Ο απολογισμός

"Ραφαηλία, έκανες τον απολογισμό σου για τη χρονιά που πέρασε;"
 "τι έκανα;" 
 "τον απολογισμό σου" 
 "τ' είν' αυτό;" 
 "τι νομίζεις πως είναι;" 
 "να στέλνεις κάρτες" 
"όχι. είναι να σκεφτείς τις πράξεις σου. αν ήσουν καλό ή κακό παιδί" 
 "εγώ ήμουν κακό παιδί.." 
 "γιατί;" 
 "γιατί αντιμιλούσα" 
"σε ποιον;" 
 "σε σένα.." 
"και τι θα πάρεις γι' αυτό;"

περιμένω να μου πει πως, δεν θα πάρει τίποτα.  
πως φέτος, δεν θα έχει κανένα δώρο από τον άγιο Βασίλη.
μένει σκεφτική για αρκετή ώρα και μετά χαρούμενη λέει:

 "Δόξα!"

Αγαπημένε μου Χρόνη..


Mαριλένα: αγαπημένε μου Χρόνη: θέλω ένα apple iPhone 3G, με λειτουργικό σύστημα: Mac OS X, με εσωτερική μνήμη 16GB, με multi-touch οθόνη, με wi-fi 802.11 b/g, με safari browser για την πλοήγηση στο web, με πρόσβαση σε υπηρεσίες push email με την τεχνολογία microsoft exchange activeSync, ξεκλείδωτο και όχι με το άθλιο μενού της vodafone.

Χρόνης: ένα ελαφάκι για το Μαριλενάκι!



Να τα πούμε;


ένα από τα πολύ αγαπημένα έθιμα των Χριστουγέννων, για τη Ραφαηλία, είναι τα κάλαντα.
παίρνει το τριγωνάκι, παίρνει την Ελένη και ξεκινάει τον αγώνα στα μαγαζιά της γειτονιάς και όχι μόνο.
άλλοι καταστηματάρχες την αφήνουν να τα πει, άλλοι όχι.

χτες βράδυ έψαξε, έψαξε και τελικά βρήκε καταχωνιασμένο σ' ένα συρτάρι το τρίγωνο της.
το οποίο τρίγωνο, δεν ανεβαίνει με τ' άλλα Χριστουγεννιάτικα παιχνίδια στο πατάρι.
όοοχι. παραμένει εύκαιρo, μη τυχόν καθιερωθούν τα κάλαντα να λέγονται και κάποια άλλη εποχή εκτός των Χριστουγέννων.
πχ την Πρωτομαγιά.
να μη δυσκολευτούμε να το βρούμε: ένα τσουπ! να κάνουμε και να το "ο Μάιος μας έφτασε, εμπρός βήμα ταχύ" με το γκλιν γκλιν του τριγωνακίου.

το βρήκε λοιπόν και πήγε τρέχοντας στον Χρόνη:
"μπαμπά, να τα πω;"
"να τα πεις!"
άρχισε να τραγουδάει, άκουγα στην αρχή το γκλιν γκλιν κι αργότερα τη φωνή του Χρόνη που τη διέκοπτε και τη διόρθωνε.
άκουγα και τη δική της που διαμαρτυρόταν.

μετά από λίγο, έρχεται επαναστατημένη στο δωμάτιο μου:
"μαμά, γεννιέται ή γεννιάται;"
"γεννάται"
"αα.. "


δεν πτοήθηκε όμως. με ρώτησε αποφασισμένη:
"να στα πω;"
"και δεν τα λες"
πήρε φόρα κι άρχισε
"καλήν ημέραν άρχοντες
κι αν εί-
κι αν είναι ορισμός σας
Χριστού τη Θεία Γέννηση
να πω
να πω στ' αφεντικόοο σας"
"ποιο αφεντικό σας βρε; στ' αρχοντικό σας, λένε"
"καλά, στ' αρχοντικό σας"


τελείωσε τα κάλαντα και κάθησε δίπλα μου
"μαμά;"
"λέγε"
"θα μου δώσεις και λεφτά αν θα τα πω καλά;"

"βεβαίως"
"θα αφήσεις κι άλλα παιδιά να στα πούνε;"
"αμέ!"
"και θα δώσεις λεφτά και στ΄ άλλα παιδιά άμα τα πουν καλά;"


σου λέει: "αυτά ειναι διαφυγόντα κερδη! θα μπορούσαν να πάνε σε μένα και θα τα πάρουν άλλοι;"

"φυσικά θα δώσω!"
συνθηκολόγησε: "εντάξει"
σηκώθηκε κι έφυγε απ' το δωμάτιο.

πριν μια ώρα, ξανάρχισε τις πρόβες.
όχι μόνο τις τραγουδιστικές: κι αυτές του βεστιαρίου βεβαίως.

πέρσυ, με κάποια από τα χρήματα που έβγαλε από τα κάλαντα, μ' έβαλε και της αγόρασα παπούτσια.
αλλά, όχι ό,τι κι ό,τι παπούτσια.
γοβάκια στολισμένα με ασημένια στρας και μπαρέτες!
τριάντα ευρώ έδωσε για να τα αποκτήσει.

έβαλε λοιπόν τα βαρύτιμα παπούτσια και μου 'ρθε σαν τον Γιάννη Φλωρινιώτη
"εεεε;;;;" στριφογύρισε χαρούμενη
"κούκλα, κούκλα!"
"να τα πω;"
"άντε πάλι!"
"δε θες;"
"πως δε θέλω μωρό μου! πέστα"
"καλήν ημέραν άρχοντες

........"

