Αφιερωμένο..

Ισημερία απ΄ τα παλιά -και τι μου θύμισε..
σχεδόν έξι χρόνια πριν. ένωσα τις δύο αναρτήσεις σε μία. όλοι βαριόμαστε τις μεγάλες αναρτήσεις, αλλά, γι' αυτήν ειδικά, ας γίνει μια εξαίρεση.
η επίδειξη:


πόσες φορές πήρατε μέρος σε κάποια επίδειξη, "αγαθών" ας πούμε, σπίτι σας ή σε κάποιο άλλο φιλικό σπίτι; σε τάπερ, είδη σπιτιού, ρούχα, καλλυντικά, σε ό,τι θέλετε; εγώ έχω κάνει καριέρα με δαύτα.
ποτέ δεν αρνήθηκα πρόσκληση, είτε γιατί ντρεπόμουν, είτε γιατί βαριόμουν τη διαδικασία:

"έλα, σε παρακαλώ, πρέπει να μαζέψω τουλάχιστον δέκα άτομα"
"βαριέμαι"
"μια ώρα είναι όλη κι όλη!"
"βαριέμαι"
"θα σ' αρέσει θα δεις. θα έρθει κι η Αννα, κι η Μαίρη κι η Σοφία!"
"βαριέμαι"
"κάντο για μένα"
"βαριέμαι"
"για μένα είπα"
"..καλά"


είμαι λοιπόν το ιδανικό πρόσωπο για να το προσκαλέσεις σε μια βραδιά οποιασδήποτε επίδειξης και με τους κατάλληλους χειρισμούς να το φορτώσεις από άχρηστα τάπερ έως ρόμπες μεταξωτές Ινδίας.
την τελευταία φορά που είχα μια τέτοιου είδους ευχάριστη εμπειρία, ήταν με καλλυντικά. τα οποία καλλυντικά δεν ήταν ό,τι κι ό,τι. ήταν φυτικά, ελβετικά, φυσικά πανάκριβα, που το όνομα τους άρχιζε από Ν αν θυμάμαι καλά, όμως αδυνατώ να θυμηθώ το υπόλοιπο.

η πρόσκληση ήταν για τις έξι το απόγευμα. στις έξι παρά τέταρτο χτυπούσα το κουδούνι της φίλης μου. πίστευα ο βλαξ, πως αν θα πήγαινα νωρίτερα θα ξεμπέρδευα και νωρίτερα. πως το 'βγαλα αυτό το συμπέρασμα, απορώ. ποιος ξέρει όμως πως λειτουργεί το μυαλό του ανθρώπου πάνω στην απελπισία του.. ήμουν φυσικά η πρώτη.

στο μεγάλο τραπέζι του καθιστικού είχαν απλωθεί μπουκάλια και μπουκαλάκια, μπωλ, βαζάκια με νερό και δίπλα από το τραπέζι στεκόταν όρθια και τακτοποιούσε τις τελευταίες λεπτομέρειες η Κυρία που θα μας τα έδειχνε.
μια γυναίκα που είχε πατημένα τα 55, απέπνεε σιγουριά, πειθώ και φορούσε ένα παράξενο ταγιερ. σα μεταλλικό μου φάνηκε. τέλος πάντων, ολόκληρη φαινόταν μεταλλική και κάπως τετράγωνη.
με μαλλιά τσιμεντωμένα πάνω στο κεφάλι της και με διάφορες παγιέτες καρφιτσωμένες στις τούφες.

θυμήθηκα πως ό,τι λάμπει, στρας, παγιέτες, σβαρόσφσκι κλπ η Ραφαηλία τα λέει "λαμπράκια" και μου ξέφυγε ένα νευρικό γελάκι που αμέσως την έκανε να ανασηκώσει το κεφάλι της και να μυρίσει τον αέρα σαν άλογο που οσμίζεται τη μυρωδιά της επερχόμενης μάχης.
με κοίταξε και κατάλαβα: το είχα χάσει το παιχνίδι. πριν καν αρχίσει. με κατέταξε αυτόματα στην κατηγορία "χαμένες". όχι ότι διαφωνούσα, αλλά άλλο να το λέω εγώ κι άλλο να με κατατάσσει αυτή.

