Τα Χαρτομάντηλα



κορίτσιαα, περιμένετε!!
Ελένη: τι είναι;
χαρτομάντηλα σας έβαλα;
Ελένη: ναι βρε μαμά! σταμάτα πια μ' αυτά τα χαρτομάντηλα.
Ραφαηλία: μας έβαλες, ναιιιι, γεια σου, γεια, ώρα καλήηηη..
άντε βρε καραγκιόζη, που θα με κοροϊδέψεις κιόλας!
θέλω να τρέχει η μύτη σου και να μην έχεις χαρτί, να σε δω τότε τι θα κάνεις..
Ραφαηλία: θα ζητήσω απ' τη Δήμητρα.
τα χαρτομάντηλα δεν πρέπει να λείπουν ποτέ από την τσέπη σας!!
Ελένη: γιατί δεν υπάρχει καντίνα στο σχολείο να αγοράσουμε..
στο σχολείο σας δεν υπάρχει πια ούτε θρανίο να καθήσετε, καντίνα θα υπάρχει;
Ραφαηλια: εμείς έχουμε καντίνα.
εσείς δεν κάνατε κατάληψη.
Ελένη: αργήσαμε, πάμε Ραφαηλία!
φιλί καλέ!!
Ελένη: xx
Ραφαηλία: xx
Eγ: και να προσέχετε, ε;

μπαίνουν στο ασανσέρ

παιδιάαα!
Ελένη: έλα;!
χαρτομάντηλα σας έβαλα;

..τ' όνειρο μου


αν θυμηθείς τ' όνειρό μου
σε περιμένω να 'ρθεις
μ' ένα τραγούδι του δρόμου να ρθεις όνειρό μου
το καλοκαίρι που λάμπει τ' αστέρι
με φως να ντυθείς


σάμος, πυθαγόρειο, άνοιξη του '87.

πνιγηρά όλα κι οι διανυκτερεύσεις στους φαντάρους, δεν δίνονται εύκολα.
μόνο όταν είσαι παντρεμένος και μένεις στο νησί.

αλλά, το καλό το παληκάρι βρίσκει κι άλλο μονοπάτι: παντρευτήκαμε.

οι δυο μας, κρυφά απ' όλους.

για τις διανυκτερεύσεις.
για να 'μαστε μαζί.
για πάντα.

(κοίτα που το "για πάντα" μερικές φορές κρατάει)

Το ροζ καπέλο

 
-έλα να σε χτενίσω που θα 'ρθουν επισκέψεις.
-δεν πειράζει, να, θα βάλω αυτό το καπέλο.
-μωρό μου, είναι πολύ μεγάλο.


δε φαίνονται ούτε τα μάτια της.
ξανθά μαλλιά μέχρι τον ώμο κι ένα βαμβακερό καπέλο, που της σκεπάζει όλο το κεφαλάκι και πέφτει μέχρι την αρχή της μύτης.

-στάσου να στο σηκώσω

της το φτιάχνω στα γρήγορα: κάνω ένα γείσο, που σηκώνεται ψηλά, στο μέτωπο και φαίνεται όλο το προσωπάκι της.

μεμιάς, τρέχει και κοιτάζεται στον καθρέφτη

-χαχχχχ έτσι είμαι σαν καραβαίος!
-σαν τι;
-σαν καραβαίος!!


(υποθέτω πως εννοεί αυτούς που δουλεύουν στα καράβια)
το κουδούνι χτυπάει, τρέχει ν' ανοίξει.
...................................................

καλό παρασκευατόβραδο λοιπόν

(καραβαίοι και μη).

Β' δημοτικού

"...γιατί είμαστε συναισθηματικά αναλφάβητοι" είπε ο Γιόχαν γέρνοντας προς τη Μαριάνε (κάτω από το διεισδυτικό βλέμμα του λατρεμένου Μπέργκμαν το μακρινό '73).

έτσι θέλω να πιστεύω για τη δασκάλα μας.
πως είναι συναισθηματικά αναλφάβητη.

γιατί είπε στα παιδάκια, πως δεν υπάρχει Αγιος Βασίλης αλλά οι μπαμπάδες τούς φέρνουν τα δώρα.

γιατί είπε στη Ραφαηλία, πως δεν υπάρχει η Νεράιδα του δοντιού αλλά η μαμά παίρνει το δόντι κάτω από το μαξιλάρι και στη θέση του αφήνει ένα δωράκι.

γιατί είπε πως όλα αυτά είναι παραμύθια.

και γιατί τέλος, αν πιστέψω πως δεν πρόκειται περί συναισθηματικού αναλφαβητισμού, αλλά πως πρόκειται για κάτι άλλο, διαφορετικό, θα γυρίσει ξανά την ταινία ο Μπέργκμαν.

με άλλο τίτλο.