"μπράβο το μωρό μου, μπράβο"
"κι όταν τελειώνω, κάνω κι αυτό: δες!"
και χτύπησε ένα γκλινν! το τριγωνάκι.
"βρε τι είσαι εσύ; ο Μανώλης Χιώτης των Χριστουγέννων;!"
γέλασε και βγήκε χοροπηδηχτά από το δωμάτιο.
.....................................................

αν λοιπόν αύριο περάσει από τα μέρη σας ένα ξανθό κοριτσάκι,
με αστραφτερά γοβάκια
με τα δυο μπροστινά της δοντάκια να λείπουν
που όμως ξέρει και χειρίζεται το τρίγωνο σαν τον Μανώλη Χιώτη
αφήστε το να σας πει τα κάλαντα:
μπορεί να κάνει μερικά λαθάκια
αλλά οι ευχές της βγαίνουν μέσα από την καρδιά της..

καλά Χριστούγεννα!


Η δύναμη και η παρηγοριά

ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, είναι ένας από τους συγγραφείς, που αγαπώ πολύ.
παιδάκι ήμουν, στην γ' δημοτικού, όταν ο αη Βασίλης, μου 'φερε δώρο μια στοίβα βιβλία: ανάμεσα τους, τα διηγήματα του Παπαδιαμάντη.
μπήκε από τότε στην καρδιά μου και δεν έφυγε ποτέ.

πριν αρκετά χρόνια, διαβάζοντας ένα βιβλίο για τον άγιο Νικόλαο τον Πλανά, έφτασα σ' ένα κεφάλαιο, όπου μιλούσε για τους ψάλτες που τον συνόδευαν στο μικρό εκκλησάκι του αγ. Ελισσαίου στην Πλάκα: τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη και τον ξάδερφο του Αλέξανδρο (κι αυτόν) Μωραϊτίδη.

ήταν το διάστημα που ο Παπαδιαμάντης πέρασε στην Αθήνα.
κι ήταν ο άγιος Νικόλαος ο Πλανάς και το εκκλησάκι του αγ. Ελισσαίου, αυτά που έκαναν τη ζωή του στην Αθήνα (αν και τόσο μακριά απ' την αγαπημένη του Σκιάθο), αγαπητή.

δεν θα μιλήσω για το έργο του ή για το ποιος ήταν. τα έχουν πει αυτά άλλοι, πολύ καλύτερα απ' όσο θα μπορούσα ποτέ εγώ να πω ή να γράψω.

όμως, αυτό που σκέφτομαι, ειναι τα Χριστούγεννα: που είναι πάντα συνδεδεμένα με τ' όνομα του
ειδικά αυτά τα Χριστούγεννα: διαβάζοντας τον, καταλαβαίνεις, πως παρηγοριά μπορείς να βρεις μονάχα σε ό,τι αληθινό υπάρχει
και πως σ' αυτούς τους δύσκολους καιρούς, μπορείς ν' αντλήσεις δύναμη απ' τις σελίδες του.

κι ίσως αυτό που μετράει για μένα τελικά, είναι, πως όπως με παρηγορούσε τότε, στην πιο αθώα στεναχώρια που είχα
με την ίδια ακριβώς δύναμη, μπορεί ακόμα και τώρα να το κάνει,

καθώς βλέπω και ζω όλα αυτά που γίνονται σήμερα
.......
καλά να είστε
και ο καθένας μας εύχομαι να βρει τη δική του δύναμη και παρηγοριά.
τα σχόλια, ας τα κλείσουμε γι' αυτό το ποστ..


και ποιος να μου το 'λεγε, πως τέσσερα χρόνια μετά, θ' αναζητούσα ακριβώς αυτή την ανάρτηση, για να τη μεταφέρω εδώ: http://www.isimeria.com/2012/04/blog-post_09.html αναζητώντας την ίδια δύναμη, την ίδια παρηγοριά..

Ποιος Κώστας;

έρχεται η Ελένη κρατώντας μια αφίσα από ένα περιοδικό (totally spies) της Ραφαηλίας.
η αφίσα είναι μια φωτογραφία του Κώστα Καραφώτη.
δείχνει τον τραγουδιστή στη Ραφαηλία και τη ρωτάει:
"τι τον θέλεις αυτόν; πρώτα απ' όλα, ξέρεις ποιος είναι;"

το Ραφάκι ύπουλα προσπαθεί στα γρήγορα να διαβάσει το όνομα, αλλά η Ελένη προλαβαίνει και διπλώνει την αφίσα.
το μικρό μένει για λίγο σιωπηλό κι έπειτα λέει:

"αμέ! ξέρω"
"ποιος είναι;"
"ο Κώστας"


αυτό, έχει προλάβει να το διαβάσει

"ποιος Κώστας;" ρωτάει η Ελένη
"ο Καραμανλής!"


