναι.
δυο παιδιά, ένα μεγάλο (το Ραφάκι) κι ένα μικρό (η νονά) στο δρόμο για το σχολείο, στις οκτώ το πρωί)

κλειδώνω την εξώπορτα και φτιάχνω καφέ.
ανοίγω την τηλεόραση, βάζω το dvd, έρχεται η Ακκα και με κοιτάζει.
σηκώνω τα σκεπάσματα, χώνεται μέσα, εξερευνά λίγο, κουλουριάζεται, κοιμάται
("επαφή κορίτσι μου, το νόημα είναι η επαφή")

μια γουλιά καφέ και πιάνω το κοντρόλ του dvd
desperate housewives, τέταρτος κύκλος
ξανά μια γουλιά

αναστενάζω
αυτές, ειναι desperate

εγώ πάλι, όχι..

Η Επόμενη Μέρα

αυτές οι εκλογές μ' άρεσαν γιατί:

1. πραγματοποιήθηκε ο πόθος του Ραφακίου να ψηφίσει: μπήκε δυο φορές στο παραβάν, μία με τον Χρόνη και μία με την Ελένη και βγαίνοντας ανακοίνωσε ενθουσιασμένη "ψήφισα δυο φορές! την Τρίτη που θ' ανοίξουν τα σχολεία, θα το πω στον κύριο Σπύρο!"

2. μ' όλη αυτή την εκλογολογία, ξέχασαν τη γρίππη.
από αύριο, τα κεφάλια μέσα και οι Κασσάνδρες στις οθόνες μας ξανά.
ετοιμαστείτε..

3. χτες - προχτές, είχαμε άφθονες θέσεις παρκαρίσματος.
όπως γυρίζαμε, βρίσκαμε θέση με τη μία, ούτε Πάσχα να ήταν δηλαδή!

ο εργατόκοσμος των καφέ του Παγκρατίου
(βλέπε babylon, right, mokai, ciao, sports, κύκλος κλπ)
θα είναι στη θέση του, από Τρίτη ξανά

4. χθες βράδυ, μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων, είχαμε τον συνήθη (μετεκλογικό) καυγά σπίτι μας.
δεν μας κλόνισε ούτε η τούρτα του Χρόνη
(που παρεμπιπτόντως, είχε ένα κεράκι με τον αριθμό 5 και το σήμα της Μπάρμπι στη βάση του, εμφανέστατος δάκτυλος Ραφαηλίας δηλαδή)
ούτε η γενέθλιος ατμόσφαιρα.

πλακωνόμασταν άγρια, ειδικά με τη Μαρία-κουμπάρα, που λογικά δεν θα έπρεπε να τα πάρουμε μαζί της, μιας και με πληροφόρησε πως τις προάλλες πήγε στο Γερμανό κι αγόρασε μισό κιλό φέτα!

5. ο δήμος Αθηναίων, είχε βάλει κάδους ανακύκλωσης, όπου μάζευε το χαρτομάνι των ψηφοδελτίων μεθοδικά.
στις ευρωεκλογές, που είχε κάνει το ίδιο, ανακύκλωσε χαρτί 110 τόνων, το οποίο αντιστοιχούσε σε 1200 δέντρα.

(έτσι δε χάσαμε το δάσος, μόνο το δέντρο δεν πήραμε είδηση)

6. ξύπνησε ο (πολιτικοποιημένος) νεολαίος μέσ' στον Χρόνη και ήρθε με διδακτικό ύφος, λέγοντας μου:
"μα δεν είναι σωστό να μη ψηφίσεις"

"γιατί;"
"γιατί, μπλα μπλα μπλα
μπλα μπλα μπλα..
"
"..."
"θες να έρθουμε μαζί σου όλοι;"
"όχι"
"θες να πας με τα παιδιά;"
"όχι"
"θες οι δυο μας;"
"όχι"
"θες να σε πάω με τ' αυτοκίνητο;"
"όχι"
"θες να μιλήσουμε γι' αυτό;"
"όχι"

7. η Ελένη ψήφισε για πρώτη φορά!
γύρισε σπίτι ενθουσιασμένη, χαμογελαστή, με τη Ραφαηλία να χοροπηδάει δίπλα της και να της κρατάει σφιχτά το χέρι.

την κοίταζα και θυμόμουν με νοσταλγία το συναίσθημα της πρώτης φοράς: όταν είσαι ακόμα πολύ νέος και πιστεύεις πως μπορείς να αλλάξεις τα πάντα: με την ιδεολογία, τη στάση ζωής, την ψήφο σου.

δεν της είπα τίποτα.
την αγκάλιασα κι έτσι όπως την έσφιγγα στην αγκαλιά μου, αναρωτούμενη "μα για πότε μεγάλωσε αυτό το παιδί;"
κατάλαβα πως ίσως, το κορίτσι μας, στη δική του σοφία, να μην έχανε το δάσος, αλλά ούτε και το δέντρο.

κι αυτός, ήταν ο πιο σπουδαίος λόγος που μου άρεσαν αυτές οι εκλογές
.................................................

ώρες αργότερα, στην αμμουδιά της Αναβύσσου, καθισμένη στα ξύλινα σκαλοπάτια της παιδικής χαράς, χάζευα τον ήλιο στα κεφάλια των παιδιών.

ο Χρόνης κολυμπούσε
η Ραφαηλία κι η Δήμητρα έκαναν κούνια
η Ελένη έστελνε (κλασσικά) μηνύματα στο κινητό.

