To sms

το Ελενάκι, πήρε το iphone 3gs, το 32αρι.

βετεράνος στα μηνύματα, γράφει με τρομερές ταχύτητες, αλλά φυσικά δεν είναι συνηθισμένη σε πληκτρολόγια αφής.

έχει πάρει λοιπόν το κινητό, κοιμάται (σχεδόν) αγκαλιά μαζί του, ξυπνάει το πρωί καταχαρούμενη και πρώτη της δουλειά να στείλει μήνυμα στη φίλη της τη Γεωργία "καλημέρα, τι κάνεις;"

μόνο που λόγω αφής και ταχύτητας στέλνει:
"καλημέρα. το κάνεις;;"
................................
(κι αυτή ήταν η εκδίκηση του συμβατικού πληκτρολογίου..
ή η χαρά του sms..)

Λοξία

"μαμά;"
"τ' είναι μωρό;"
"η Ελένη απ' την τάξη μου, χτύπησε το μάτι της και της το έχουν κλείσει"
"την καημένη.."
"και τώρα βλέπει μόνο με το ένα μάτι"
"ε, δεν θα 'ναι για πολύ καιρό, μη στεναχωριέσαι. γρήγορα θα γίνει καλά, είμαι σίγουρη"

κλείνει με το ένα της χέρι το ματάκι και προσπαθεί να δει με το άλλο

"μαμά, όταν έχεις το ένα σου μάτι κλειστό, βλέπεις λοξία;"


όχι μωρό μου.
όταν έχεις το ένα σου μάτι κλειστό, δεν βλέπεις λοξία.
λοξία βλέπεις, όταν έχεις κλειστή την καρδιά σου!

μόνο τότε..

Δυο λεπτά ακόμη..

"κοιμήσου, πέρασε η ώρα. σχολείο αύριο!"
"σε λιγάκι"
"τώρα! κοιμήσου"
"σε δυο λεπτά μπορώ; ε; μπορώ;"
"δυο λεπτά όμως! ούτε μισό παραπάνω"
"μόνο, μόνο. θα διαβάσω λιγάκι, δυο λεπτούλια διάβασμα!"
"άϊντε καταφερτζού, άϊντε.."

έφυγα και την ξέχασα για μισή ώρα.
γύρισα στο δωμάτιο γρήγορα, να κλείσω το φως, να τη φιλήσω, να την καληνυχτίσω.
κι εκεί, με το βιβλίο στα χέρια την είχε πάρει ήδη ο ύπνος..


σήμερα φυσάει πολύ
σίγουρα το βράδυ, την ώρα που ο αέρας θα σηκώνει την τέντα στο μπαλκόνι, φφσσσ σαν πανί ιστιοφόρου, το Ραφάκι, θ' ακούει τον άνεμο και θα 'ρχεται τρέχοντας να μας βρει: "ακούτε; ακούτε ο αέρας πως κάνει;"
κι όταν έρθει η ώρα του ύπνου
"σε δυο λεπτά, μπορώ; ε; μπορώ;"

και τα δυο λεπτά θα γίνουν τέσσερα
και δεκατέσσερα
κι όταν θα επιστρέψω για να κλείσω το φως, να τη φιλήσω, να την καληνυχτίσω,
εκεί, με το βιβλίο στα χέρια θα την έχει πάρει ήδη ο ύπνος..

κι αυτό
τώρα που ο χειμώνας πλησίασε ξανά
ίσως θα γίνεται
κάθε ευλογημένο βράδυ..

Τα δέκα που δεν αντέχω σήμερα:


1. το πρωινό στη ΝΕΤ με τη Ρίτσα Μπιζόγλη
(δεν αντέχω τη Ρίτσα Μπιζόγλη, ούτε ως δημοσιογράφο, ούτε ως όνομα)

2. όλες τις κορώνες σχετικά με την αποβληθείσα μαθήτρια και το facebook
(το ρόλο της ρουφιάνας-μάνας τον σκέφτηκε κανείς;)

3. τις εκπομπές του Λαζόπουλου
(αυτός ως διαταραγμένο άτομο δικαιολογείται.
ο όχλος όμως που τον ακολουθεί λιγωμένος στα γέλια, πως;;)

4. τους χαρμάνηδες που καπνίζουν στο δρόμο ή έξω απ' το προαύλιο του σχολείου και με πνίγουν
(δεν δικαιούσαι να μου φυσάς τον καπνό στα μούτρα, πως να το κάνουμε;)

5. τα στρατόπεδα που δημιουργήθηκαν και καλά κρατούν στα εννιάχρονα της τάξης της Ραφαηλίας
(και νόμιζα η αφελής, πως μόνο στο Λύκειο γίνονται αυτά)

6. τον κόσμο που βιάζεται και με σπρώχνει να περάσει
(δεν αντέχω να με ακουμπάνε ξένοι, καθόλου)

7. τα greekllish παντού!
(το άκρον άωτον της αμορφωσιάς και της κακής αισθητικής)

8. τους έχοντες γνώμη επί παντός επιστητού
(οι οποίοι τονίζουν συνήθως την άποψη τους με μεγαλοστομίες)

9. τις μανάδες-καριερίστες
(όπου το παιδί τους γίνεται η καριέρα που ποτέ δεν είχαν)

10. εμένα που επιτρέπω να μ' ενοχλούν όλα τα παραπάνω
.........................................................