Στην επιφάνεια

κι όπως γυρίζαμε πίσω, πέντε η ώρα κι είχε κιόλας σκοτεινιάσει
απ' τα βαριά σύννεφα
ξαφνικά, ανοίξαν οι ουρανοί και βρεθήκαμε στην καρδιά της μπόρας

στην Ανάβυσσο, στη Σαρωνίδα
κι αργότερα στα λιμανάκια
να μη βλέπουμε σχεδόν καθόλου

οι υαλοκαθαριστήρες χριπ-χραπ χριπ-χραπ
στη μέγιστη ταχύτητα κι όμως η ορατότητα ελάχιστη
φοβόμουν πολύ
τα παιδιά πίσω, χάζευαν τις αστραπές και τα ποτάμια στο δρόμο
ο Χρόνης κρατούσε το τιμόνι μ' όλη του την προσοχή
και ξαφνικά ένιωσα
λες και βρισκόμουν τόσες μέρες,
στον πάτο της θάλασσας
μετρώντας τις ανάσες μου

και ξαφνικά βρέθηκα, με μια απλή ώθηση των ποδιών
στην επιφάνεια
....στη σημερινή Κυριακάτικη βόλτα μας
....

εξακολουθούσα να φοβάμαι
αλλά μετά από μιας ολόκληρης βδομάδας το λαχάνιασμα
επιτέλους
μπορούσα να ανασαίνω ήρεμα

επιτέλους..


Τα Χριστουγεννιάτικα στολίδια

τα κορίτσια στόλισαν

δεν βάζουμε πια το μεγάλο δέντρο.
είναι μπελάς.
ειδικά όταν οι γιορτές περνούν και θα πρέπει όλες οι μπάλες και τα αγγελάκια, τα παιχνίδια και τα κουδουνάκια, να μαζευτούν, να τυλιχτούν προσεκτικά και να κρυφτούν για τα επόμενα Χριστούγεννα, σε πιάνει η ψυχή σου με τόσο πολλά μπιχλιμπίδια.

λιγότερα να βάλουμε, σαφώς δε γίνεται: Χριστουγεννιάτικα στολίδια, σημαίνει χρυσά και κόκκινα και πράσινα και ασημένια και μπιρμπιλόνια και καμπανούλες και γιρλάντες και φωτάκια και απ' όλα.

έτσι, πριν δύο χρόνια, αγοράσαμε ένα μικρό, γλυκό δεντράκι κι έκτοτε αυτό στολίζουμε.
περίμεναν λοιπόν τα κορίτσια να μπει ο Δεκέμβρης και το πρώτο Σάββατο, ανέβηκε η Ελένη στο πατάρι, κατέβασε το δέντρο και μαζί με το Ραφάκι, πιάσανε δουλειά.
όταν τελείωσαν, το σπίτι ήταν πια γιορτινό.

"και του χρόνου, και του χρόνου" είπαμε και τις αγκαλιάσαμε και τις δυο, τις σφίξαμε στην αγκαλιά μας τόσο που διαμαρτυρήθηκαν και μετά καθήσαμε και χαζεύαμε το δεντράκι μας.

ήταν υπέροχο
......

από κείνο το Σάββατο, κάθε φορά που τα βλέπω όλα τούτα χαμογελάω
καταλαβαίνοντας πως στην πραγματικότητα, αυτά ακριβώς είναι τα Χριστουγεννιάτικα μας στολίδια: τα χαμόγελα των παιδιών, που φωτίζουν όλο το σπίτι.

σαν τα φωτάκια που κρέμασαν στο δέντρο κι ακόμα περισσότερο.

κι ακόμα..


Το φωτισμένο δωμάτιο

όταν η Ελένη ήταν έξι χρονών, χρειάστηκε να μπούμε εσπευσμένα στο νοσοκομείο.
ήταν Πρωτοχρονιά, πρώτη μέρα του καινούριου χρόνου και το παιδί καιγόταν στον πυρετό μέρες πολλές.
ο παιδίατρος, μας έλεγε πως δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας, αλλά εγώ μη αντέχοντας άλλο να τη βλέπω έτσι, την έντυσα βιαστικά στις εφτά το πρωί και άρον άρον πήραμε ένα ταξί με τον Χρόνη για το Παίδων.

ο ταξιτζής, κάπνιζε.
εγώ, στο πίσω κάθισμα, κρατούσα την Ελένη αγκαλιά
την Ελένη μας, που είχε σαρανταένα πυρετό κι έτρεμε.
κάναμε υπομονή και δεν λέγαμε τίποτα.
ε, Παγκράτι - Παίδων, πόσο να κάνει πια;

όμως αυτός, τέλειωσε το τσιγάρο του κι αμέσως άναψε άλλο.
διαμαρτυρηθήκαμε:
"μα έχουμε άρρωστο παιδί, δεν μπορείτε να μην καπνίσετε για λίγο;"
για να λάβουμε την απάντηση:
"εδώ είναι το δικό μου αυτοκίνητο! αν δεν σας αρέσει, να κατεβείτε!
που μου ήρθατε πρώτη μέρα του χρόνου, με τέτοια!!"


δεν είπαμε τίποτα, σεβαστήκαμε την Ελένη, φτάσαμε στο νοσοκομείο και μπήκαμε γρήγορα στα επείγοντα.
εξέτασαν το παιδί και έκαναν αμέσως εισαγωγή.