η κατηγορία "χαμένες" για να σας δώσω να καταλάβετε (αν δεν έχετε εμπειρία επίδειξης καλλυντικών), είναι η κατηγορία όπου στην άβυσσο της βρίσκονται γυναίκες σαν εμένα: δεν φορούν καθημερινά μεικ απ, συχνά ξεχνούν να βάλουν μάσκα ομορφιάς, δεν βάφονται σχεδόν καθόλου, τριγυρνούν με αθλητικά παπούτσια και συχνάζουν σε ακατάλληλα μέρη όπως αυλές σχολείων, σούπερ μάρκετ και τζάμπο.

πλησίασα λοιπόν αμήχανα κι από πίσω ερχόταν η φίλη μου για να με παρουσιάσει στην Κυρία.
δεν πρόλαβε όμως να μας συστήσει, όταν χτύπησε το κουδούνι κι άρχισαν να 'ρχονται κι οι άλλες.

φιλιά και "τι κάνεις; σε χάσαμε, είπαμε, αλλά όχι κι έτσι! έκοψες το κάπνισμα; μπράβο μωρό μου!" κι άλλα τέτοια ποικίλα και διάφορα.
τακτοποιηθήκαμε σε καναπέ και πολυθρόνες, ήρθαν κι οι καφέδες κι η Κυρία ζήτησε κάποια από μας να πλησιάσει, για να της κάνει όλη την κούρα της επίδειξης και στο τέλος να την βάψει. να την μακιγιάρει εννοώ.

εμένα, την τελευταία φορά που κάθησα να με βάψουν, με έβγαλαν ως βρυκόλακα-στην-τελευταία-του-εξόρμηση-πριν-το-φως-της-αυγής κι έτσι έκανα πως δεν άκουσα.
πήγε όμως η οικοδέσποινα. δε μπορούσε να κάνει κι άλλιώς.

άλλη έβηχε, άλλη κοίταζε αλλού, άλλη έλεγε " αα, εγώ δεν μπορώ, έχω ραντεβού μετά", εγώ ως συνήθως κοίταζα στο άπειρο με το ανέκφραστο βλέμμα ροφού στο πέλαγος.
όταν παίρνω αυτό το συγκεκριμένο βλέμμα, δείχνω τόσο απροσπέλαστη που κανείς δεν τολμά να με πλησιάσει.

η οικοδέσποινα μας όμως, ως καλό και εύπιστο παιδάκι, το οποίο δε φανταζόταν τι μέλλει γενέσθαι, την πάτησε.
πλησίασε με αέρινο βήμα και (χο χο χο) κάθησε στην καρέκλα που της είχε ετοιμάσει η Κυρία..

συνεχίζεται και (ευτυχώς) τελειώνει.



μόλις η φίλη μας κάθησε, οι υπόλοιπες σταματήσαμε να κουβεντιάζουμε και ετοιμαστήκαμε να θαυμάσουμε την αναζωογόνηση του προσώπου της.
η Κυρία, την έβαλε να καθήσει όπως καθόμαστε στον οδοντίατρο, με τη διαφορά πως αφού δεν υπήρχε φυσικά το μαξιλαράκι της καρέκλας του οδοντιάτρου που ακουμπάμε το κεφάλι μας, η καημένη η Μαίρη, το κρατούσε στον αέρα.
"βολεύτηκες γλυκειά μου;" 
τι να πει η Μαίρη;
"μια χαρά είμαι, συνεχίστε"
στον καναπέ, εγώ στοιχημάτιζα με τη Δήμητρα, για το πόσο ακόμα θα μπορούσε να κρατήσει το κεφάλι της έτσι.