με άλλη υπόθεση.

αλλά, από εκεί ακριβώς που βρίσκεται!

Πήρα το γράμμα σου χτες βράδυ

καλό μου,

σήμερα πήγαμε στο καρφουρ της Ανω Γλυφάδας.
έτσι λέγεται η συγκεκριμένη περιοχή.

ο Χρόνης, ενώ το παρκινγκ ήταν τεράστιο σα γήπεδο, πήγε και πάρκαρε δίπλα από το αυτοκίνητο δυο νιόπαντρων, κολλητά, έτσι που δε μπορούσε να μπει μέσα η νιόπαντρη

(καλή τους ώρα των ανθρώπων, γιατί του ειπαν να μην αφήνει το παράθυρο ούτε μια χαραμάδα ανοιχτό, καθότι αν βρέξει θα μπει όλη η βροχή μέσα).

έπειτα κατηφορίσαμε προς το σούπερ μάρκετ.

πήραμε ένα μεγάλο καρότσι, γυρίζαμε στους διαδρόμους και ρίχναμε μέσα ό,τι μας γυάλιζε στο μάτι.

αφού το γεμίσαμε με "τροφήματα" που λέει και το Ραφάκι, ανεβήκαμε στον επάνω όροφο να επιθεωρήσουμε και τα μη "τροφήματα".

είδα ένα ωραίο ψαράδικο τζην, όμως όταν πήγα να το δοκιμάσω, κατάλαβα πως δεν ήταν ψαράδικο, αλλά παιδικό.
δωδεκαετής έχω πάψει να είμαι εδώ και αρκετό καιρό και έτσι το άφησα πίσω στο ράφι και συνέχισα την περιπλάνηση μου.

ούτε σκατολοίδι βρήκα.
προφανώς έχουν πάψει να παράγονται τα σκατολοίδια (είπε ο Χρόνης) λόγω αδιαφορίας του αγοραστικού κοινού.

"και με τι καθαρίζουν οι νοικοκυρές τις λεκάνες τους;" ρώτησα εκνευρισμένη "με το δάχτυλο;"

βρήκαμε όμως ωραίες οικολογικές ντομάτες, μπανάνες, γάλα, αυγά και μήλα.

φιστικς δε βρήκαμε, αλλά πήραμε καλλιμάνης.

τα μαναβικά δεν τα ζυγίσαμε κι έτσι φτάνοντας στο ταμείο, ο Χρόνης άδειασε τα ψώνια κι η ταμίας έστειλε εμένα να ζυγίσω τις μπανάνες και τα μήλα.

με ξαναέστειλε και για τις ντομάτες, διότι ξέχασε να μου τις δώσει την πρώτη φορά.

πληρώσαμε, βγάλαμε κάρτα καρφούρ (και κανονική και σε μοντέλο μπρελόκ) και πήγαμε προς την έξοδο.

όπου ο Χρόνης στην έξοδο ρωτάει τον υπάλληλο, από που μπορεί να πάει στο αυτοκίνητο.

σιωπή.
ο υπάλληλος δεν καταλαβαίνει.
ο Χρόνης τον ξαναρωτάει.
ο υπάλληλος του δείχνει το δρόμο από τον οποίο μπορεί να φύγει με το αυτοκίνητο.
ο Χρόνης του τονίζει πως δεν θέλει να φύγει με το αυτοκίνητο, αλλά θέλει να ανεβεί στο πάρκινγκ όπου αυτό είναι παρκαρισμένο.
και αυτό θέλει να το κάνει με τα ποδαράκια του ( ο απερίσκεπτος!)

εγώ απορώ με όλα αυτά, γιατί μια ανηφόρα μας βγάζει απευθείας στο πάρκινγκ.
κι ο υπάλληλος απορεί, γιατί όλοι από κει ανεβοκατεβαίνουν: και πεζοί και αυτοκίνητα.

ο Χρόνης απορεί με μας που απορούμε, γιατί υπάρχει σαφέστατη ταμπέλα η οποία απαγορεύει την πρόσβαση των πεζών.

τέλος, παρανομούμε και την ανεβαίνουμε κι εμείς: εγώ σπρώχνοντας το καρότσι κι ο Χρόνης μουρμουρίζοντας κάτι ακατάληπτο σχετικά με τους κανονισμούς και τις παραβάσεις τους.

φτάνοντας, τον αφήνω να βάλει τα πράγματα στο πορτ μπαγκαζ και χώνομαι στο αυτοκίνητο κουρασμένη και σφίγγοντας στην αγκαλιά μου ένα σακουλάκι πατατάκια γεύση κέτσαπ.

στο δρόμο δεν είχε κίνηση.
βρήκαμε εύκολα και παρκάραμε.