Ιστορίες του μπάνιου

περασμένες δύο το πρωί κι όλη η φύσις ησυχάζει πλην εμού, που επί ένα τέταρτο ασχολούμαι με τη διακόσμηση του μπάνιου.
συγκεκριμένα προσπαθώ να τακτοποιήσω ένα διαμαντένιο στεματάκι που έφερε χτες η Ελένη, μέσα στις αχιβάδες και τα κοχύλια.
σε λίγο θα χαράξει, αλλά μ' έχει πιάσει το γνωστό
"πότε πρόκοψες καημένη;
το Σαββάτο που σημαίνει"
και διόλου δε δίνω σημασία στην ώρα.

το φτιάχνω έτσι, το φτιάχνω αλλιώς, το βάζω πάνω απ' τα κοχύλια, το ρίχνω κάτω απ' τους αχινούς, μέχρι που κάποια στιγμή το αποτέλεσμα -επιτέλους- με ικανοποιεί, βγαίνω απ' το μπάνιο, κλείνω το φως και ξαπλώνω να δω την τρίτη και τελευταία σαιζόν του Gossip Girl xo xo.

την άλλη μέρα, εκεί που καθαρίζω τον νιπτήρα, βλέπω πως το στεματάκι έχει μετακινηθεί κι είναι πεταμένο πάνω απ' τους αχινούς και τις αχιβάδες.
το αίμα μου ανεβαίνει στο κεφάλι
( "επιτέλους, τίποτα δε σέβονται εδώ μέσα! δε μπορώ να φτιάξω κάτι, νιανιά θα μου το κάνουν")
και παίρνω την Ελένη στη δουλειά:

"δε μου λες, εσύ πείραξες το στεματάκι;"
"ποιο στεματάκι;"
"της Φρειδερίκης!"
"ποιας Φρειδερίκης; τι λες βρε μαμά;"
"το στεματάκι που είχα βάλει μεσ' τις αχιβάδες, στον καθρέφτη του μπάνιου"
"το είδα αλλά δεν το ακούμπησα."
"ε και ποιος το 'κανε;"
"τη μικρή τη ρώτησες;"

με το ασύρματο στο χέρι πάω στο Ραφάκι που είναι ξαπλωμένο και διαβάζει τη μικρή Λουλού

"δε μου λες, εσύ πείραξες το στεματάκι;"
"ποιο στεματάκι;"
"αυτό που ήταν στην εταζέρα, στον καθρέφτη του μπάνιου"
"α αυτό.. χμμμ... όχι"
"πως όχι;! η Ελένη δεν το πείραξε, εσύ όχι, ποιος το χάλασε; η Ακκα;"
"με την Ελένη μιλάς;"
"ναι, με την Ελένη"
"εχμμ, δεν ξέρω"
"εσύ το χάλασες; λέγε!"

σταματάει, με κοιτάει, πάει κάτι να πει, το σκέφτεται και στο τέλος βρίσκει τη λύση:

"εσύ ρωτάς ή η Ελένη;"
.......................................

Κυριακή γιορτή και σχόλη

κι εκεί που ονειρευόμουν μια Κυριακή με βόλτες στη θάλασσα και νοσταλγικά τραγούδια,
ο "θερμοσίφουνας" που έλεγε κι η Παγώνα, αποφάσισε πως ήταν η ώρα του πια να τρυπήσει και όπως ήταν φυσικό, βόλτες και τραγούδια πήραν αναβολή για την επόμενη βδομάδα.

στη θέση τους, το σπίτι γέμισε με τα πράγματα του παταριού, μέχρι το ρηλάξ της Ραφαηλίας είχα εκεί πάνω (παρεμπιπτόντως αν γνωρίζετε κάποιον που να το θέλει, είναι σε άριστη κατάσταση), αλλά ευτυχώς βρέθηκε ένας υδραυλικός κι η αλλαγή έγινε τσακ-τσουκ: το καινούριο θερμοσίφωνο εγκαταστάθηκε μ' επιτυχία, τα πράματα ξαναπήγαν στη θέση τους κι έμεινα μόνο εγώ ζαλισμένη ν' αναρωτιέμαι αν όντως όλα είχαν τελειώσει τόσο γρήγορα.