η Κυρία πήρε ένα βαμβάκι κι άρχισε να σκουπίζει το πρόσωπό της Μαίρης, εξηγώντας μας με ήρεμη φωνή τι ακριβώς έκανε.
"καθαρίζουμε με γαλάκτωμα για "ευαίσθητο δέρμα". αυτό περιέχει ιαματικό νερό, το οποίο προέρχεται από τις φημισμένες πηγές του Ελβετοποτάμου, που στις όχθες του παίζουν χαρωπά τα Ελβετοπαίδια και που κανένας δεν πετάει κουτάκια μπύρας στο νερό, ούτε φτύνει, ούτε κατουράει, και που έρχεται από κει απευθείας για σας κυρίες μου!"

και με το "για σας κυρίες μου" σκούπισε το πρόσωπο της Μαίρης και μας κοίταξε μ' ενα αστραποβόλο χαμόγελο.
σε μένα σούφρωσε τα φρύδια της, αλλά δεν το έκανα θέμα. πήρα μια χούφτα πατατάκια και μπουκώθηκα.

έπειτα, άνοιξε ένα βαζάκι με μια φωσφοριζέ πράσινη κρέμα. 
"αυτή, είναι η μαγική μάσκα μας. έχει την ιδιότητα να απορροφά όλα τα τοξικά στοιχεία που κρύβονται κάτω από την επιδερμίδα σας. είναι οργανική!!"

έχετε δει αυτή την παλιά ταινία, τη Μάζα; ίδια με τη Μάζα ήταν η μαγική μάσκα της.
έντρομη την είδα να την απλώνει στο πρόσωπο της φίλης μου. η οποία φίλη μου είχε αρχίσει να πιάνεται τόση ώρα με το κεφάλι στον αέρα και το υπόλοιπο σώμα ημιξαπλωτό στην καρέκλα.

άλλαζε λίγο λίγο θέση, μέχρι που της ήρθε ορθά κοφτά η παρατήρηση "μη κουνιέσαι γλυκειά μου" και ακινητοποιήθηκε ξανά.
εν τω μεταξύ η μάσκα είχε πετρώσει στο πρόσωπο της κι όσο πέτρωνε, τόσο η Κυρία χαμογελώντας και δείχνοντας με το δάχτυλο διάφορα σημεία, μια στα ρουθούνια, μια στο μέτωπο, μια στο σαγόνι, μας εξηγούσε πως μιλιούνια ακαθαρσιών κρύβονται από κάτω!

είχα σκύψει μπροστά με αμέριστο ενδιαφέρον και περίμενα το ζωύφιο να βγει από τους πόρους της Μαίρης, όταν η Κυρία με κατακεραύνωσε σμίγοντας τα φραύδια της και έγειρα πάλι πίσω στον καναπέ, ξαναπαίρνοντας μια χούφτα πατατάκια, ενώ η Δήμητρα με σκουντούσε:
"έλα το ρευστό, έχασες το στοίχημα."
"καλά βρε αναίσθητη, δε ντρέπεσαι λιγάκι; η άλλη να υποφέρει και συ το νου σου στα λεφτά;"
"έλα δωσ' μου το στοίχημα και θα ντραπώ μετά!"


η Μαίρη μπροστά μας είχε βγάλει τη μάσκα και τώρα η Κυρία της έκανε μασάζ με μια κρέμα φυσιολογικού χρώματος, εξηγώντας μας ταυτόχρονα, ποσο ευεργετικό αποτέλεσμα έχει το μασάζ στη μούρη! "Κυνηγό της ρυτίδας και της χαλάρωσης" το ονόμαζε.
κάπως ποιητικό ομολογώ..
τόσο, που όταν βάζετε την κρέμα και σας πάρουν τηλέφωνο αντί να πείτε, "μισό λεπτό, έρχομαι" μπορείτε να εντυπωσιάσετε ως εξής "περίμενε λιγάκι, έχω τον Κυνηγό στο πρόσωπό μου!".

