Διάλογοι


με τη Μαρία (ογδοντάχρονη κουμπάρα)

"κάθησε λίγο βρε παιδί, πας κι έρχεσαι συνέχεια!"
"άσε με Μαρία, άσε με! είμαι μέσα στο άγχος"
"πάλι άγχος; γιατί; τι έγινε πάλι;"
"αύριο θα κάνω γενικές εξετάσεις. αυτές που κάνω κάθε χρόνο"
"ε και; μια χαρά θα βγούνε! τίποτα δεν έχεις"
"ναι, καλά.."
"άκου που σου λέω!"
"πάντως το άγχος θα με πεθάνει!"
"ε, πιες ένα άζαξ!!"
"τι να μου κάνει το άζαξ.. λέω να προτιμήσω ένα tide.."

(όπου "άζαξ" βλέπε "ζάναξ")
.................................................

με τη Ραφαηλία

"γύρισες κιόλας αγάπη μου;"
"ναι μαμά"
"πήγατε τελικά στην Ακρόπολη;"
"ναι μαμά"
"πως περάσατε;"
"πολύ ωραία. πάω μέσα τώρα, ε;"
"κάτσε καλέ να μου πεις! τι σου άρεσε πιο πολύ;"
"η ζωφόρος. να πάω τώρα;"
"κάτσε καλέ λιγάκι! τι άλλο κάνατε;"
"τίποτα. πήραμε ένα χάρτη, πήγαμε στο μουσείο, είδαμε τ' αρχαία, είδαμε τη ζωφόρο και με φωτογράφισαν κάτι Κινέζοι!"
...................................................

με τον Χρόνη και τη Μαρία στο αυτοκίνητο

γκρινιάζω:
"όλους τους αφήνεις να περνάνε! τ' ειν' αυτό πια με σένα;;"
"....."
"θες να κάνεις τον καλό; ε; εε;; εεε;;;"
"....."
"ορίστε! να περιμένουμε τώρα δυο ώρες ν' ανάψει το φανάρι!"

πετάγεται η Μαρία από το πίσω κάθισμα:
"όταν γυρίσουμε Χρόνη, θα σου φέρω ρόδια. ωραία ρόδια! μου τα 'φερε μια κοπέλα"

μισογυρίζω
"δε μου λες Μαρία, πόσο είναι αυτή η "κοπέλα;"
"νέα! καμμιά εξηνταπενταριά χρονώ δε θα 'ναι;"

"εεε άμα είναι τόσο λίγο χρονώ..
τι γελάς εσύ;; κι άλλον άφησες να περάσει;"
.......................................................

με τη Νέλλυ στο κρεββάτι

"πως κοιμάσαι έτσι; τις κλειστές σου έχεις;"
"γρρρρρ"
"α, καλά. είδα το κεφάλι σου έτσι στη μαξιλάρα κι ανησύχησα"
"γρρρρρ"
"κοιμήσου. πάω να βάλω καφέ"
"γρρρρρ"
"καλά. γρρρρ κι εγώ.."
..........................................................

με το ράδιο αγκαλιά

έτσι οι μέρες περνούν,
τα χρόνια κυλάνε στους ίδιους ρυθμούς.
όλα πια μεταφράζονται σε αριθμούς
μα κάπου κρύβεται η αγάπη και εσύ την ακούς..

Η φωτογραφία


"μαμά; έλα να βγάλουμε μια φωτογραφία!"
"προλαβαίνουμε;"
"ουουουου"

μ' αγκάλιασε και τσαφ!
φτιάξαμε κιόλας την ανάμνηση: λίγα λεπτά πριν τη βόλτα, οι δυο μας.

"μου ρίχνει ένα κεφάλι αυτό το παιδί" μουρμούρισα βλέποντας μας
"χτες ακόμα, την έπαιρνα αγκαλιά και την κοίμιζα..
πότε πρόλαβε και μεγάλωσε;"



άλλες αναμνήσεις όμως εκείνες
παλιές.