κι η επόμενη μέρα ήταν ήδη εδώ
προτού καν ανοίξουν οι κάλπες..

Τα τέσσερα καλά των εκλογών

το πρώτο καλό των εκλογών, είναι πως την Παρασκευή και τη Δευτέρα, τα σχολεία θα παραμείνουν κλειστά.
πράγμα που με βολεύει αφάνταστα, μιας και το Ραφάκι έχει ένα φοβερό συνάχι, το οποίο την ταλαιπωρεί και δεν την αφήνει να κοιμηθεί όπως πρέπει το βράδυ.

το δεύτερο καλό των εκλογών, είναι πως τα κανάλια θα λυσσάξουν να έχουν ανταποκρίσεις και συζητήσεις και διαξιφισμούς για το μεγάλο γεγονός.
έτσι, θα μπορώ να βλέπω ανενόχλητα csi, χωρίς να μπαίνω στον πειρασμό να το γυρίζω στις ειδήσεις και να μαθαίνω για τη γρίππη και τα εμβόλια της, με τον εντελώς μαζοχιστικό τρόπο που το κάνω κάθε βράδυ.

το τρίτο καλό των εκλογών, είναι πως θα πάψουν να μου έρχονται sms από το ΠΑΣΟΚ.
άλλαξα το νούμερο του κινητού και προφανώς ο προηγούμενος κάτοχος, θα ήταν Μακεδόνας και δηλωμένος φαν.

τόσο λοιπόν στις ευρωεκλογές όσο και στις τωρινές, κάθε τρεις και λίγο, σκάει μήνυμα τύπου:
νέε μου: κεντρική προεκλογική συγκέντρωση στο Κιλκίς, στην πλατεία Ειρήνης κλπ κλπ κλπ

ξέρετε τ' είναι να κοιμάσαι το πρωί και να πετάγεσαι αλαφιασμένη από το προσκλητήριο της νεολαίας ΠΑΣΟΚ;
προσπάθησα να τους τηλεφωνήσω και να τους πω "κύριοι, δεν είμαι ο ρημάδης ο οπαδός σας, μια κουρασμένη νοικοκυρά είμαι, που δεν την αφήνετε να κλείσει τα ματάκια της όπως δικαιούται και ελπίζει η δόλια"
αλλά με είχαν στην αναμονή μια ώρα, απηύδησα κι εγώ και το 'κλεισα.

το τέταρτο καλό των εκλογών, είναι πως πέφτουν την ίδια μέρα με τα γενέθλια του Χρόνη.
όχι πως τα συγκεκριμένα γενέθλια έχουν κάτι το πρωτότυπο: την ίδια μέρα γεννήθηκε και η μεγάλη του αδερφή, η (μία) κουμπάρα μας κι ο φίλος που μας γνώρισε.
προφανώς όλων οι γονείς, θα είχαν την ίδια (αισθησιακή) έμπνευση.

τι σχέση έχουν τα γενέθλια με τις εκλογές; θα μου πείτε.
είναι απλό: θα υπάρχει ένας λόγος για να γιορτάσουμε.
κι ένας άλλος (λόγος), για να μη γκρινιάξουμε πολύ.

βόλτα, δεν ξέρω αν θα πάμε. θα γίνεται ένας χαμός, οπότε μάλλον μας βλέπω μέσα.
κι όλα τ' αντέχω: το χάλι της οικονομίας, την ανεργία, τα ρουσφέτια, τους κερδοσκόπους, τους καιροσκόπους, τους Εφιάλτες, αλλά ένα δεν μπορώ: το κόψιμο της Κυριακάτικης μας βόλτας

να βλέπω τα παιδιά να τρέχουν στην άμμο γελώντας
τον Χρόνη να κάνει ίσως το τελευταίο μπάνιο στην ψυχρή πλέον θάλασσα
τον ήλιο να βουτάει στα λιμανάκια της Βουλιαγμένης, το απόγευμα αργά.
............................

όχι πως αυτό σημαίνει ή μπορεί να σημάνει ποτέ κάτι για τον εκάστοτε πολιτικό. ο σεβασμός δηλαδή στην βαθιά επιθυμία του κάθε ψηφοφόρου.

και δεν εννοώ φυσικά την Κυριακάτικη βόλτα.
απλώς τα αυτονόητα: να ζεις με αξιοπρέπεια έξι μέρες τη βδομάδα, έτσι ώστε την έβδομη να μπορείς να παρακολουθείς τους αεροπτεριστές να πετούν στον φθινοπωρινό ουρανό, ενώ το Ραφάκι χαμογελάει απ' την ακρογιαλιά και η Ελένη δίπλα της τραβά φωτογραφίες.

όμως εδώ που τα λέμε, ποιος από δαύτους, νοιάστηκε ποτέ πραγματικά;
για όλους αυτούς το νόημα πάντα ήταν να περνούν la vie en rose..

Κάνε παιδί..

-Ελένηη
-...
- βρε Ελένη δεν ακούς;
-...
-καλέεε!!
-μίλησες;
-τόση ώρα σου φωνάζω! άκου "μίλησες". ναι μίλησα!
-μισό λεπτό: στέλνω ένα μηνυματάκι κι έρχομαι
-αμάν βρε παιδί μου πια μ' αυτά τα μηνύματα! μιλήστε και λιγάκι απ' το τηλέφωνο
-προτιμώ τα μηνυματάκια
-σάμπως έχεις μιλήσει και ποτέ να δεις τη διαφορά;
-γιατί εσύ, δεν έστελνες στην εποχή σου μηνύματα;
-!
-σήματα Μορς δηλαδή, δεν έστελνες στον μπαμπά;

.............................................