το ίδιο βράδυ, καθόμουν στον θάλαμο, σε μια καρέκλα δίπλα στο κρεββάτι της.
ήταν αργά, πολύ αργά, δύο ή τρεις το χάραμα.
ο θάλαμος σκοτεινός, έξω η νύχτα σκοτεινή
μόνο σ' ένα σπίτι απέναντι, σε μια παλιά πολυκατοικία, κάποιος είχε πάρτυ.
ήταν το μοναδικό μέρος στον κόσμο με φως και τις κουρτίνες τραβηγμένες.
λίγα ζευγάρια είχαν μείνει
ίσως ένα από αυτά να χόρευε σιγά, δεν θυμάμαι καλά

μα θυμάμαι πως σκεφτόμουν:
"κοίτα. δίπλα μας είναι και ιδέα δεν έχουν, πως ένα άρρωστο παιδί, το δικό μου το παιδί, πως πολλά άρρωστα παιδιά αυτή τη νύχτα στριφογυρίζουν ανήσυχα στον ύπνο τους ή αποκαμωμένα κοιμούνται ακίνητα ή μένουν ξάγρυπνα με τα μάτια ανοιχτά να κοιτάζουν το ταβάνι.
αλλά προπάντων ιδέα δεν έχουν, πως όπως χορεύουν, όπως ξαπλώνουν στον καναπέ, υπάρχει κάποιος που τους βλέπει, κάποιος που χαζεύει τις κινήσεις τους.
ανίδεοι στον φωτισμένο τους κόσμο"


δεν ξέρω γιατί θυμήθηκα αυτή την ιστορία σήμερα.
απ' το πρωί, τριγυρνάει στο μυαλό μου, λες και κάτι θέλει να μου πει

λες κι είμαστε εμείς στο φωτισμένο δωμάτιο
λες κι είναι όλη η Αθήνα μας στο φωτισμένο δωμάτιο
κι ανίδεοι για ό,τι πραγματικά συμβαίνει
δεν βλέπουμε πέρα απ' τις φλόγες
τίποτα.

απολύτως.


Η ζωή τραβάει την ανηφόρα


κάηκε η Αθήνα, αφού πρώτα κάηκε η καρδιά μας.
η ζωή τραβάει την ανηφόρα
όμως για ποιους;

η ζωή σταμάτησε για τον Αλέξη
για τη μάνα
τον πατέρα
τους δικούς του.

η ζωή λοιπόν τραβάει την ανηφόρα
για όλους όσοι έμειναν πίσω
να τον θυμούνται
και να τους καίγεται η καρδιά.

όπως ακριβώς η Αθήνα.

Μια ζωή την έχουμε!


"μαμά;"
"ναι;"
"έχεις δει το "
η δε γήινη να φοβάται τον άντρα";
"ποια να φοβάται;"
γήινη"
"αμέ, πως δεν το 'χω δει. έχω δει και τον άντρα πως φοβήθηκε τη γήινη όταν την είδε ολοσούμπητη μπροστά του!"
"πες μου, το 'χεις δει;"
"το 'χω δει"
"σου άρεσε;"
"πολύ! δε μου λες, εσύ θυμάσαι την ταινία που είδατε προχτές με την Ελένη;"
"ποια;"
"
μια ζωή την έχουμε"
"κι αυτή μου άρεσε πολύ"
"θυμάσαι το τραγούδι που έλεγε ο Κλέων;"

"πως δεν το θυμάμαι!"
"μπορείς να μου το τραγουδήσεις;"

γελάει και παίρνει πόζα καλλιτεχνική:

"μια ζωή την έχουμε
κι αν δεν την γλεντήσουμε
τι θα καταλάβουμε
τι θα καταντήσουμε
τι θα καταλάβουμε
τι θα καταντήσουμε.."

καλό μας Σαββατόβραδο!

Τόσες μέρες στο κρεββάτι..

..διάβασα ξανά τον Βράχο της Λίζα Αλθερ, καταλαβαίνοντας για μια ακόμα φορά, πως όταν είμαι άρρωστη, τα πολυδιαβασμένα βιβλία, είναι απείρως προτιμότερα, απ' αυτά που δεν έχω διαβάσει ποτέ.

πήρα μπόλικες βιταμίνες, αλλά στο μισό της αρρώστειας μου.
απλά, βαρέθηκα να βλέπω τον Χρόνη να σκύβει πάνω μου, εν τω μέσω της νυκτός, όπως η Annie Wilkes στον Paul Seldon (τη Misery τη θυμάστε;) και να με ρωτάει "τις βιταμίνες σου τις πήρες;"

πέρασα ένα στρες του τύπου: λες να πεθάνω; και φώναζα με κουρασμένη φωνή στο μαθητή-Χρόνη που ήταν σκυμμένος στο λαπ τοπ του, στη μία τη νύχτα "καλέε, εγώ πεθαίνω κι εσύ διαβάζεις; μεταπτυχιακό στον τάφο μου θα κάνεις;"

μέχρι πριν αρρωστήσω, πίστευα πως αντιπαθέστερη σειρά από το παρά πέντε ήταν αδύνατον να βγει.
στη διάρκεια της αρρώστιας μου όμως, είδα την Πολυκατοικία, και το Λάκη τον γλυκούλη.
και το αδύνατο έγινε δυνατό.

είδα επίσης και την οδοντοστοιχία της Μαριέτας Χρουσαλά.
δεν ξέρω, ίσως να ήταν η φύση της αρρώστιας μου τέτοια που να παραμορφώνει τα πάντα, εμένα όμως μου φάνηκε ίδια μ' αυτή της Ντόλλυ (θυμάστε το άλογο του Λούκυ Λουκ;)

οπότε ξαναγύρισα στις αγαπημένες μου σειρές, και επί τη ευκαιρία, βλέπω τώρα το dirty sexy money και πολύ μου αρέσει στ' αλήθεια
(ένας Donald Sutherland καταπληκτικός!)