αυτά την Κυριακή.
αυτά, πολύ πριν ανακαλύψω στο fb το μεγάλο μου καμάρι να κρατάει ένα τσιγάρο φάτσα-φόρα στου Σφακιανάκη.
κι αφού αναρωτήθηκα πως αυτό το παιδί που μεγάλωσε με Βιβάλντι, Αρλέτα και τζαζ, έφτασε να χορεύει το "μια ματιά σου μόνο φτάνει, αεροπλάνο να με κάνει" εστίασα στο τσιγάρο και το κοίταζα ξανά και ξανά, μέχρι που νύσταξα κι έγειρα στου κρεββατιού την πλώρη.

και όχι, δε με φίλησε του καπετάνιου η κόρη, αλλά ο εφιάλτης ήρθε στην ώρα του πριν καλά καλά κλείσω τα δόλια μάτια μου.
τότε ονειρεύτηκα, πως το τσιγάρο που κρατούσε το μωρό μου, δεν ήταν ένα απλό τσιγάρο, όχι.
είδα, πως μέσα είχε, εκτός από καπνό, μπόλικο τριμμένο κεφαλοτύρι!
άγνωστο γιατί, αυτό με αναστάτωσε τόσο πολύ, που ξύπνησα.

αργότερα, το Ελενάκι μου εξήγησε, πως το "κράτησε" απλά για τη φωτογραφία.
προφανώς άλλο αέρα έχει η φωτογραφία με το τσιγάρο και άλλο άνευ: είναι η καπνισμένη κι η άκαπνη, η μπαρουτοκαπνισμένη κι η ξενέρωτη.
τέτοιο ίματζ δηλαδή!

είπαμε πολλά εκείνο το βράδυ

τσακωθήκαμε για το τι είδους ρούχα είναι σωστό να φοράει ένας άνθρωπος
("μα αμάνικα χειμωνιάτικα; αμάνικα;;")
γελάσαμε
("τόσο σου αρέσει το σούσι μωρό μου; να σου πάρω ένα κιλό γαύρο από τη λαϊκή να το ευχαριστηθείς!")
αγκαλιαστήκαμε
("έλα δω!")
τσακωθήκαμε ξανά, γενικώς
("φτιάξε αυτό το κρεββάτι σου επιτέλους!")
μοιραστήκαμε τις δουλειές
("εσύ να δεις csi, εγώ θα τα κάνω όλα")
κάναμε διάφορες συμφωνίες
("εγώ θα δω csi κι εσύ θα τα κάνεις όλα")

κι όταν τέλειωσε αυτή η Κυριακή, ένιωσα πως δεν είχαμε χάσει και πολλά που δεν πήγαμε βόλτα.

μερικές φορές, είναι καλύτερα έτσι..

Παρασκευή - καλησπέρα σας!

η Ελένη
(η δική μου όχι η Μενεγάκη)
φεύγει τρέχοντας για τη σχολή.

δεν περνάει ούτε ένα λεπτό, όταν βλέπω τα κλειδιά της ξεχασμένα πάνω στο τραπέζι.
τρέχω γρήγορα και σηκώνω το θυροτηλέφωνο, ελπίζοντας πως θα την προλάβω στην είσοδο της πολυκατοικίας.

"Ελένη, Ελένηηη" φωνάζω δυνατά
κι ακούω μια αντρική φωνή να μου απαντάει: "ο Παναγιώτης είμαι!"
....................

έτσι τελειώνει αυτή η βδομάδα.
με τον άγνωστο Παναγιώτη να μου δηλώνει την ταυτότητα του θυροτηλεφωνικώς και να με κάνει να γελάω -παρ' όλο το άγχος μου
με το Ραφάκι να περνάει μια ίωση στο πόδι
με την Ελένη να τρέχει -ως συνήθως- να προλάβει κάτι
και με τον Χρόνη να χαίρεται γιατί επιτέλους ήρθε η Παρασκευή.
....................

σε δυο μερούλες Κυριακή
αν είμαστε καλά, θα πάμε πάλι βόλτα στη θάλασσα
ακόμα κι αν βρέχει
ακόμα κι αν φυσάει πολύ
ακόμα κι αν το κρύο είναι τσουχτερό
(και να τ' αντέξω δε μπορώ)
....................

κι εκεί στην ακροθαλασσιά, θα σηκώσω το τζην και θα μπω στη θάλασσα πάλι

(κι ας μου παγώσουν τα πόδια
κι ας μη νιώθω τα δάχτυλα απ' το μούδιασμα
κι ας με κοιτάζουν οι περαστικοί χαμογελώντας)

το Ραφάκι θα φωνάζει "κι εγώ μαμά, κι εγώ μαμά"
η Ελένη θα τραβά φωτογραφίες
ο Χρόνης θα κοιτά τη θάλασσα
....................

ακόμα όμως, απόγευμα Παρασκευής

αυτά τα χειμωνιάτικα απογεύματα με τη μοναδική γλυκύτητα
οι ώρες που κυλάνε αργά
οι γάτες που κουλουριάζονται και γουργουρίζουν

χαμογελώ

καλησπέρα σας!