Εγώ και συ μαζί..








η Ραφαηλία κι η Δήμητρα.

μαζί.


update μετά από χρόνια.
η Δήμητρα φέρθηκε αισχρά στη Ραφαηλία.
αισχρά με την κυριολεκτική σημασία της λέξης.
η Ραφαηλία πληγώθηκε, αλλά, πήγε παρακάτω.
η Δήμητρα είναι υποχρεωμένη να ζει με αυτό που είναι: τον εαυτό της.

αυτή, είναι η ανταμοιβή και των δύο τους..
 

Εκλογές ξανά: η ίδια μελαγχολία

Λοιπόν εγώ, ονομάζομαι Μυρσίνη Παναγιώτου. Γεννήθηκα στο Παρίσι στις 25 του Ιούλη, 1949. Κατοικώ οδός Σινώπης 10, μοναχή μου. Ο πατέρας μου δεν κάνει τίποτα, η μητέρα μου έχει πεθάνει. Έχω αγωνιστεί στα χρόνια της δικτατορίας, στην αρχή, ως μέλος του Ρήγα. Προκηρύξεις κι έντυπα γενικά. Μετά βρέθηκα και σ' άλλη και σ' άλλη οργάνωση, που δεν μπορώ να αποκαλύψω τις ονομασίες τους.
Τώρα όχι, δεν είμαι ενταγμένη πουθενά.

Η Αρχαία Σκουριά
Μάρω Δούκα

(τα σχόλια, θα μείνουν, μελαγχολικά κλειστά)

Τσαφ! στην Δ'



"σχολείοοο!! ξύπνααα!!" έσκυψα πάνω από την κουκέτα της Ραφαηλίας και ψιθύρισα τραγουδιστά.

"wait a minute" απάντησε το πολύγλωσσο μωρό μου και μετά, έδωσε μια στα σκεπάσματα και πετάχτηκε απ' το κρεββάτι.

μια ακόμα σχολική χρονιά:
πρωινά ξυπνήματα
σάντουιτς και κρουασάν στην τσάντα
γόμες, μαρκαδόροι και μολύβια στην κασετίνα
καφές στο κρεββάτι και csi, μετά τη Ραφαηλίσια αναχώρηση, στις οκτώ το πρωί.

-"Ραφαηλία, τι σας είπε ο δάσκαλος;"
"σε μένα ή σε όλους γενικά;"
"είπε κάτι ειδικά σε σένα;"
"ναι, αμέ. του έδειξα τα νύχια μου"
"καιιι;"
"και μου είπε: ααα έτσι μπράβο, να 'ρχεσαι κάθε μέρα έτσι!"
"κατάλαβες ότι το 'πε γι' αστείο, ε; μη μου ετοιμάζεσαι να μου πηγαίνεις σχολείο με νύχια και πόδια βαμμένα σαν τη Μιμή Ντενίση!"
"ναι βρε μαμά!"
"ουφ.."-

είναι φθινόπωρο κανονικό.
με βροχή, με απογεύματα ψυχρά, με του μισού σπιτιού τα τζάμια κλεισμένα.
με το γραφείο του μωρού, όμως, ακατάστατο όπως ακριβώς είναι όλες τις εποχές του χρόνου.
 
-"μαμά; αυτό που κράταγε ο παπάς δεν έμοιαζε με μπρόκολο;"
"ιερέας λέμε. τι λες, ποιο μπρόκολο;"
"αυτό που κράταγε"
"βρε! τον βασιλικό λες;! άκου μπρόκολο.."-

τετάρτη πια!
πότε πήγαινε νήπιο, πότε ήταν πρωτάκι, πότε έδωσε μια και τσαφ! βρέθηκε στην Δ' δημοτικού!

σήμερα το πρωί μετά τον αγιασμό, καθώς ανέβαινε η φετεινή τετάρτη τα σκαλιά για την τάξη, είδα πως όλα, μα όλα τα παιδιά είχαν ψηλώσει κι ήταν όμορφα και σ' έκαναν να θες να χαμογελάς συνέχεια, άσχετα αν ήσουν άγρυπνη κι αγουροξυπνημένη κι άσχετα αν δεν είχες προλάβει να βάλεις στο στόμα σου μια στάλα καφέ!

-"η τσάντα μου είναι παλιά ή καινούρια;"
"η τσάντα σου είναι καταπληκτική! άσε που δεν τη βρίσκεις σήμερα!"
"δηλαδή είναι παλιά"
"....."
"μάλλον είναι τόσο ξεχωριστή, που δεν μπορείς να τη βρεις σήμερα"
"ακριβώς μωρό μου, ακριβώς"-

κι ήταν χτες βράδυ που θυμήθηκα, χρόνια πριν, όταν ακόμα ήμουν στα σενάρια και στο γραφείο παραγωγής, αποφάσισα εν μία νυκτί να τα παρατήσω όλα και να κάνω ένα ακόμα μωρό.
το είπα λοιπόν στη σεναριογράφο που συνεργαζόμασταν κι αυτή, μετά από ένα πραγματικά μεγάλο διάλειμμα αποδοκιμαστικής σιωπής, μου είπε με αυστηρότητα:
"ν' αφήσεις τα παιδιά και τα χαζά και να κοιτάξεις τι θα δουλέψουμε φέτος!"
εκείνη τη χρονιά, δεν ήρθε το Ραφάκι στη ζωή μας.
όμως τελικά, η απόφαση εκείνης της συγκεκριμένης χρονιάς, ήταν το καλύτερο σενάριο που έγραψα ποτέ!