την επόμενη φορά όμως, θα πάμε στο καρφούρ του Αλίμου.
το προτιμώ τελικά.
έχει και φιστικς για τα παιδιά και πιο άνετο πάρκινγκ, μια χαρά το βρίσκω :)))

αυτά είναι τα νέα της καινούριας μας εβδομάδας.

τα των σχολείων, των καταλήψεων και τα λοιπά, θα στα πω άλλη ώρα.

προς το παρόν
σε φιλώ
και
τα λέμε
ξανά


Μ.

το σήμερα είναι το αύριο που φοβόσουν χτές.

Σάββατο


Σάββατο

των ταινιών

της μουσικής

της αγκαλιάς

του γέλιου

του χαμόγελου

του ψίθυρου

του κύκλου

της κουβέρτας

της κουβέντας

των κοριτσιών

του χορού

του τραγουδιού

της παντομίμας

της μονόπολης

των Simpsons

της καραμέλας

της βροχής


το δικό μας
......

Νοέμβριος


ποιος να μας το 'λεγε
ο ουρανός πως θα 'μενε
ο ίδιος
τα σύννεφα πως πάντα έτσι
λευκά
θα φούσκωναν
σχήματα αλλάζοντας
κι εμείς
μετά από τόσα χρόνια
-ποιος να μας το 'λεγε-
πως θα κρατιόμασταν
ακόμα
από το χέρι

Απολογισμός Σαββατοκύριακου



το σαββατοκύριακο
ήρθε και πέρασε γρήγορα.

πολύ γρήγορα.
όπως πάντα.

τι κάναμε
τι δεν κάναμε
τι θα ήθελα να κάνουμε

σάββατο το πρωί, η Ελένη κι εγώ, συναντήσαμε την una mama και την Γκέλυ.

με την una mama μιλάμε στα blogs σχεδόν από τότε που πρωτοξεκινήσαμε, γνωρίσαμε και την κορούλα τηςλ

με το που την είδα (τη μικρή), ένιωσα τέτοια συμπάθεια, που άπλωσα το χέρι μου και της χάιδεψα τα μαλλιά, χειρονομία, που έκανε την Ελένη να μου πει κοφτά:
"μη της πιάνεις τα μαλλιά, της τα λαδώνεις!"

μετά, είπα χαζεύοντας τον Καλατράβα "καλέ, κοιτάχτε μια ωραία κούνια!"
νομίζοντας ότι αποτελεί εφέ κάποιου λούνα παρκ και η una με ρώτησε:
"τον Καλατράβα λες κούνια;"

ήταν όμορφα.
ακόμα καλύτερα: ήταν άνετα.

δεν υπήρξε αμηχανία, τα κορίτσια μιλούσαν μεταξύ τους κι αντάλασσαν msn,  εμεις πίναμε τον καφέ μας και λέγαμε (σχεδόν) ταυτόχρονα τα νέα μας.

έπειτα τα κορίτσια έφυγαν κι η Ελένη κι εγώ περιδιαβαίναμε στο mall μέχρι να έρθει ο Χρόνης να μας μαζέψει.

την υπόλοιπη τραυματική εμπειρία θα σας την πω στα γρήγορα:

ο Χρόνης ήρθε, πάρκαρε στο γκαράζ και μας περίμενε, εμείς χαθήκαμε στο γκαράζ και τον ψάχναμε σαν τις τρελλές κόρες, για καλη μας τύχη μετά από τρία τέταρτα τον βρήκαμε και μετά μπλοκάραμε την έξοδο με το λάθος εισιτήριο που είχε βγάλει ο Χρόνης, αυτός πήγε να βγάλει καινούριο και μένα μου την έπεσε η Ασφάλεια από το μεγάφωνο, δίνοντας μου κοφτές διαταγές του τύπου " δεν ξέρετε να οδηγείτεεεε; πάρτε το αυτοκίνητο σας από κει, εμποδίζετε την έξοδο" και γώ έτοιμη ήμουν να απολογηθώ στην ασώματη φωνή, πως, ναι, ήθελα να μάθω να οδηγώ στα δεκαοχτώ μου, αλλά η μαμά μου δεν μ' άφηνε γιατί φοβότανε τ' αυτοκίνητα κι έτσι έφτασα στα πενήντα μου να μην ξέρω που ειναι το αμπραγιαζ και κυρίως ΤΙ είναι το αμπραγιάζ.

όμως, στο βάθος του τούνελ φάνηκε ο Χρόνης που ανέβαινε με την ησυχία του την ανηφορίτσα προς την έξοδο κι αφού φώναξα "έρχεται καλέ, έρχεται" μπήκα στ' αυτοκίνητο, έβαλα τη ζώνη και περίμενα να την κάνουμε στα γρήγορα.
στα πολύ γρήγορα.