"ελάτε, αργείτε;" ακούστηκε ο Χρόνης
"ερχόμαστε" φώναξε το Ραφάκι
μου 'δωσε ένα φιλί
και

φύγαμε!

Το λουλούδι


ανηφόριζα το δρόμο το μεσημέρι
με τ' ακουστικά και τα δόντια -άθελα μου- σφιγμένα.

ανηφόριζα
και άκουγα τους Αctive και τον Bob
Παγκράτι -κοιμητήριο
μακρύς ο δρόμος
ταχύ το βήμα
βαθιά πολύ ακόμα η απουσία.

"έλα ρε ήρθα" ψιθύρισα φτάνοντας
και κει
στην τελευταία κατοικία
ένα λουλούδι είχε φυτρώσει πάνω στον τάφο.

κάθισα στο λιτό μάρμαρο μιλώντας του 
καθώς άναβα το καντήλι·
δεν παραπονιόμουν
προσπαθούσα μόνο να μη κλάψω.

όταν σηκώθηκα και τον αποχαιρέτησα
είχα έντονη την ευλογημένη αίσθηση 
πως θα ξαναβρεθούμε.

φόρεσα τα ακουστικά και κατηφόρισα αργά.
στο δρόμο σιγοτραγουδούσα με τους Active:
ρε, δε με νοιάζει από που `ρθες σου λέω
κι εμείς εδώ είμαστε περαστικοί
στον ουρανό ν’ ανεβώ και να τα λέω
πάω στοίχημα πως θα `σαι και εκεί


και ναι, θα είσαι εκεί
και ναι, θα βρεθούμε ξανά.

τ' ακους ρε;
ξανά..

Νυχτώνει νωρίς


σιγά σιγά μεγάλωσα οι φίλοι μου χαθήκανε
άλλοι έγιναν γονείς κι άλλοι ψηλά αναπαυθήκανε
κάποιοι μάθανε για μένα, κάποιοι σίγουρα χαρήκανε
κάποιοι έφυγαν σε μέρη που δεν είχαν γυρισμό
μα είμαι εδώ
στα γήπεδα και στο δημοτικό..


τον τελευταίο καιρό στο ριπίτ.
στο mp3
στον υπολογιστή
στη βόλτα
στις δουλειές
στις αίθουσες αναμονής
στο δρόμο.

κάθε μέρα φορώ τη μπλούζα που ζήτησα απ' την Αγγελική να μου φτιάξει: snowpiercer -ουσιαστικά John Hurt  "εγώ είμαι πια σκιά της δικής μου σκιάς"
κι είναι σα να μ' αγκαλιάζει ένας φίλος παλιός.

"ρε  μαμά!" με μαλλώνει το Ραφάκι όταν με βλέπει λυπημένη
και δες! μεγαλώνει κι αλλάζουμε για λίγο ρόλους.

"μ' αυτό το "μάλλωμα" γίνεται ελαφρύτερη η απουσία του"
λέω στον Χρόνη
και όπως πάντα δεν χρειάζεται να του εξηγήσω: καταλαβαίνει.

φθινόπωρο πια.
στην Αίγινα νυχτώνει.
θα κάνει ψύχρα
κουκουνάρια και πευκοβελόνες θα πέφτουν στη βεράντα
η φωνή της κουκουβάγιας θ' ακούγεται μέχρι ψηλά
κι εγώ θα θυμάμαι εκείνη τη φωτογραφία που τράβηξα, ένα ζεστό απόγευμα του Αυγούστου
-νοσταλγία.

διαβάζω ώρες
βλέπω ταινίες παλιές όπως πάντα
-οκτώβρης.
το snowpiercer ταξιδεύει πια χωρίς εμένα
κατέβηκα διστακτικά δύο αιώνες πριν:
το Ραφάκι με μαλλώνει "μαμά!"
ο Χρόνης καταλαβαίνει

κι αυτοί είναι λόγοι να χαμογελάει κάποιος
αληθινά
ακόμα κι αν στην Αίγινα ή στην Αθήνα
νυχτώνει νωρίς..