-"Ραφαηλία, πως νοιώθεις που άρχισε το σχολείο ξανά;"
"τέλειααα"
"καλή σχολική χρονιά αγάπη μου"
"ευχαριστώ!"-

εγώ ευχαριστώ μωρό μου..

Εσείς, τον Manolo τον ξέρετε;



ερωτεύτηκα ένα ζευγάρι παπούτσια.
ένα ζευγάρι, απ' αυτά που βλέπουμε συνήθως στις ταινίες να τα φορούν οι καθολικοί καλόγεροι και που άνθρωποι ελαφρώς βιδάτοι όπως εγώ, παύουν να παρακολουθούν την υπόθεση της ταινίας και χαζεύουν τα καλογερικά σανδάλια.

τα είδα στη βιτρίνα να μου χαμογελούν αργά το βράδυ και την άλλη μέρα το πρωί, ακριβώς την ώρα που άνοιγε το μαγαζί, ήμουν εκεί και τα κοίταζα με τη λαχτάρα που κοιτάζει συνήθως ο φανατισμένος πιτσιρικάς το καινούριο game boy που μόλις βγήκε.

"αυτά!" είπα στον σαστισμένο καταστηματάρχη μόλις μπήκα μετά τη βιαστική μου "καλημέρα" και του τα έδειξα ανυπόμονα,
"νούμερο;"
"μάλλον τριανταοχτώ"
"ορίστε. είναι yoshino ξέρετε"
"βρε δεν 'πα να 'ναι και Jose Cuervo" είπα μέσα μου κι έσκυψα να τα δοκιμάσω.
μεγάλα..
"θα μου δώσετε το τριανταεφτά;" ρώτησα με την απελπισία να μου χρωματίζει ήδη τη φωνή, γιατί, ενστικτωδώς το ήξερα: τριανταεφτά, δεν θα υπήρχε!

"τριανταεφτά, δεν υπάρχει"
"καθόλου; είστε σίγουρος;" η φωνή μου ανέβηκε δυο τόνους ψηλότερα απ' το κανονικό.
σε λίγο θα ακουγόμουν σαν κόκορας.
"αυτό είναι το τελευταίο ζευγάρι. δεν σας κάνει σίγουρα;"
"για να το ξαναδώ.."

τα φόρεσα κι έκανα δοκιμαστικά μερικά βήματα στο μαγαζί.
όπως περπατούσα, από πίσω έβγαιναν.
φαινόταν πρώτα η φτέρνα μου και μετά ακολουθούσε το παπούτσι.

"μεγάλα είναι" είπα θλιμμένα.
"καλά, μη στεναχωριέστε. τόσα παπούτσια έχουμε. ρίξτε μια ματιά μήπως βρείτε κάτι άλλο.."

για να μη του χαλάσω το χατήρι, πήγα στα ράφια και περιέργαστηκα τα ..εκθέματα.
ωραία ήσαν, αλλά σαν τα σανδάλια μου, κανένα.

αμήχανα πήρα ένα ζευγάρι και τα εξέτασα προσεκτικά:
"μμμ, αυτά συμπαθητικά φαίνονται"
"είναι Jose Saenz"
"να σας πω, μη μου λέτε μάρκες, έχω παντελή άγνοια.
από παπούτσια μόνο τα Blanco γνωρίζω, κι αυτά, γιατί έχει λυσσάξει ν' αγοράσει η κόρη μου"
"ποια;"
"τα Manolo Blanco, τα ξέρετε;"
"ααα, αυτά παίζουν σ' άλλη κατηγορία. θα τα βρείτε στου ... "
(ούτε που θυμάμαι που μου είπε ο άνθρωπος)
"ούτε να τα βρω, ούτε να τα χάσω θέλω. εγώ, τα καφέ σανδαλάκια ερωτεύτηκα, αυτά πάνε όμως.."
.......................................................

το μεσημέρι γύρισε η Ελένη απ' τη δουλειά.
"βρε Ελενάκι" παραπονέθηκα "δεν τα βρήκα τα παπουτσάκια που είδαμε χτες"
"δεν πειράζει μαμά, θα πάρεις άλλα, καλύτερα"
είπε η σοφή μου κόρη και πήγε στο μπάνιο να πλύνει τα χέρια της.

την ακολούθησα
"όμως, ο καταστηματάρχης (ευγενέστατος κύριος) μου είπε για ένα μαγαζί που έχει τα Manolo Blanco που θέλεις"
"τα ποια;"
"τα Manolo Blanco"
"έτσι τα είπες;"
"ναι, γιατί; πως να τα πω; οι ακριβές αηδίες που θέλει η κόρη μου;"
"βρε μαμά! Manolo Blahnik λέγονται!"
"τι λες;! κανονίστε κι εσύ κι ο Μανόλος, μιας και δεν τα λέω καλά, να μου κόψετε το επίδομα!"
.......................................................