παρήγγειλα καινούριο κινητό, αν κι αυτό που έχω μετράει μόνο πέντε μήνες ζωής.
στις διαμαρτυρίες του Χρόνη, η αγέρωχη απάντηση μου ήταν:
"άλλες ψωνίζουν ρούχα και παπούτσια. εμένα αυτά μ' αρέσουν"

(κι εδώ να ενημερώσω, πως δύο μήνες πριν αγόρασα το αγαπημένο μου asus Eee pc 1000
αν δεν το είχα, δεν θα μπορούσα να ιντερνετιάζομαι διόλου, καθότι μου ήταν δύσκολο να σηκωθώ από το κρεββάτι και να καθίσω στον κανονικό μου υπολογιστή!)

δεν διάβαζα το Ραφάκι για να μη το κολλήσω, αυτή τη δουλειά την ανέλαβε ο Χρόνης.
όμως σηκωνόμουν από το κρεββάτι και τσέκαρα πως δεν της φώναζε όταν η μικρή "κολλούσε", ειδικά στα μαθηματικά.
δικαίωμα να φωνάζω στο Ραφάκι, έχω μόνο εγώ!

δεν τσέκαρα αν η Ελένη έτρωγε κάτι πριν φύγει το πρωί και φυσικά δεν έτρωγε.
ένα πρωί την έκανα να πιεί με το ζόρι το γάλα της και το ίδιο βράδυ, η άκαρδη, με γέμισε ενοχές.

κι άλλα κι άλλα κι άλλα
....
σήμερα, πρώτη μέρα που σηκώθηκα καλά
κατάφερα όμως και κόλλησα την Ελένη.
ευτυχώς είναι Σαββατοκύριακο και μέχρι τη Δευτέρα θα είναι μια χαρά το καμάρι μου.

έτσι, αφού το χρέος μας το κάναμε στις φθινοπωρινές ιώσεις, ελπίζω να μας σιχάθηκαν και να μας άφησαν μια και καλή.

γιατί..
αν ξαναρρωστήσω, είμαι έτοιμη ν' αγοράσω το omnia.
κι αυτό είναι απειλή, δεν είναι υπόσχεση!

Ταξιδιάρικα πουλιά

όταν γεννήθηκε η Ραφαηλία, ήταν Αύγουστος και το τραγούδι που άκουγα συνέχεια, ήταν το Ταξιδιάρικα Πουλιά του Βαγγέλη Γερμανού.

ταξιδιάρικα πουλιά
απ΄το παντού στο πουθενά
ξαναγυρνάνε


μουρμούριζα όλη μέρα και το μωρό κρεμασμένο πάνω μου, με άκουγε και νανουριζόταν.

η Ραφαηλία, εκείνη την εποχή, άρχισε, με το που έπινε το γάλα της, να το βγάζει λίγο λίγο, μόλις έγερνε το κεφαλάκι.
αμέσως την πήγαμε στο γιατρό κι η διάγνωση ήταν "παλινδρόμηση".
η παλινδρόμηση είναι κοινή στα βρέφη κι εξαφανίζεται, όσο μεγαλώνει το μωρό και ειδικότερα μετά τον 6ο μήνα, όπου αρχίζει να μπαίνει η στερεά τροφή.

μέχρι τον έκτο μήνα λοιπόν, είχα δύο επιλογές:
η μια, να την έχω αγκαλιά μία-μιάμισυ ώρα μετά το γεύμα, σε όρθια θέση, έτσι ώστε να διευκολύνεται και να κρατάει το γάλα στο στομαχάκι της.
η άλλη, να παίρνει ένα ειδικό γάλα, όπου μόλις το έπινε, αυτό θα έπηζε αμέσως και δεν θα είχε το μωρό πρόβλημα.

δεν έμπαινε καν θέμα επιλογής

για τους επόμενους έξι μήνες, το Ραφάκι κρεμόταν πάνω μου
(μιας και τα γεύματα ήταν τρίωρα, καταλαβαίνετε τους χρόνους)
λες κι ήμουν εγώ το δέντρο και το μωρό μου ο καρπός.

ό,τι έκανα, όπου και αν πήγαινα, το μωρό στον μάρσιπο.

συνήθισε το παιδί την επαφή, αισθανόταν ασφάλεια και ζεστασιά και για πολύ μετά ήθελε αγκαλιά.
έλεγα, πως μετά απ' αυτούς τους έξι μήνες, δεν θα μπορεί στιγμή μακριά μου,
πως θα με θέλει πάντα δίπλα, ν' απλώνει το χέρι και να με αγγίζει.

κι όμως..
το Ραφάκι έγινε ένα ανεξάρτητο παιδί, που ποτέ δεν δημιούργησε πρόβλημα του τύπου "θέλω τη μαμά μου"
το αντίθετο θα 'λεγα:
έτοιμη να πάει βόλτα, μ' οποιονδήποτε την έπαιρνε από το χέρι
ακόμα και να κοιμηθεί σε ξένα σπίτια (αυτό μάλιστα, με ιδιαίτερη χαρά)

πέρασαν σαν αστραπή τα χρόνια και λες και διακτινίστηκα από το χτες στο σήμερα, μου φάνηκε, το μεσημέρι που την κοίταζα:
πόσο έχει ψηλώσει, πόσο έχει μεγαλώσει

κι εκεί που την κρυφόβλεπα και την κρυφοκαμάρωνα
ήρθε στο μυαλό μου, η εποχή του μάρσιπου
τότε που ήταν ακόμα απίστευτα μικρούλα κι ευαίσθητη.