το Σάββατο μίλησα αρκετά στο τηλέφωνο με αγαπημένη φίλη.
μιλήσαμε και μιλήσαμε και μιλήσαμε και ήμουν ευτυχής, γιατί λόγω ίωσης, μου είχε πολύ λείψει και είχαμε ένα σωρό νέα (και παλιά) να ανταλάξουμε.
στη διάρκεια του τηλεφωνήματος, έβαλα πλυντήριο, ετοίμασα το βραδυνό, τακτοποίησα τα πλυμένα και καθάρισα τον νιπτήρα.

την Κυριακή πήγαμε βόλτα στην παραλία.
μαζέψαμε βοτσαλάκια, αναπνεύσαμε βαθιά τον θαλασσινό αέρα, το Ραφάκι μας βρήκε κι έναν μικρό αστερία που είχε πετάξει η θάλασσσα.
τον πήραμε και τον βάλαμε στο αυτοκίνητο, δίπλα σ' έναν μεγαλύτερο που είχαμε βρει στο ίδιο μέρος.

το Ραφάκι τον τακτοποίησε προσεκτικά και μετά γύρισε και είπε στον Χρόνη:
μπαμπά, κοίτα μη το σανιδώσεις!

έκπληκτοι κοιταχτήκαμε με τον Χρόνη, αυτό το παιδί, που πάει και τις ψωνίζει τέτοιες εκφράσεις αρα γε;
-γιατί αν το σανιδώσεις θα πέσουν οι αστερίες!

και η Κυριακή έκλεισε με την Αμελί.
τραύμα.
μεγάλο.

δε φταίει που η Αμελί είναι αλλόκοτη σαν φάτσα.
δε φταίει που χώνει την περίεργη μύτη της παντού.
δε φταίει που κάνει ανοησίες.

φταίει που είναι τόσο η ίδια όσο και η ταινία απίστευτα σαχλή.
τόσο σαχλή, που δεν μπόρεσα να κοιμηθώ από τα νεύρα.
τόσο σαχλή, που ο γύψινος νάνος που συμπρωταγωνιστούσε έπαιζε καλύτερα από δαύτην.
τόσο σαχλή που δεν είδα το τέλος της ταινίας.
στις δύο έκλεισα το dvd σιχτιρίζοντας.

όμως θυμήθηκα τη συνάντηση μου με τα κορίτσια στο mall, το τηλεφώνημα με την καλή μου φίλη και τους αστερίες της Ραφαηλίας και χαμογέλασα.
ευχαριστημένη.

ήταν τα ζύγια που ισορροπούσαν στον Απολογισμό του Σαββατοκύριακου.

κι έκαναν να βαραίνουν τα καλά, τόσο, που η ασώματη φωνή, η Αμελί κι άλλα δυο - τρία χαζά γύριζαν στην απλή, κανονική τους διάσταση: αυτή του ασημάντου.

καλή βδομάδα να 'χουμε λοιπόν.
και όλοι εσείς οι οδηγοί, είπαμε, ε; Να μη το σανιδώνετε.

αλλιώς, οι αστερίες θα σας πέσουν κάτω.

κι άντε μετά να ψάχνετε, να βρείτε ζύγια..

Οπως όλες οι βραδιές

να τα αποτελέσματα όταν δουλεύω χωρίς τα σωστά εργαλεία!
που είναι το σκατό λοίδι μου; ε; που;;

ο Χρόνης κάνει τον αδιάφορο: άρπαξε κι αυτός ίωση και δεν τον ενδιαφέρει διόλου αν εγώ παιδεύομαι ή όχι.
η Ελένη έχει κατάληψη κι αυτό σημαίνει ύπνος και ατέλειωτα τηλεφωνήματα.
η Ραφαηλία για το μόνο που νοιάζεται είναι τα μαθηματικά στην καθημερινή της ζωή.

(-να σου μετρήσω ανάποδα από το είκοσι, δύο-δύο;
-για πες..
-εικοσι, δεκαοχτώ, δεκάξι .....δύο
-μπράβο μωρό μου!
-τώρα θα σου μετρήσω δύο-δύο μέχρι το πενήντα.
-σε λιγάκι εντάξει;
-δύο, τέσσερα, έξι..
-σε λιγάκι καλε! σφουγγαρίζω, πήγαινε πιο κει!
-δεκατέσσερα, δεκαέξι..
- δεκάξι ξυλιές θα σου ρίξω στον πωπό σου, φύγε λέωωω
-χαχχχχχ δεκαοχτώ, είκοσι..)


και για το πότε θα έρθει η Δήμητρα να παίξουνε

(-κυρία Μαριλένα, να έρθω σπίτι σας σήμερα;
-όχι.
-τέσσερις είναι καλά;
-όχι.
-καλά, θα πω στη μαμά μου, να με φέρει στις τέσσερις
-όχι.
-τα λέμε από κοντά. γεια).