μισή ώρα αργότερα, έτρωγε το μωρό μου και καθόμουν κοντά να της κάνω παρέα.
"ωραίο το φαί αγάπη μου;"
"τέλειο μαμά" χαμογέλασε, μη μου χαλάσει το χατήρι
"α! και μη το ξεχάσω: στο μαγαζί που πήγα το πρωί, είχαν ωραιότατα παπούτσια.
αντί να πας να δώσεις ένα σκασμό λεφτά γι' αυτά τα Manolo Bianko.."
"αμάν πια βρε μαμά! έχεις μπερδέψει μια το Μπλάνκο που σβύνουν, μια το Ομίνο Μπιάνκο για τα ρούχα, μάθε να το λες σωστά επιτέλους!"
"για να σου πω! όπως θέλω θα το λέω: και μπλάνκο και μπιάνκο και σκατάνκο!
βαρέθηκα!!"
.....................................................

τελικά τα ρημάδια, ούτε που έμαθα πως τα λένε.
λες κι έχουν ένα blanco που μου σβύνει την (κατά την Ελένη χρυσοψαρίσια) μνήμη μου.

παπούτσια πάντως πήρα (τα βλέπετε στη φωτογραφία, πάνω)
και είναι και Jose Cuervo παρακαλώ!
λάθος: Jose Saenz είναι.

έμαθα επίσης, πως τα παπούτσια αυτού του είδους, λέγονται "σανδάλια"
(εγώ, ως "πέδιλα" τα ήξερα)
έμαθα κι άλλα για τα μυστήρια των ονομάτων
(δε λέγεται Τσακίρης-Μαλέας, αλλά Τσακίρης-Μαλλάς)

κι έμαθα τέλος, πως διόλου δε με νοιάζει, ούτε πως τα λένε τα παπούτσια, ούτε ποίου είναι, αρκεί να μ' αρέσουν και να με πηγαίνουν παντού!

λάθος.
αυτό δεν το έμαθα.

αυτό το ήξερα πάντα..

Η κοπάνα


"κοπάνα!"
"ε;"
"κοπάνα!"
την κοίταξα σαστισμένη.
"βρε μωρό μου, για πλάκα το 'πα"
"οι καλύτερες ιδέες από πλάκα ξεκινούν"
...................................................

η Ελένη κι εγώ, μόνες στο σπίτι.

ο Χρόνης στη δουλειά
το Ραφάκι από την προηγούμενη στο σπίτι της καλύτερης της φίλης που γενεθλίαζε
κι όταν σηκώθηκε το μεγάλο μου μωρό να ετοιμαστεί για τη δουλειά
"δε μένεις σήμερα σπίτι, να δούμε ξαπλωμένες Eureka, να κοιμηθούμε και μετά να πάμε για καφέ; ε, και κατά το απογευματάκι τι λες; είσαι για factory αεροδρομίου;"
την πείραξα.
σιγά μη δεν έμενε σπίτι..

η Ελένη κι εγώ σε μια δική μας μέρα.

με το Ραφάκι ξεχνώ πολλές φορές, πως το μεγάλο μου παιδί είναι ακόμα σχεδόν παιδί..

χτες, είδαμε ξαπλωμένες eureka κι όταν νυστάξαμε κοιμηθήκαμε δίπλα δίπλα.
στις έντεκα ήμασταν στην Κατερίνα για καφέ και όταν γύρισε ο Χρόνης φουλ για το factory.

εκείνος, έπλενε το αυτοκίνητο στο parking και μεις χαζογυρίζαμε δυο ολόκληρες ώρες και ψωνίζαμε αηδιούλες.

κάθε τόσο το μωρό μου με κοιτούσε χαμογελαστό και μου 'λεγε "σήμερα είναι πολύ ωραία μέρα μαμά" και με κάθε της χαμόγελο και με κάθε της φράση "σήμερα είναι.." επιβεβαίωνε τον κανόνα, πως "οι καλύτερες ιδέες από πλάκα ξεκινούν".
.........................................................

κι όπως γυρίζαμε νωρίς το βραδάκι, ένας πορτοκαλί ήλιος έδυε σχεδόν δίπλα μας και τα σπίτια κάτω φαίνονταν λες κι ήταν σε ταινία

στο πίσω κάθισμα, η μία από τις δύο πρωταγωνίστριες της ζωής μου, σιγοτραγουδούσε
"but I'm a supergirl, and supergirls don't cry"

και όλα ήσαν καλά..

Το liposan

στον Χόντο με τη Ραφαηλία

"μαμά, τι; θα πάρεις liposan;"
"έτσι λέω. γιατί, μήπως έχεις αντίρρηση;"
"μα έχεις τόσα!"
"έχω; τι έχω βρε, που όλα μου τα 'χεις ρημάξει; θα πάρω το γαλάζιο"
"τότε, να μου πάρεις και μένα το ροζ"
"τίποτα δε σου παίρνω! όλα τα χάνεις και μετά τα βρίσκω στα πιο απίθανα μέρη"
"μα μόνο ένα γαλάζιο κι ένα κίτρινο έχω. δεν έχω ροζ. και το γαλάζιο είναι για το κρύο, για όταν πηγαίνω σχολείο"
"δε μου λες, δε μου δίνεις το γαλάζιο σου, να σου δώσω το δικό μου ροζ;"
"εντάξει!"