χαμογέλασα και συνέχισα να την κοιτάζω.
ένιωσε το βλέμμα μου πάνω της, γύρισε και μου χαμογέλασε κι αυτή
"σ' αγαπάω μαμά" μου είπε
"κι εγώ μωρό μου, πολύ" της απάντησα

και όλη την υπόλοιπη μέρα, ήμουν μ' ένα χαζό χαμόγελο στα χείλη
και μου 'χε ξανακολλήσει ο Βαγγέλης

ταξιδιάρικα πουλιά
απ' το παντού στο πουθενά
ξαναγυρνάνε..

Η Παρασκευή

1. στις οχτώ το πρωί, πήραν από το e-shop τηλέφωνο, για να μας φέρουν σήμερα (το παραγγείλαμε χθες) το κινητό της Ελένης.
μετρητά δεν είχα και έπρεπε να πάω να σηκώσω από το μηχάνημα, με την κάρτα.
όμως δεν επιδίδομαι στο συγκεκριμένο σπορ κι έτσι το τηλέφωνο θα έρθει τη Δευτέρα.
γκρίνια-γκρίνια-γκρίνια!
2. πηγαινόφερα εγώ το Ραφάκι σπίτι-σχολείο και τούμπαλιν, καθότι η κουμπάρα, η οποία κάνει συνήθως αυτή τη διαδρομή, σήμερα εξέδραμ.
στην είσοδο του σχολείου και αφού τα παιδιά είχαν πει την προσευχή και είχαν προχωρήσει ήδη στις τάξεις τους, ήρθε τρέχοντας μια μαθήτρια δωδεκάχρονη, μπλέχτηκε στα πόδια μου κι έπεσε στο γόνατο.
δεν χτύπησε αλλά κλαυθμήριζε συνεχώς.
αν και δεν έφταιγα, ζήτησα συγγνώμη, τρις: η μεν μητέρα της μου γύρισε τα οπίσθια περιφρονητικά, η δε κόρη, μου γύρισε το κεφάλι ρουθουνίζοντας.
έπειτα κι οι δύο, πήγαν στον δάσκαλο που καθόταν στην εξώπορτα του σχολείου και έκαναν τα παράπονα τους.
γκρίνια-γκρίνια-γκρίνια!
3. αύριο, δεν θα κάνω την καθιερωμένη μου έξοδο στο μάκρο ή στο ικέα ή στο λιρόι, γιατί ο Χρόνης-μαθητής έχει μάθημα το απόγευμα κι έτσι θα καθήσω σπίτι, να δω την 5η σεζόν του νιπ τακ. εκεί να δεις
γκρίνια-γκρίνια-γκρίνια!
4. το απόγευμα ήρθε ο αδερφός μου κι είχαμε μια έντονη συζήτηση. μιλούσαμε όλο και πιο δυνατά, προσπαθώντας να σκεπάσει ο ένας τη φωνή του άλλου, μέχρι που ΟΛΟΙ έφυγαν απ' το δωμάτιο κι έμεινα μ' ένα λαιμό σχεδόν κλεισμένο.
γκρίνια-γκρίνια-γκρίνια!
5. τώρα, είναι δώδεκα παρά η ώρα , το Ραφάκι είναι στο κρεββάτι του και κοιμάται, η Ελένη στο λαπ τοπ της κάτι ψάχνει, ο Χρόνης στο δικό του διαβάζει για το αυριανό μάθημα, ο Οράτιος κουρνιάζει στην κούνια του, η Πόπη ανεβασμένη στον βράχο της χαζεύει, η Νέλλυ κυνηγάει την Ακκα κι εγώ, διαπιστώνω πως μια ακόμα Παρασκευή έχει περάσει.
μια Παρασκευή, που αν σκύψεις και κοιτάξεις καλά, αν αφουγκραστείς την ήσυχη αναπνοή της, αν ακουμπήσεις τον παλμό της, θα διαπιστώσεις πως τελικά ήταν μια Παρασκευή όμορφη.
παρ' όλο που υπήρχε τόση..
 γκρινια-γκρίνια-γκρίνια!

Στον Οράτιο

στον Οράτιο, που όταν μας βλέπει τσιτσιρίζει και κάνει τη ζωή μας γαλάζια σαν τα φτερά του
στον Οράτιο, που όποτε μπαίνουμε στο δωμάτιο, έρχεται στην πόρτα του κλουβιού, για να μας χαιρετίσει
στον Οράτιο, που πάντα όταν βγαίνει για να βολτάρει και να ξεπιαστεί, μετά, κουρασμένος, χτυπάει έναν εξάωρο ύπνο στην κούνια του

στον Οράτιο, που ποζάρει στις φωτογραφίες
στον Οράτιο, που κοροϊδεύει τις γάτες μας, από ψηλά
στον Οράτιο, που τσιμπάει μ' όλη τη δύναμη του ράμφους, το δάχτυλο που τολμάει να του χαΪδέψει το κεφάλι

στον Οράτιο, που στην απορία "γιατί, δεν τον αφήνετε ελεύθερο στο σπίτι;"
τινάζει τα φτερά περιφρονητικά
ενώ η Νέλλυ με την Ακκα συμφωνούν "ναι, ναι" κουνώντας το κεφάλι και τα μουστάκια τους

στον Οράτιο, που φωτογράφισε προχτές η Ελένη, για να τον έχουμε wallpaper και να χαμογελάμε, κάθε φορά που αντικρύζουμε την οθόνη του υπολογιστή

στον δικό μας Οράτιο..

