Μουρ μουρ η μουρμούρα


έφυγε ο Μιχάλης Κακογιάννης και "μας περιμένει στο αιώνιο θέατρο" είπε εμφανώς συγκινημένη η Ειρήνη Παππά.
"να είμαι υποχρεωμένη στην αιωνιότητα να βλέπω Κακογιάννη.." μονολόγησα εμφανώς θορυβημένη κι έπειτα με αποδοκίμασα "εσένα ειδικά, η κουλτούρα σου είναι μόνο για τους Sopranos και το μπαρμπέρικο του Tim Story. ούτε που θα καταδεχόταν να σ' έχει θεατή ο Μιχάλης Κακογιάννης!"
και πολύ καλά θα έκανε -ομολογώ εκ βαθέων.

αυτή τη βδομάδα, μουρμουράω.
μουρμουράω μόνη μου, μουρμουράω με ακροατήριο, στον ύπνο μου ή ξύπνια.
πολλές φορές γίνομαι ενοχλητική στους άλλους

-είπα "μαλάκα" τον Μπομπ τον Σφουγγαράκη και η Ραφαηλία με κοίταζε πληγωμένη για ένα ολόκληρο λεπτό.
μετά ρώτησε με πίκρα "γιατί είπες "μαλάκα" τον Μπομπ; δεν σου αρέσει;"
την αγριοκοίταξα "μη λες κακές κουβέντες!"
"εσύ είπες πρώτη"
"εγώ μπορώ να λέω ό,τι θέλω!"
"επειδή έχεις ζάχαρο;"
"επειδή είμαι μεγάλη!"
"η Ελένη μπορεί να λέει ό,τι θέλει;"
"οπωσδήποτε όχι!"
"γιατί μου είπε "συγύριζα μια ώρα κι έκανες το δωμάτιο μπουρδέλο!"
"τι είπε;;"
"συγύριζα.."
"σιωπή! δεν έπρεπε να πει τέτοια κουβέντα! και μου αρέσει ο Μπομπ. απλά σήμερα έχω εκνευρισμό. δεν εννοούσα τίποτα"
"επειδή έχεις ζάχαρο;"
"ναι βρε, επειδή έχω ζάχαρο!"
"καλά τότε.."-

άλλες φορές, ούτε που με παίρνουν είδηση

"δεκαπέντε φαγητά τη μέρα! ούτε ταβέρνα να ήμασταν! άλλο εσύ, άλλο το Ραφάκι, άλλο εγώ. όλο το πρωινό στην κουζίνα! και μετά να πλένω και τα πιάτα. και τις κατσαρόλες. να μη τρώτε σε πιάτα. να πάρουμε μιας χρήσεως. να πάρουμε και ποτήρια μιας χρήσεως. και σεντόνια. και πετσέτες. τσακ - τσουκ! όχι όλη μέρα δουλειές! διακοπές σου λέει ο άλλος.."
"είπες τίποτα;"
"όχι!"

εξομολογούμαι τον καημό μου στον ανεμιστήρα

"κι αυτό το Ελενάκι πια.. λες και ζει στην Αμερική! εξαφανισμένο.. άντε να ρθει να τη δούμε και λιγάκι. σε λίγο θα ξεχάσουμε πως είναι το σκουλαρίκι στη μύτη της.."

μοιράζομαι με τη λάμπα, τα νεύρα μου για την κότα με τα δέκα κοτοπουλάκια που μας επισκέπτεται καθημερινά

η κότα αυτή καθαυτή δεν με ενοχλεί. ούτε τα κοτοπουλάκια -την υπόλοιπη μέρα τουλάχιστον.
όμως τα ρημαδιασμένα έρχονται στις έξι το πρωί, κάθε πρωί, και τσιρίζουν έξω ακριβώς από το παράθυρο μου. και τα δέκα!
την πρώτη φορά, είδα στον ύπνο μου τον Τweety σε κλουβί να κελαηδάει λυσσασμένα και πετάχτηκα ξαφνιασμένη.
τη δεύτερη, είχα σηκωθεί και τα περίμενα..

μουρμουράω στους άλλους, μουρμουράω μόνη μου, μουρμουράω στις καρακάξες στα πεύκα και στην πυγολαμπίδα στη βεράντα, στον Χρόνη και στο Ραφάκι, μουρμουράω στο τηλέφωνο, στον ύπνο και στον ξύπνιο μου

όμως, όταν τ' απογεύματα το Ραφάκι κατεβαίνει την κατηφόρα βολίδα, έτοιμο ν' απογειωθεί θαρρείς
όταν ακούω τον χαρακτηριστικό ήχο της βέσπας πριν ακόμα δω τον Χρόνη
όταν χτυπάει το τηλέφωνο με το ringtone που έχω βάλει για την Ελένη "τηλεφώνησε μου"
όταν περνώ δίπλα απ' τη λεμονιά και βλέπω τα πράσινα φύλλα της
όταν βλέπω τα κλειστά παράθυρα της φίλης μου, που σε λίγες μέρες θα ανοίξουν ξανά
όταν ένας τζίτζικας χάνει το δρόμο του και σκουντουφλάει στον ώμο μου
όταν πηγαίνει η ώρα δέκα και βλέπει το Ραφάκι τον Μπομπ τον Σφουγγαράκη
-και μόλο που έχει σκοτεινιάσει από ώρα, ο ουρανός δεν είναι ποτέ ολόμαυρος-
τότε ξέρω, πως αυτές οι μέρες, θα είναι από κείνες που θα νοσταλγώ ολόψυχα τα Χριστούγεννα.