οι γάτες κυνηγιούνται σ' όλο το σπίτι, μετά τις έντεκα το βράδυ, παρασύροντας στο διάβα τους τρελόμπαλες, πλέϊ μομπίλ, Μπάρμπι και ό,τι άλλο μετακινείται, αφήνοντας πισω τους συντρίμια και θυμίζοντας τον ύμνο:

των εχθρών τα φουσάτα περάσαν
σαν τον λίβα που καίει τα σπαρτά


ο Οράτιος πετάει όλο το φαί από το κλουβί του στο κεφάλι της χελώνας.
αυτή ανεβαίνει στο βράχο της και περιμένει να την ταίσουμε.

όταν επιτέλους κατά τη μία αρχίζει το law and order κι έχει όλο το σπίτι ησυχάσει, τα παιδιά κοιμούνται, ο Χρόνης διαβάζει, οι γάτες έχουν κουραστεί να παίζουν, ο Οράτιος έχει χώσει το κεφαλάκι του στη φτερούγα κι η χελώνα έχει κατέβει από το βράχο της μέσα στο νερό, αυτή η ησυχία μου φαίνεται λίγο παράξενη.

χαμηλώνω τη φωνή στην τηλεόραση, μην ακουστεί ο ήχος κι αρχίσουμε ξανά.

(-από το ένα μέχρι το εκατό, δύο-δύο θέλεις;
-όχι!
-δύο, τέσσερα, έξι, οχτώ, δέκα..)


καλή σας νύχτα.

Ο Γενάθλιος Χάρτης

τι σχέση μπορεί να έχει ένα πολιτικός με έναν επιχειρηματία, ένας αστυνομικός με έναν ξεναγό, ένας ψυχίατρος με έναν στρατιωτικό, ένας θεραπευτής με έναν προγραμματιστή;

κανείς δε μπορεί να το βρει;

μα είναι πολύ απλό: ανήκουν όλοι στο ίδιο ζώδιο..
είναι ακόμα πιο απλό: αυτή είναι η λίστα με τα επαγγέλματα που ταιριάζουν στο παιδί σας, αν ανήκει στο ζώδιο του Σκορπιού.

αν όμως είναι Ζυγός, μη τολμήσει και κάνει κάτι άλλο εκτός από: εκτιμητής, τραγουδιστής, μοντέλο, κομμωτής, διακοσμητής ή αισθητικός!!
θα αποτύχει παταγωδώς!!

έτσι εξηγείται γιατί ο Χρόνης ποτέ δεν διορίστηκε ως μαθηματικός.
ως κομμωτής ή αισθητικός, πιστεύω πως θα διέπρεπε.

για τραγουδιστής δεν το συζητώ καθόλου! τραβάει πολύ στη μεγάλη πίστα.
να 'κανε και μια λεύκανση στα δόντια, να 'χει το χαμόγελο της ύαινας και θα 'κοβαν φλέβες για πάρτη του..

όμως, που μυαλό εκείνα τα χρόνια..
άκουγαν για ζώδια και τους έπιανε αυτο το γαργαλητογέλιο, παπαπα!
αφήστε που αντιμετώπιζαν κι αυτούς που τα πίστευαν ως αλαφροίσκιωτους.

κι έτσι ο Χρόνης, αντί να περπατά καμαρωτός καμαρωτός στην πασαρέλα (ένα άλλο εναλλακτικό επάγγελμα που θα του ταίριαζε γάντι) περπατά μέχρι το γραφείο του και χάνεται στον κόσμο της πληροφορικής.

για τα κορίτσια δεν το συζητώ καθόλου.
η μεγάλη προσφέρεται για: οικονομολόγος, κτηματίας, χρηματιστής, εργολάβος, οικοδόμος, τραπεζίτηςκαι η μικρή αντίστοιχα ως: ηθοποιός, χορευτής, διευθυντής, επιχειρηματίας, ελεύθερος επαγγελματίας.

έτσι, οικογενειακώς, βγήκαμε από το άγχος του "τι θα κάνουν τα παιδιά;".
τα φωνάξαμε μια βραδιά, τα καθήσαμε απέναντι μας στο τραπέζι και τους δώσαμε από ένα χαρτί:

-τι ειν' αυτό; ρώτησε η Ελένη
-διαλέξτε. κάποια από αυτή τη δουλειά θα κάνετε όταν μεγαλώσετε.
-εγώ δεν ξέρω να διαβάζω, είπε η Ραφαηλία. τότε πήγαινε ακόμα προνήπιο.
-εμένα δεν μ' αρέσει καμμιά απ' αυτές τις βλακείες! είπε η Ελένη
-σ' αρέσει-δε σ' αρέσει κάποια απ' αυτές θα την κάνεις σίγουρα. το λεει το ζώδιο σου!! την επέπληξα αυστηρά.
-εγώ θέλω να γίνω γιατρός για σκυλάκια και γατάκια (Ραφαηλία)
-λυπάμαι. δεν έχει τέτοιο επάγγελμα η λίστα.
-γιατί παιδί μου είσαι έτσι αντιδραστική; δεν σου αρέσει να γίνεις εργολάβος ή χρηματιστής; ρώτησε ήπια ο πατέρας της.
-εγώ θέλω να γίνω γιατρός για σκυλάκια και γατάκια, ξαναείπε με επιμονή η Ραφαηλία.
-μπρος! γιάτρεψε την αδερφή σου που δε βλέπει το συμφέρον της, την προέτρεψα εγώ.
-η αδερφή μου δεν είναι σκυλάκι ή γατάκι!
-όχι!. είναι μουλάρι με τέτοιο πείσμα που έχει!
-ααα μαμά, για πρόσεξε πως μιλάς! εγώ δε σε προσβάλλω
-και τα μουλάρια θα γιατρεύω, όχι μόνο τα σκυλάκια και τα γατάκια..

κι έτσι συνεχίστηκε ο διάλογος, μέχρι που νύσταξε η Ραφαηλία κι αποκοιμήθηκε στο τραπέζι.

τα παιδιά δεν τα πείσαμε τελικά, αλλά ευελπιστώ πως κάποτε ίσως..
..........................................

υγ
έρχομαι να συμπληρώσω τούτο: επειδή είδα στα (σχεδόν όλα μέχρι τώρα) σχόλια, πως πήρατε στα σοβαρά το κείμενο (βρε, δεν προσέξατε τον τίτλο "γενάθλιος χάρτης";), πως όλα, μα όλα, μα όλα περί ζωδίων τα βρίσκω πραγματικά άθλια.
Μα εντελώς όμως.
Και ακριβώς αυτό είναι που θέλω να τονίσω γράφοντας όσα έγραψα: τη γελοιότητα τους!!

Το σκατό λοίδι

όπως οι περισσότεροι άνθρωποι, έτσι κι εγώ, έχω ένα χόμπι: κάθε Σάββατο απόγευμα πηγαίνω στο σούπερ μάρκετ.

όχι απλά "πηγαίνω στο σούπερ μάρκετ",όχι βέβαια!
το διασκεδάζω!
μ' αρέσει!
τρελλαίνομαι!

πως οι άλλοι πάνε στα μπουζούκια;

αντί λοιπόν κι εγώ να πάω ν' ακούσω την κυρία Ζήνα να μετράει "ένα" και να μας δείχνει προτεταμένο το ένα της δάχτυλο, να εμπεδώσουμε τι είναι ακριβώς το "ένα", προτιμώ να περιπλανιέμαι στους διαδρόμους του Βασιλόπουλου.

αντί να βλέπω κάποιον Κακοφωνίξ να χτυπιέται στην πίστα "ήταν η ζωή μου κόλαση", προτιμώ να χτυπάω προσφορές και ευκαιρίες στα καλάθια του Makro.

διαλέγω ένα μεγάλο, ένα πολύ μεγάλο κατάστημα (συνήθως carrefour ή makro), και ξεκινάμε.

τα τρόφιμα σαφώς δεν με ενδιαφέρουν.
ξεμπερδεύω μαζί τους σύντομα και έπειτα ασχολούμαι με την ουσία της υπόθεσης: παζλ για τα παιδιά, κούπες, κασετίνες, αθλητικές κάλτσες, συσκευές, μακώ μπλουζάκια, μαξιλάρια, παπλώματα και άλλα πολλά.

σπάνια δεν πηγαίνω την καθιερωμένη μου επίσκεψη.
μόνο όταν αρρωσταίνω δηλαδή.
κι αυτό το Σάββατο ήμουν στην ανάρρωση.
κι έμεινα σπίτι.

έφτιαξα όμως μια λίστα στο Χρόνη, να πάει αυτός να ψωνίσει, όχι φυσικά μακριά, αλλά στον Βασιλόπουλο της γειτονιάς μας.
ετοίμασα τη λίστα και την πήγα.

λίγα πράγματα έγραφα κι αυτά ήταν τα εξής:
τυρί τριμμένο
αυγά
γάλα
μπανάνες
πατατούλες
κρεμμυδάκια

ήμουν άρρωστη, όμως σύρθηκα μέχρι το γραφείο του και του έδωσα τον κατάλογο:

-αυτά θέλω.