Τερατάκια της τσέπης


στη θάλασσα

αν κι ο καιρός προβλεπόταν βροχερός, εν τούτοις, είχε έναν ήλιο που σχεδόν μας τύφλωνε.

"μα, Νοέμβρης είναι αυτός;" μονολογούσα σέρνοντας την καλοκαιρινή μου καρέκλα στην αμμουδιά και κοιτώντας στη θάλασσα τέσσερις ανθρώπους που κολυμπούσαν.
καθήσαμε ο Χρόνης κι εγώ, τα παιδιά έκαναν βόλτες και ξαφνικά, κάτι μ' έπιασε, σηκώθηκα κι άρχισα να τρέχω
πετάχτηκε το Ραφάκι πίσω μου, να με κυνηγήσει

στο τέλος μ' έφτασε, αγκαλιαστήκαμε και έχωσα τη μύτη μου στα μαλλιά της ανασαίνοντας αυτή την παιδική μυρωδιά, τόσο κοντά στη μωρουδίστικη και ταυτόχρονα, τόσο μεγάλου παιδιού ήδη.

στο αυτοκίνητο, στην επιστροφή, βάλαμε το mp3 με τα τραγούδια που είχε διαλέξει το Ραφάκι
"στα τριάντα σου δεν κρατιόσουνα
για άνετος μου περνιόσουνατώρα στα σαρανταπέντε
πατριάρχης το 'χεις δει"

"αυτό είναι για τον μπαμπά" φώναξε το μωρό μας και γελάσαμε όλοι
"πετυχημένο Χρόνη, δεν μπορείς να πεις. σε περιγράφει πλήρως!" τον πείραξα

από πίσω τα κορίτσια ξεκίνησαν μια παντομίμα
κι ο Χρόνης έκανε τάχα πως θύμωνε, μέχρι που ακούστηκε ο στίχος:
"συμφωνήσαμε και πατσίσαμε
κι αφού κι οι δυο την πατήσαμε
συνεχίζουμε με κόντρες
μία σχέση τρυφερή"κι είπε:"ε, τότε εντάξει. δεν είναι όλα άσχημα"και γελάσαμε


"κάποτε ήμουν χίπις
και φρικιό και αντιεξουσιαστής"

Κι αν θα διψάσεις για νερό


θα στίψουμε ένα σύννεφο..

Πόσες μέρες στο κρεββάτι.

..να μη μπορώ να γυρίσω πλευρό (από το αυχενικό)
να κάθομαι στις πιο περίεργες στάσεις, υποφέροντας και αγκομαχώντας
να μου φέρνουν στο κρεββάτι ό,τι θέλω
(πολλές φορές, προτού ανακαλύψω ότι το θέλω)

το Ελενάκι, ερχόταν κάθε τρεις και λίγο και ρωτούσε:
"δον Μαρλεόνε θέλεις κάτι; καφέ, κόκα κόλα, παγωτό;"
κι ακόμα κι όταν γελούσα πο-νού-σα!

τι την αλοιφή του παππού που έβαλα (counterpain)
τι τυλιγμένη σαν την κάμπια στο κουκούλι της που ήμουν
ο ρημάδης ο πόνος, τελικά, μόνο με τα mesulid έφευγε
κι εγώ,
ήμουν απίστευτα τσιγκούνα ώστε να τα πάρω εύκολα
(γιατί τα συγκεκριμένα, τα φοβάμαι πολύ).

τελικά, ήθελα-δεν ήθελα φαρμακώθηκα (εννοείται με τη μισή δόση) και χτες το πρωί, σηκώθηκα από το κρεββάτι, για να τσεκάρω αν όλα πάνε καλά.
με βήμα σαν του Ορέστη Μακρή στον μεθύστακα και με μαλλιά σαν του Βουτσά όταν έκανε τον γιεγιέ, μπήκα στο δωμάτιο των κοριτσιών.

η Ελένη καθόταν στο γραφείο της, το Ραφάκι διάβαζε ιστορία.

"όλα καλά παιδιά;"
"όλα καλά μαμά"
με μια φωνή, με μια ψυχή
"Ελενάκι, διάβασε το μωρό;"
"ναι μαμά, την ιστορία κάνει τώρα και τελειώσαμε"
"μπράβο οι αγάπες μου!"
πλησίασα το Ραφάκι
"που είστε μωρό μου;"
"στο Θησέα μαμά"
"αα, μα είναι ο αγαπημένος μου. όχι ο Ηρακλής, που κάνατε την προηγούμενη βδομάδα. ο Θησέας"
"γιατί-ι είναι ο αγαπημένος σου;"
"γιατί νικούσε με την εξυπνάδα, όχι με τη δύναμη του.
για να δω"


κι έσκυψα πάνω στο βιβλίο της.
είχε φτάσει στο σημείο, όπου έγραφε για τον λαβύρινθο, τον Μινώταυρο κι όλα τα σχετικά

"κοίταξε εδώ αγάπη μου: λέει για τον μίτο της Αριάδνης. ο μίτος: το ι με τι ειναι γραμμένο;"

θορυβήθηκε το Ραφάκι, κοίταξε το βιβλίο, βρήκε τη λέξη και διαμαρτυρήθηκε σθεναρά:
"δε φταίω εγώ μαμά! το βιβλίο το έχει γραμμένο λάθος, δεν το 'κανα εγώ!"