στο σπίτι

"ορίστε: πάρε το ροζ. για φέρε τώρα το γαλάζιο"
"τώρα μαμά, πάω να το βρω"
"σήμερα ε; όχι του χρόνου"
"ναι, ναι, να κάπου εδώ το 'χω"
"κατάλαβα.."

μετά από μισή ώρα

"που 'ντο Ραφαηλία; στην Αμερική θα πας να το βρεις;"
"μισό λεπτό!"
"κατάλαβα.."

μετά από μισή ακόμα ώρα:

"τι γίνεται μωρό; ακόμα αυτό το liposan;"
"τώρα, τώρα το φέρνω"

έρχεται τρεχάτη και κρατάει το ένα χέρι της σφιγμένο γροθιά, να μη φαίνεται τι έχει μέσα.

"άντε, το βρήκες; μπράβο! για δώσε"
ανοίγει το χέρι και δεν έχει απολύτως τίποτα.
άδειο!

"πάρε"
"τι να πάρω;;"
"το liposan. το 'βαψα αόρατο.."

Το χρώμα του ουρανού


αυτό καταφέραμε..
να βλέπουμε κόκκινο τον ουρανό και να μας σφίγγεται η καρδιά.

όχι απ' την ομορφιά, όχι απ' αυτή την ομορφιά του δειλινού που κόβει την ανάσα

-αλλά απ' το φόβο
κι απ' όλα όσα μας θυμίζει αυτό το πορφυρό: λες και καίγονται τα σύννεφα κι ο ουρανός ολόκληρος
(καίγοντας μαζί και την καρδιά μας)


Το συμπέρασμα

το Ραφάκι έρχεται στο δωμάτιο, ξαπλώνει στο κρεββάτι και με μια έκφραση απίστευτης βαρεμάρας ετοιμάζεται να παίξει, ακριβώς πάνω στο φρεσκοπλυμένο μου κάλυμα!

"βρε! έχεις καθαρά πόδια;"
"φυσικά. λάμπουν!"
"τι λάμπουν; ξυπόλητη περπατάς απ' το πρωί"
"καθαρά είναι. να !"
"εγώ πάντως, μαύρα τα βλέπω"
"καθαρά-καθαρά είναι, πολύ καθαρά"
"τέλος πάντων..
άντε, σε λίγο θα βγούμε. βαρέθηκες πια ε;
δε μου λες, περιμένεις πως και πως ν' ανοίξουν τα σχολεία;"
"καθόλου δε μου έλειψε το σχολείο!"
"τι λες! σκέψου να μην υπήρχαν σχολεία.."
"σκέψου εσύ, να μην υπήρχε το διάλειμμα.."
"μα θα σ' άρεσε να μην είχες σχολείο;"
"εσένα θα σ' άρεσε να μην είχες διάλειμμα;"
"όχι βέβαια, το διάλειμμα πάντα είναι απαραίτητο.
αλλά, αν δεν υπήρχε σχολείο, εσύ τι θα 'κανες όλη μέρα κλεισμένη σπίτι;"
"ε, τι θα ΄κανα;"
"θα σου 'κανα εγώ μάθημα!"
"και;"
"και θα τρωγες τις φάπες της ζωής σου!"
"γιατί;"
"γιατί δεν έχω υπομονή με τα μαθήματα, γι' αυτό!"
"γιατί βρε μαμά;"
"δεν το θέλω μωρό μου. έτσι είμαι .."
"εγώ τι είμαι;"
"τεμπέλα και λουφαδόρος!"
"η Ελένη;"
"κι αυτή το ίδιο.
ως προς το σχολείο όμως μόνο, να εξηγούμεθα: κι οι δυο σας είστε τεμπέλες και λουφαδόροι"
"κι οι δυο μας είμαστε κουκλάρες όμως, ε;!"
"........"



Να πιω νερό..


"θέλω να σε δω
να μ' αναζητάς
λα λα λαλα
λαλαλαλαλαλα.."
"μαμά, ξέρεις τι λέει παρακάτω το τραγούδι;"
"μμμ, μπαα.. τι λέει;"
"να πιω νερό κρυφά εκεί που θα πλυθείς"
"έλα κόφτο! αμάν βρε Ελένη, όλα να τα ισοπεδώνεις πια!"
"αλήθεια, αυτό λέει"
"σταμάτα, θα ξεράσω! κόφτο"
"καλά τώρα, πας ένα στοίχημα Μονκ;"
"όσο θες!"
"πας πέντε ευρώ;"
"και πέντε και δέκα! κοίτα θα στα πάρω, όμως! δε θα σε λυπηθώ, να σου γίνει μάθημα, να μου τα χαλάς όλα!"
"έγινε!"
................................................

αχ
και ξανά αχ..
τι τα θέλω εγώ τα στοιχήματα;
...


Μαξιλάρια και σεντόνια


"φτάσαμε, φτάσαμε!" πέταξα το σακ βουαγιάζ στο πάτωμα και κοίταξα ερευνητικά το σπίτι.
πρώτη μέρα των διακοπών
πίσω μου το Ραφάκι κοιτούσε κι αυτό ενώ η Ελένη προσπερνώντας την άφηνε τα πράγματα της δίπλα στα δικά μου κι ο Χρόνης ανέβαινε τα σκαλιά, ακόμα φορτωμένος.

"Ελένη θα σκουπίσεις; Χρόνη άσε εδώ τις βαλίτσες, Ραφαηλία εσύ φρόνιμα, άντε σιγά σιγά να οργανωνόμαστεεε"
"κι εσύ μαμά τι θα κάνεις;"
"θα επιβλέπω φυσικά.."
 
