Ανοιξη


στο δρόμο με τη Ραφαηλία.
περπατάμε, μιλάμε -εγώ μιλάω δηλαδή, αυτή κουνάει το κεφάλι τάχα ότι μ' ακούει. ηλίου φαεινότερον πως ως συνήθως είναι στον πλανήτη της, ιδιόκτητον και απαγορευμένο σε μας τους κοινούς θνητούς.

"κι έτσι αν προλάβω, λέω απόψε να βάψω τα μαλλιά μου"
"ναι μαμά"
"ή να τ' αφήσω δυο τρεις μέρες ακόμα; αναρωτιέμαι.."
"μμμ.."
"αντέχουν; για δες, έχει βγει η ρίζα;"
"όχι μαμά"
"τι όχι βρε; αφού ούτε που κοίταξες! αμέσως "όχι!"
"κοίταξα, πως δεν κοίταξα!"
"θαρρείς πως δεν καταλαβαίνω πότε με δουλεύεις; πότε πρόλαβες να δεις, μου λες; αμέσως "όχι μαμά!"
"έχω καλό μάτι"
"κι εγώ έχω καλό χέρι! σα δε ντρέπεσαι! αναίσθητη! αχχ που είναι το Ελενάκι.. πως με πρόσεχε το παιδί μου, πως με πρόσεχε! σ' αντίθεση με σένα που μ' έχεις γραμμένη στα παλιά σου τα παπούτσια!"
"κι εγώ σε προσέχω μαμά"
"ναι αμέ, πως! το Ελενάκι δεν το ρωτούσα ποτέ! από μόνη της ερχόταν και μου έλεγε "μαμά, θέλουν βάψιμο τα μαλλιά σου!"
"καλά, κι εγώ σου λέω πως δε θέλουν!"
"μου έλεγε το παιδί μου: μαμά, πρέπει να αποτριχώσεις το μουστάκι σου!
εσύ μ' αφήνεις και κυκλοφορώ σαν το δεκαπενταετή πλοίαρχο του Ιουλίου Βερν"
"για να δω!"

σταματάμε επί τόπου και με εξετάζει προσεκτικά.

"μια χαρά είσαι!"
"δεν έχω μουστάκι;"
"καθόλου!"
"μούσι;"

γελάει μ' αυτό το γέλιο το ξεχωριστό.

"όχι μαμά!"

"άντε πάμε!"

την πιάνω αγκαζέ και περπατάμε γοργά.

"και να ξέρεις, πως τώρα πια, μόνο εσένα έχω να με προσέχεις!"
"...."
"μ' ακούς βρε;"
"ναι μαμά!"
......................................................

άνοιξη.
είναι να μη προτιμάς τον δικό σου πλανήτη απ' το δικό μας, τον μίζερο;

ειδικά αν σε λένε Ραφαηλία και η καρδούλα σου χαμογελάει στο παραμικρό;