Ο σελιδοδείκτης


όσο περνάν τα χρόνια, τόσο περισσότερο δένομαι με αντικείμενα του παρελθόντος.
πριν λίγες μέρες ψάχνοντας σε -σχεδόν- σφραγισμένα κουτιά, βρήκα τον κάποτε αγαπημένο σελιδοδείκτη μου.
τον έβγαλα από το κουτί και τον κοιτούσα χαμογελαστή 
λες κι έβλεπα παλιό φίλο.

δεν ήταν παρά ένας μικρός, διπλός μαγνήτης που "έκλεινε" στη σελίδα του βιβλίου, για μένα όμως, ήταν η κάψουλα του χρόνου που με μετέφερε σε μια άλλη εποχή: μακρινή και ξένοιαστη.

"γεια σου και σένα" ψιθύρισα και τον έφερα στο παρόν.

εκείνη τη μέρα περισσότερο κοίταζα εκείνον παρά το βιβλίο μου.
ίσως ο Άρχοντας να είχε παράπονο

ο σελιδοδείκτης όμως, όχι..

Ανοιξη


περπατάω, μουρμουράω, τραγουδάω
μιλώ με κόσμο κι είμαι τόσο ευγενική όπως κινούμαι στα όρια της καθαρεύουσας
που λες και το κάνω για πλάκα.
τις περισσότερες φορές όμως, φοράω τ' ακουστικά και γνέφω "καλημέρα" "καλησπέρα" "καληνύχτα".

στο σπίτι ξημεροβραδιάζομαι με τον Αρχοντα του Τόλκιν.
μερικές φορές θυμάμαι πως είναι Ανοιξη και χαμογελάω.
"ωραία έκπληξη" μονολογώ
και συλλογίζομαι πόσο γρήγορα περνάει ο καιρός..

"αίσχος!" ξεσπάθωσε χτες το Ραφάκι, βγαίνοντας απ' το δωμάτιο της με φούρια
"αίσχος! έχω τόσο άγχος να μάθω ποιος θα πεθάνει..
περισσότερο κι από το αν θα περάσω στις πανελλήνιες"

δεδομένου ότι οι πανελλήνιες αργούν ακόμα, δεν έδωσα σημασία.
το άγχος της Ραφαηλίας πάντως αφορούσε το φινάλε του walking dead.

"ακόμα έχω στο νου μου ένα κομμάτι του εαυτού μου
ανέμελο να γυρνάει.."
το έβαλα ξανά στο κινητό, να χτυπάει, να χαμογελάω.

αυτές τις μέρες έχει ήλιο
φως που αργεί να φύγει: εφτά το βράδυ κι ακόμα είναι απόγευμα.

τα πρωινά παίρνω τον Αρχοντα, καφέ και πηγαίνω στο παράθυρο.
στην πολυθρόνα κάθεται η Νέλλη.

τη σπρώχνω, ανοίγω το βιβλίο
αλλά ο νους μου πετάει.

"όταν έρχονται τα σύννεφα" σκέφτομαι και σηκώνω το βλέμμα στον ουρανό

έχει ζέστη
έχει ήλιο
σκέφτομαι πως ο χειμώνας έχει φύγει πια.

"άνοιξη φίλε μου" μονολογώ
και συλλογίζομαι πόσο γρήγορα περνάει ο καιρός..