Κύκλος


"μαμά, τώρα που άρχισε να κάνει κρύο, θέλω να πάμε στην Ανάβυσσο. να φοράς το μαύρο σου μπουφάν, εγώ να τρέχω στην παραλία πάνω κάτω και μετά, να 'ρχομαι με φόρα να πέφτω στην αγκαλιά σου. 
όπως παλιά"
...................................

απ' όλα που έχουν αλλάξει στη ζωή μας, αυτό είναι που μου λείπει περισσότερο: οι Κυριακάτικες μας βόλτες..

η γαλάζια καμπίνα στο Θυμάρι
ο αχνιστός καφές τα κρύα μεσημέρια
ο ήλιος όταν έδυε στα λιμανάκια της Βουλιαγμένης
τα παιδιά στο πίσω κάθισμα, ο Χρόνης οδηγός
-τότε που ακόμα ήμασταν μαζί
όλοι..

άνοιξε τα φτερά της η Ελένη και πέταξε.
μιλάμε σχεδόν κάθε μέρα:
το χαμόγελο της ταξιδεύει στις γραμμές του τηλεφώνου
το χαμόγελο της έρχεται σπίτι, μας αγκαλιάζει,
κι ίσως λιγάκι να με μελαγχολεί η σκέψη του "πόσο γρήγορα περνά ο καιρός"

όμως έτσι πρέπει να γίνει
κι έτσι γίνεται πάντα
στον κύκλο της ζωής.

τ' αγαπημένα μεγαλώνουν
ανοίγουν τα φτερά τους
πετούν
και μένουν πίσω τα άλλα μας μωρά να λένε "μαμά, τώρα που άρχισε να κάνει κρύο, θέλω να πάμε στην Ανάβυσσο.."

αγκαλιάζω τη Ραφαηλία,
τώρα που ακόμα είναι μικρή
και δε μελαγχολώ πια καθόλου στη σκέψη της αυριανής άδειας φωλιάς:

στο κάτω κάτω
αυτή δεν είναι η μοίρα πάντα
μιας φωλιάς;
.........................................................
ντριννννν

"μαμάκα;"
"Ελένη μου!"

Το χαμόγελο


"μαμά, ξέρεις τι έγινε σήμερα σχολείο;"
"κάνατε μαθήματα"
"ε ναι. εκτός απ' αυτό"
"κάνατε γυμναστική"
"έλα τώρα βρε μαμά! φυσικά κάναμε μαθήματα και γυμναστική! τι άλλο όμως έγινε;"
"πως είναι δυνατόν να ξέρω αν δε μου το πεις;"
"λοιπόν στο διάλειμμα κατεβαίναμε με τη Μόνικα τις σκάλες προσεκτικά κι ήρθε από πίσω μας ένα αγόρι του λυκείου και μας φώναξε "στην άκρη στούμποι!"
"τι σας φώναξε;"
"στην άκρη στούμποι!"
............................................

κάθησα γελώντας στην καρέκλα.

κι ήταν η ευγνωμοσύνη για το γέλιο που ξεπήδησε ξαφνικά μέσα απ' την καρδιά, αυτή που έκανε το χαμόγελο να αιωρείται πάνω απ' το κεφάλι μου, όλη την υπόλοιπη μέρα..