ώρες μετά, με το σπίτι καθαρισμένο, όλα τακτοποιημένα, τα ρούχα μας κρεμασμένα, κοίταξα γύρω μου και "βρε παιδιά, δε στρώνουμε τα κρεββάτια;" είπα τραβώντας τη βαλίτσα με τα ασπρόρουχα κοντά μου.
έσκυψα, τσακ-τσακ ακούστηκαν τα κουμπιά της όπως την άνοιγα, σήκωσα το καπάκι κι ασυναίσθητα έκανα ένα βήμα πίσω: ήταν άδεια!

"τα πράματα; τα σεντόνια; οι πετσέτες; οι μαξιλαροθήκες; που πήγαν τα πράματα;"
μετά βίας μου βγήκε η φωνή

πίσω μου ήρθε ο Χρόνης.
"τι; μη μου πεις πως τα ξέχασες;"
"...."
"τα ξέχασες;"
"...."
"τ' αφήσαμε σπίτι;"
"μη μου μιλάς, θα πάθω εγκεφαλικό!"
φώναξα κι άρχισα να ανοίγω τις άδειες βαλίτσες και να τραβώ τα συρτάρια της ντουλάπας.
μάταια φυσικά.
όλα μας τα ασπρόρουχα ξεκουραζόντουσαν ήσυχα ήσυχα στο Παγκράτι.

"καλά, μη πανικοβάλεστε!" φώναξα απελπισμένη
(ουδείς πλην εμού δεν είχε πανικοβληθεί βεβαίως)
"αύριο, θα πάμε ν' αγοράσουμε καινούρια. μια χαρά θα 'μαστε αύριο. θα τα πλύνουμε το πρωί και το βράδυ θα τα 'χουμε καθαρά καθαρά κι όλα εντάξει"
"καλά μαμά"

"τα σεντόνια είναι δική σου ευθύνη και τα μαξιλάρια κι όλ' αυτά. καλά, δεν τσέκαρες αν ήταν μέσα προτού φύγουμε;" γκρίνιαξε ο Χρόνης
"μη μου μιλάς, θα πάθω εγκεφαλικό" φώναξα κι έφυγα απ' το δωμάτιο
"αυτά όμως δεν ξέχασες να τα πάρεις" πρόλαβα και τον άκουσα να λέει ενώ με την άκρη του ματιού είδα που έδειχνε τους φορτιστές, τα κινητά κι όλα τα παιχνιδάκια μου.

την άλλη μέρα πήραμε τα καινούρια, τα πλύναμε, τ' απλώσαμε κι ήτανε μια χαρά να τα βλέπεις να στεγνώνουνε δίπλα στα πεύκα και πάνω απ' τα σκοίνα..

"τουλάχιστον δεν σας έκλεισα απέξω,
ούτε σας πήγα σε άλλο νησί"
μονολόγησα όπως χάζευα τις μπεζ και τις πορτοκαλί μαξιλαροθήκες και χαμογέλασα.
"κι ευχαρστημένοι να 'στε!"
.................................................


Στις εννιά Χρόνια Πολλά!

εννιά Αυγούστου του 2009 το Ραφάκι μας γίνεται εννιά χρονών!

"έλα δω μωρό μου. ξέρεις τ' είναι αύριο;"

(δύο πράματα περιμένει η Ραφαηλία όλο το χρόνο: τα Χριστούγεννα και τα γενέθλια της.
από τον Ιούλιο, μετράει μία-μία τις μέρες που φεύγουν, μέχρι να 'ρθει η πολυπόθητη)

"τα γενέθλια μου!!"

την τραβάω στην αγκαλιά μου και της δίνω δυο σκαστά φιλιά.

γενέθλια πάει να πει: τούρτα παγωτό, φίλες, το σπίτι άνω-κάτω, το "να ζήσεις Ραφάκι και χρόνια πολλά" στην ελληνική και στην αγγλική του εκδοχή βεβαίως βεβαίως, φωτογραφίες, γέλια και μένα σε κάποια γωνιά να την κοιτάζω και να αναρωτιέμαι που πήγε το φαφούτικο μωρό που κρατούσα μια ανάσα πριν στην αγκαλιά μου..

χρόνια πολλά λοιπόν στην αγάπη μας
χρόνια πολλά λοιπόν στο μωρό μας
η ευλογία του Θεού να σκεπάζει το κεφαλάκι της
του κόσμου τα καλά στην καρδιά της να βρίσκονται
το ξεχωριστό της χαμόγελο να φωτίζει το βλέμμα της
πάντα

κι όλες οι ευχές δικές της

μιας κι αύριο,
εννιά Αυγούστου του 2009
το Ραφάκι μας γίνεται εννιά χρονών..


Η καλωσύνη των ανθρώπων..


.. να μας τυλίγει
να μας παρηγορεί



Οι πέντε βδομάδες του Ιουλίου

καφέδες και πορτοκαλάδες λουξ στη βεράντα, θάλασσα και καλοκαιρινά τραγούδια στο mp3, βόλτες τ' απογεύματα στο Φάρο και στην Αυλή, κουκουνάρια και άμμος στα πόδια μας, δεκαοχτούρες και σπουργίτια το πρωί, γρύλοι και κουκουβάγιες τα βράδυα, κούνια και αιώρα κάτω απ' τα πεύκα και the shadow of your smile ενώ έφευγε ο ήλιος

όλα, τ' αφήσαμε πίσω μας.