μετά την κρέμα, ήρθε η σειρά του μακιγιάζ. όλες πληροφορηθήκαμε πως τα χρώματα που ταιριάζουν στη Μαίρη είναι τα "κοραλένια" γιατί είναι "άτονη" (ναι, ναι έτσι το 'πε: άτονη) και τα μπεζ "τη σκοτώνουν".
της άπλωσε λοιπόν πορτοκαλοκόκκινα χρώματα παντού (μόνο η μάσκαρα ειχε φυσιολογικό μαύρο χρώμα) κι η Μαίρη μας ήταν έτοιμη πια είτε για τον χορό της βροχής, είτε για τον χορό του πολέμου. εναλλακτικά θα μπορούσε να πιάσει δουλειά και στο τομαχώκ στην πλατεία.

και παραπονιόμουν εγώ για την όψη του βρυκόλακα..

και ήρθε φυσικά και η σειρά των μαλλιών. η Κυρία αποφάσισε να τα χτενίσει στα γρήγορα, για να "δείξει το μακιγιάζ".
αφού πήρε τη βούρτσα, αφού δυσανασχέτησε (τσ τσ τσ, μάσκα δε βάζεις ποτέ γλυκειά μου; είναι τόσο αφυδατωμένα!) κατέληξε σ' ένα στύλ δεκαετίας 80, τύπου χαίτης μ' όρθιες φράντζες μπροστά, να δείχνουν σαν φλόγες πάνω από το μέτωπο.

οι υπόλοιπες αποφεύγαμε να κοιταχτούμε στα μάτια, γιατί μία να έκανε την αρχή, όλες θα κυλιόμασταν στο πάτωμα. αλλά, πως να το κάνουμε, μια εύθυμη διάθεση, είχε διαρρεύσει στην ατμόσφαιρα.
η Μαίρη σηκώθηκε από την καρέκλα και ψιλοτρίκλισε λόγω ακινησίας και πιασίματος. κούνησε το κεφάλι της δεξιά κι αριστερά να το ζυγοσταθμίσει.

έπειτα η Κυρία την έπιασε από το χέρι και την οδήγησε στον μεγάλο καθρέφτη του χωλ.
η Μαίρη κοιτάχτηκε για λίγο.

θες που ήταν λίγο ζαλισμένη, θες που ο καθρέφτης που σκέπαζε την μία πλευρά του χωλ ήταν καινούριος και δεν είχε συνηθίσει να καθρεφτίζεται, θες να ήταν το ινδιάνικο πρόσωπο της, πάντως, άπλωσε το χέρι και είπε:"καλησπέρα σας. τώρα ήρθατε;"


φυσικά η Μαίρη έχει γίνει μύθος από τότε.
η Κυρία, μια ώρα μετά ακόμα εκεί βρισκόταν, προσπαθώντας να μας πείσει να αγοράσουμε τα καλλυντικά. τα οποία ήταν πανάκριβα.
καμμιά δεν αγόρασε, εκτός από τη Μαίρη, που ντράπηκε κι ένιωθε κι υποχρεωμένη στην Κυρία τόσο για την κούρα όσο και για το μακιγιαζ που της έκανε.


εγώ, το στοίχημα δεν το πλήρωσα. η γαϊδούρα η Δήμητρα μ' είχε μαυρίσει στη τσιμπιά "δώσε" και "δώσε". και με κάθε τσιμπιά και σκουντιά χαχάνιζε η γελοία, που πεταγόμουν μέχρι εκεί πάνω!


αλλά τα λαμπράκια της Κυρίας, ευχαρίστως θα τα αγόραζα. η Ραφαηλία σίγουρα θα ξετρελαινόταν.
μόνο που φοβόμουν να τη ρωτήσω αν τα πουλούσε..