τον πήρε, τον διάβασε και μου είπε:
-είσαι σίγουρη; μη με ξαναστείλεις αύριο πάλι. λίγα μου φαίνονται.
-σίγουρη, σίγουρη. έχουμε απ' όλα, μας φτάνουν για μια βδομάδα.
-για δες τα καλύτερα.
-εεε, αφου σου λέωωω..α, α, θυμήθηκα: δεν έχουμε το τέτοιο!!
-ποιο είναι το τέτοιο;
-αυτό που καθαρίζουμε το εσωτερικό της λεκάνης. το ανταλλακτικό!! ξέρεις ποιο σου λέω!
-όχι, δεν ξέρω
-και γιατί να ξέρεις; μήπως έχεις καθαρίσει εσύ, ποτέ τη λεκάνη;
-αυτό είναι το θέμα τώρα; αν έχω καθαρίσει τη λεκάνη;
-αυτό το τρίγωνο, το γαλάζιο, το σφουγγαρένιο, που μπαίνει στην άσπρη λαβή και καθαρίζω;
-δεν καταλαβαίνω.
-θα καταλαβεις! κάτσε να στο γράψω

και παίρνω τη λίστα και γράφω "σκατό λοίδι"
-ορίστε!
-τι ειν' αυτό; "σκατολοίδι";δ εν το πιστεύω!! το 'γραψε και δύο λέξεις : σκατό και λοίδι.
-να πας να το ζητήσεις από την υπάλληλο!
-μα τι λες τώρα; είναι ποτέ δυνατόν να πάω στην υπάλληλο και να της πω "που έχετε τα σκατολοίδια;"
-γιατί, ντρέπεσαι;
-δεν είσαι με τα καλά σου!
-πες της το εσύ κι αυτή θα καταλάβει..
-εγώ τέτοιο πράγμα δεν το λέω!τ ι άλλο γράφεις; πατατούλες, κρεμμυδάκια; τι εννοείς; τα θέλεις μικρά;
-κανονικά.
-και γιατί τα γράφεις μικρά;
-χαϊδευτικά..
-θα πάρω ό,τι βρω. θες κάτι άλλο;
-θέλω
-γράφτο!
-γράφτο εσύ. κουράστηκα, δεν έχω και τα γυαλιά μου.

πήρε τη λίστα και το στυλό:

-έλα, λέγε
-παγωτό απ' τη δωδώνη
-άλλο;
-πάρε κι ένα topine.
-άλλο;
-σε ποιο σούπερ μάρκετ θα πας;
-στο Βασιλόπουλο.
-μμμ, το σκατό λοίδι στο είπα;;;


περιττόν να πω, πως τελικά δεν μου το έφερε.
είπε πως δεν το βρήκε.
αφού δε ρώτησε, πως να το βρει;

κι έτσι αναγκάζομαι και καθαρίζω τη λεκάνη με τα πανάκια της χλωρίνης.
μέχρι να έρθει το επόμενο Σάββατο, να πάω να το κατεβάσω η ίδια από το ράφι.

και να πω και πως ακριβώς λέγεται..

Βραδιά Γενεθλίων



χτες βράδυ, δύο καλεσμένοι ήρθαν στα γενέθλια μου.
ο ένας ήταν ο αδερφός μου. η άλλη η κουμπάρα μου.

δεν θα επεκταθώ στη βραδιά των γενεθλίων, ούτε για το πως ήμουν σωριασμένη στην πολυθρόνα, ούτε για τις υποδείξεις που είχα για τον καθένα, τύπου "τα τετράγωνα κουταλάκια είναι του παγωτού, βάλε τα άλλα", ούτε για τις ανόητες απαντήσεις τύπου "γιατί, τα τετράγωνα δε χωράνε στο στόμα;", αλλά θα σας "πω" λίγα απ' όλη τη βραδιά, να δείτε τι τράβηξα η γυναίκα.
και δεν ήταν μόνο ένας ο ένοχος, αλλά όλοι.
ανεξαιρέτως.

ο αδερφός, ο οποίος με το που μπήκε μου είπε:
-θυμάσαι καθόλου το τραγούδι του Ζαμπέτα "ο πενηντάρης";
-εεε, λίγο, κάτι θυμάμαι
-"όταν έφτανες πενήντα
στην παλιά την εποχή
σου φωνάζαν όλοι "γέρο,
άντε και καλή ψυχή".
-με υποχρέωσες!
-χαχχχχ τώρα τη σύγχυσες τη μαμά! συνήθως λέει "με υπερχρέωσες" σαν αυτή την ηλίθια διαφήμιση. μπράβο θείε!

η κουμπάρα μου, η οποία σταθερά κάθε δέκα λεπτά, έλεγε:
-πω πω, αρρώστησες και δεν ήρθε η φιλενάδα σου! πω πω, πω πω!!
λες και αφ' ενός επίτηδες το έκανα και αρρώστησα, αφ' ετέρου, καμμία σημασία δεν είχε που εγώ καιγόμουν, σημασία είχε πως η κουμπάρα είχε φτιαχτεί να δει τη φίλη μου!