όπως ακριβώς ήταν κι οι περσυνές
όπως ακριβώς θα ήθελα να είναι όλα τα καλοκαίρια της ζωής μας..

Η απορία

ζέστη.
σηκώνω το μπουκάλι του νερού που έχει κατρακυλήσει στο πάτωμα κάτω από το κρεββάτι της Ραφαηλίας,
μαζεύω τον φορτιστή του nintendo -ο μισός στο τραπεζάκι ο άλλος μισός κάτω από το τραπεζάκι-
τις σαγιονάρες -μια εδώ και η άλλη στον Αρη-
το βιβλίο της,
τακτοποιώ τα μαξιλάρια και τα σκεπάσματα
και ταυτόχρονα μουρμουράω για το χάος που έχει το ταλέντο να δημιουργεί σε δέκα μόλις λεπτά.

μετά, αποκαρδιωμένη, πέφτω στο κρεββάτι της και κάνω ότι λιποθυμώ.

εκείνη έρχεται τρέχοντας, πηδάει στο κρεββάτι, σκύβει πάνω μου, μου διώχνει τα μαλλιά από το μέτωπο και ρωτάει μ' ενδιαφέρον :

"τα 'φτυσες;"
.....................

Διακοπές (και ένα υστερόγραφο)

i'll have a Blue Christmas without you
i'll be so blue just thinking about you
στα μέσα Ιουλίου.
τα πεύκα δίπλα μας έφευγαν κι έδιναν τη θέση τους σ' άλλα πεύκα, τα παράθυρα του αυτοκινήτου ανοιχτά να μπαίνει μέσα ο αέρας ο ζεστός, το Ραφάκι με μπλε γυαλιά στο πίσω κάθισμα, ο Χρόνης δίπλα να χτυπάει τα δάχτυλα στο ρυθμό του τραγουδιού -νοσταλγία ίσως για κάτι που θα 'ρθει-

διακοπές.

διακοπές σημαίνει το Ραφάκι να βάζει τον Χρόνη με το ζόρι να παίζουν μπάλα μέσα στη θάλασσα
διακοπές σημαίνει ζεστό πράσινο τσάι σε μεγάλα, άσπρα πορσελάνινα φλυτζάνια
διακοπές σημαίνει ν' ακούς τα μεσημέρια τα κουκουνάρια να τρίζουν κρακ-κρακ καθώς ανοίγουν απ' τη ζέστη
διακοπές σημαίνει να γράφεις και να 'ναι στο μισό μέτρο ο ανεμιστήρας και στα πέντε τα τζιτζίκια
διακοπές σημαίνει να νοσταλγείς αυτά που ήδη ζεις.

"μαμάαα!!"
σήκωσα το κεφάλι, πάτησα το pause και άφησα τον Tony Soprano να περιμένει στο netbook. κοίταξα το Ραφάκι πάνω απ' τα γυαλιά μου
"τι συμβαίνει;"
"ο μπαμπάς με είπε "χάφιε!"
"πως σε είπε;"
"χάφιε!!"

διακοπές.

πέρσυ ήταν ο John Woo
φέτος είναι ο Spike Lee και οι Sopranos
και πέρσυ και φέτος είναι -σχεδόν- τα ίδια τραγούδια στο mp3
και πέρσυ και φέτος διακοπές.

αγόρασα το Dune και τον Θόλο.
τον Αύγουστο όμως θα διαβάσω ξανά Dickens -οι μεγάλες αγάπες δεν ξεπερνιούνται ποτέ
και θα εξηγήσω στο Ραφάκι τι σημαίνει "χάφιες".

η μισή μου καρδιά είναι εδώ κι η άλλη μισή στην Αθήνα: στο άλλο μου μωρό, το μεγάλο.
η Ελένη δουλεύει, βγαίνει τα βράδυα, με παίρνει τηλέφωνο βιαστικά "μαμά, σ' αγαπάω" ή "μου λείπετε" ή "τι κάνει το ζωάδι;"

το "ζωάδι" έχει βρει τρελλή παρέα στο διπλανό σπίτι κι εξαφανίζεται από τ' απόγευμα μέχρι αργά το βράδυ.
την ακούμε που γελάει, την ακούμε που τρέχει παίζοντας κρυφτό, την ακούμε που τραγουδάει "κορίτσιαααα, να σας πωωω"
και γελάει και τρέχει και τραγουδάει κι η δική μας καρδιά μαζί της.

η Ελένη θα έρθει για μια βδομάδα, όταν πάρει την άδεια της.
τον Αύγουστο πια.
"και τ' είναι ο Αύγουστος; μια ανάσα δρόμος" μονολογώ για να παρηγοριέμαι καθώς πλένω τα πιάτα στην κουζίνα "προτού καλά καλά το καταλάβουμε, θα 'ναι εδώ!"

ακόμα όμως έχουμε Ιούλιο.
το αυτοκίνητο τρέχει με τα παράθυρα ανοιχτά ενώ ακούγεται το Blue Christmas
το Ραφάκι κάθεται στο πίσω κάθισμα με μπλέ γυαλιά κι ο Χρόνης οδηγεί χτυπώντας ρυθμικά  τα δάχτυλα στο τιμόνι
τα πεύκα φεύγουν γρήγορα και δίνουν τη σειρά τους σ' άλλα πεύκα κι αυτά σ' άλλα και σ' άλλα κι είναι μια στιγμή μετέωρη στον χρόνο, που ξέρω, πως μέσα στην καρδιά μου θα συνεχίζεται για πάντα.

διακοπές..

υγ
να θυμηθώ να δω ξανά, τη μέρα της μαρμότας.