φέραμε όμως άλλα μαζί:
το γέλιο της Ραφαηλίας όταν θριαμβευτικά ξεπρόβαλε το κεφαλάκι της στην επιφάνεια της θάλασσας μετά από μια μεγάλη βουτιά
("με είδες μαμά; με είδες;;")

την αισιοδοξία και την καλωσύνη που ακτινοβολούσε το πρόσωπο της Ελένης
("βρε Χρόνη, πως μεγάλωσε έτσι το παιδί; αυτή με στηρίζει πλέον κι όχι εγώ αυτήν...")

το ρόλο του είμαι-διαθέσιμος-όλο-το-24ωρο Χρόνη
("μαμά, έλα να δεις!"
"δεν μπορώ τώρα μωρό μου, πες στον μπαμπά να έρθει
"
)

και πάνω απ' όλα, αυτή την αίσθηση που έχεις όταν κολυμπάς μέχρι τη σημαδούρα, όταν μικρά κυματάκια σκάνε κάτω από το σαγόνι και πάνω στις βλεφαρίδες κι όλος ο κόσμος γίνεται μικρές σταγόνες αλμυρό νερό
........................................................

στις δώδεκα το μεσημέρι χτες, μπήκαμε σπίτι.
η Νέλλυ κι η Ακκα περίμεναν πίσω απ' την πόρτα: θαρρείς και πέντε βδομάδες δεν είχαν κουνήσει βήμα από κει.

προχωρήσαμε μέσα σηκώνοντας σακίδια και τσάντες
με τη Νέλλυ να μπερδεύεται στα πόδια μας γουργουρίζοντας και την Ακκα μια να εμφανίζεται μια να εξαφανίζεται σαν τη γάτα του Τσεσάιρ
με το σπίτι να μου φαίνεται παράξενα ζωντανό
με της Ελένης τη μισοτραγουδιστή φωνή να με φωνάζει απ' την κουζίνα

κι όπως έκλεινε ο Χρόνης την εξώπορτα, μου φάνηκε πως άκουσα τη φωνή της Ραφαηλίας να φωνάζει "με είδες μαμά, με είδες;"

όμως είχαμε γυρίσει
-επιτέλους-
σπίτι..

----------------------------

υγ
η φωτογραφία από τον Φάρο, τραβηγμένη όπως πάντα από την Ελένη



Περί Τεχνολογίας και Διακοπών

"καλέ, έχασα την Ισημερία!!"
"τι σημαίνει, την έχασες;"
"ο explorer δε μου τη βγάζει! αυτό σημαίνει"
"θα δω και θα σου πω"
"πότε βρε Χρόνη; του χρόνου;"
"τώρα θέλεις;"
"εμμμ;"
"καλά"

μετά από λίγο, ο ειδικός απεφάνθη "μόνο στον explorer έχεις πρόβλημα. άσε να δούμε μήπως επανέλθει"
"κι αν δεν επανέλθει;"
"ε, τότε βλέπουμε"
"γράψε μου όμως κάτι να ποστάρω για τους φίλους μου, πως να με βρίσκουν"
"τώρα;"
"όχι του χρόνου!"

έτσι, μου έστειλε ένα mail ενημερωτικό (υποτίθεται), αυτό:
 
"Σας ενημερώνω πως η νέα δνση για την ισημερία είναι http://www.isimeria.com/
Η προηγούμενη δνση http://isimeria.blogspot.com/ αν και θα 'πρεπε να
ανακατευθύνει το πρόγραμμα πλοήγησης που χρησιμοποιείτε στη νέα δνση,
δυστυχώς δεν γίνεται πάντα (πχ γίνεται με Firefox και Chrome, δεν γίνεται με
internet explorer 7,8)
"

σε απλά ελληνικά, σημαίνει πως όσοι έχετε τον internet explorer 7,8 δεν με βλέπετε.
οπότε με αποθηκεύετε στην καινούρια μου διεύθυνση http://www.isimeria.com/ και όλα καλά.

αυτά, περί των τεχνολογικών.
 

τώρα τα των διακοπών.

το Σάββατο φεύγουμεεεε..
όμως φέτος, δεν θα σας χάσω και δεν θα με χάσετε.

μια φορά την εβδομάδα θα μπαίνω να σας λέω τα νέα μας, αλλά δεν θα μπορώ να σας επισκέπτομαι συχνά, μιας και στο σπίτι δεν έχουμε ίντερνετ.
θα παίρνω λοιπόν το λατρεμένο asus και θα πηγαίνω βόλτα σε κάποιο καφέ που θα 'χει ασύρματο δίκτυο.
από κει θα επικοινωνώ μαζί σας.

μέχρι λοιπόν να τα πούμε ξανά,
εύχομαι ολόψυχα όλοι μας να περάσουμε ένα όμορφο καλοκαίρι
γλυκό, σαν μια κουταλιά βανίλια βουτηγμένη σ' ένα ποτήρι δροσερό νερό
να είναι απ' αυτά που σίγουρα θα νοσταλγούμε
και η θύμηση του, στην καρδιά να μένει και να μας κάνει να χαμογελάμε πάντα.

τέτοιο να 'ναι

καλή e-αντάμωση από την Αίγινα ξανά!