η Ραφαηλία, η οποία κάθε πέντε λεπτά, ρωτούσε:
-εγώ θα σβύσω το κεράκι, ε μαμά;
-ναι μωρό μου.
-πρώτα εγώ και μετά εσύ, ε;
-ναι μωρό μου.
-αν δεν θέλεις να το σβύσεις εσύ, δεν πειράζει. ξαναφυσάω εγώ για σένα.
-καλά μωρό μου.

η Ελένη, η οποία εκείνη την ώρα βρήκε να κάνει ένα "σοβαρό τηλεφώνημα".
 όταν τη φώναξα μουρμούρισε δυσαρεστημένη:
-τι θέλεις;
-κάθησε καλέ μαζί μας.
-σε λίγο. τώρα μιλάω για κάτι σοβαρό.

την ξαναφώναξα μετά από δέκα λεπτά και τη ρώτησα:

-για την κατάληψη μιλάτε παιδί μου;
-όχι μαμά. για κάτι άλλο.
-μα τι συμβαίνει επιτέλους; να ανησυχήσω;
-για τις διακοπές λέμε. όταν τελειώσουμε το σχολείο, το καλοκαίρι.

ο Χρόνης, ο οποίος, είχε βρει ένα κεφάτο θέμα για συζήτηση, σχετικά με το νερό που χρειάζεται η μηχανή του αυτοκινήτου και το λάδι (που χρειάζεται η μηχανή του αυτοκινήτου) και το ότι δε μπορείς να έχεις ειδικό σκουπάκι για να καθαρίζεις το εσωτερικό του αυτοκινήτου (γιατί πιάνει χώρο) κι ότι στην ηλικία του δεν μετράει αυτός τον αέρα (στα λάστιχα του αυτοκινήτου), αλλά βάζει το παιδί στο βενζινάδικο να το κάνει (γιατί ό,τι μπορεί αυτός να αποφύγει, θα το αποφύγει, αααα, αυτά τα έκανε ο ίδιος όταν ήταν νέος, τώρα του τελείωσε).

το κλού της βραδιάς ήταν η τούρτα.
που την πήραμε από τη Δωδώνη (πολύ μας αρέσει η Δωδώνη εμάς. η Δωδώνη κι ο Τσίρος).

στείλαμε λοιπόν την Ελένη να πάρει τούρτα καραμέλα.
ο υπάλληλος της είπε, πως είχε μεν τούρτα καραμέλα, αλλά ήταν στον ψύκτη καθότι το κανονικό ψυγείο είχε χαλάσει.
η Ελένη την πήρε την τούρτα.
και η τούρτα ήταν εξαιρετική.
σήμερα. γιατί χτες ήταν παγωμένη και ίσα που κοβότανε.

η καραμέλα ήταν λίγο πικρή, αλλά ο αδερφός μου, υπέρμαχος της πικρίλας μας τόνιζε πως:
"στη φύση υπάρχουν οι εξης γεύσεις: η γλυκειά, η ξινή, η πικρή κι η αλμυρή. κι εμεις έχουμε εξαφανίσει την πικρή, που κάνει παρα πολύ καλό. αδυνατίζει..." και δεν θυμάμαι τι άλλο κάνει, στο "αδυνατίζει" κόλλησα.
κάποια στιγμή ένιωσα απίστευτα κουρασμένη και σύρθηκα μέχρι το κρεββάτι μου.
οι υπόλοιποι ετοιμάστηκαν να φύγουν.
η κουμπάρα γιατί ήθελε να δει το "δέκα" (που δεν είναι η ταινία, έμαθα πως έχει βγει και σήριαλ), ο αδερφός μου γιατί είχε δουλειά.
πρώτα έφυγε η κουμπάρα, αφού μου ευχήθηκε "και του χρόνου, πολύχρονη, περαστικά", μισοτρέχοντας για να προλάβει να δει το δέκα (που σας είπα, δεν είναι η ταινία. αλλιώς θα μ' έκανε πολύ να ανησυχήσω η εμμονή της κουμπάρας να δει τα κοτσιδάκια της Μπο Ντέρεκ..
μετά από λίγο ετοιμάστηκε κι ο Δημήτρης, που αφού μου έδωσε το δώρο μου (το οποίο πρόκειται πάντα περί χρηματικού ποσού, ακολουθούμενου από τη φράση "πάρε ό,τι σου αρέσει" και πολύ μου αρέσει όντως το συγκεκριμένο δώρο) μου είπε:

-θυμήθηκα και το υπόλοιπο.
-ποιο υπόλοιπο;
-όταν έπιανες πενήντα
μια φορά κι ένα καιρό
ήθελες δυο νοσοκόμες
κι ένα μόνιμο γιατρό..

βρε λες;
μπαααα..