είπαμε,
ακόμα κι όταν γελούσα πο-νού-σα
έτσι,
πήρα τον μύτο μου και επέστρεψα στο κρεββάτι..

ένας δον Μαρλεόνε
χωρίς καφέ
χωρίς coca cola
ή παγωτό
μονάχα με μισή δόση mesulid
(που τι να σου κάνει κι αυτή, όταν τραντάζεσαι από τα γέλια;)

..σε είδα και στον ύπνο μου

..προχτές, στη μεγάλη μου νύχτα αϋπνίας.
η διαδρομή: δωμάτιο - κουζίνα δωμάτιο - μπάνιο δωμάτιο - παιδιά σε όλους τους δυνατούς συνδυασμούς (δεν θα αναφέρω τους υπόλοιπους χώρους, γιατί εκεί έκανα ένα απλό πέρασμα: μια κι έξω η επίσκεψη) όμως το ρεκόρ μου ήταν τα παιδιά. μιας που πήγαινα στην κουζίνα να βάλω παγωτό, περνούσα κι από τα παιδιά να δω, αν όλα είναι εντάξει.

μιας που πήγαινα στο μπάνιο να πλύνω για πολλοστή φορά τα δόντια μου (αφού έφαγα παγωτό), περνούσα κι από τα παιδιά να δω, αν όλα είναι εντάξει. που σιγά μην ήταν.

τη μια, βρήκα και τις δυο ξέσκεπες,
την άλλη, η γάτα σχεδόν κρεμόταν από την επάνω κουκέτα
την τρίτη, η Ελένη που κοιμάται μέσα σε ένα οχυρό από μαξιλάρια είχε ρίξει τα μισά στο πάτωμα
την τέταρτη, την πέμπτη κλπ το Ραφάκι ξαπλωμένο διαγωνίως και τα πόδια του έξω του κρεββατιού η άλλη γάτα κοιμόταν πάνω στο πληκτρολόγιο του λαπτοπ της Ελένης (το οποίο παραμένει ανοιχτό όλη τη νύχτα καθότι κατεβάζει).

τις τακτοποιούσα λοιπόν κι η Ελένη, μισοκοιμισμένη μ' έπαιρνε είδηση και κάτι μουρμούριζε μεταξύ ξύπνιου και ύπνου.

την επόμενη μέρα το πρωί  
"βρε μαμά, χτες το βράδυ, σε είδα στις δύο, στις τέσσερις και στις πέντε" "ναι μωρό μου, είχα αϋπνία κι ερχόμουν στο δωμάτιο σας"
"μετά, σε είδα και στον ύπνο μου.."


 .............................................................

Εγώ και συ μαζί..

-Ραφαηλία, έλα να σου βάλω τη ζακέτα σου. έπεσε ο ήλιος κι είσαι με το κοντομάνικο!
-δεν μπορώ, τώρα τραγουδάωω..
-τη γλώσσα θα σου ντύσω βρε; έλα δω που σου λέω!


η Ελένη καθόταν δίπλα μου και μασουλούσε μπισκότα.
όταν μ' άκουσε να φωνάζω στη Ραφαηλία για τη "γλώσσα", πνίγηκε κι άρχισε να βήχει και να γελάει ταυτόχρονα.

ο Χρόνης έκανε βουτιά στη θάλασσα κι έμεινε στήλη άλατος.
το καλοκαίρι, μόλις θα ζέσταιναν τα νερά, θα έβγαινε ξανά, και θα μας οδηγούσε, πίσω, στο σπίτι..

η Ραφαηλία χοροπηδούσε ακριβώς εκεί που πάφλαζε το κύμα κι η Ελένη πήρε τη φωτογραφική.
τράβηξε το Ραφάκι
κι ύστερα έκρυψε τις κάλτσες του πατέρα της μέσα στην άμμο.
(ένα δεκάλεπτο έψαχνε ο Χρόνης για να τις βρεί, προτού φύγουμε!)

στο γυρισμό, στο αυτοκίνητο, τα κορίτσια τραγουδούσαν το αγαπημένο τους τραγούδι: εγώ κι εσύ μαζί

ο ήλιος είχε πέσει και ήταν σούρουπο πια όπως περνούσαμε από τα λιμανάκια της Βουλιαγμένης
"που είναι ο ήλιος;"
ρώτησα τον Χρόνη
"τ' είπες;"

μπορείς αν θες να βρεις πιο έξυπνους φίλους
να 'ναι μεγάλοι και πιο δυνατοί
μπορείς
αλλά να ξέρεις τη δικιά μου αγάπη
δεν θα στη δώσει φιλαράκο κανείς

τραγουδούσαν δυνατά τα κορίτσια κι έτσι, δεν μ' άκουσε

"ο ήλιος που είναι;" μίλησα δυνατότερα
"έφυγε. αυτό είναι το φως που άφησε"
"το λυκόφως"
"ναι"
"προτού βγει, πως λέγεται το φως;"
"λυκαυγές"
"σωστά. ξέρεις και ποιος γύρισε Το λυκόφως των θεών;"
"δεν θυμάμαι τώρα"
"δεν πειράζει. ούτ' εγώ"


ίσως αυτό, να ήταν προσβολή στη μνήμη του Λουκίνο Βισκόντι,
αλλά για μένα, μετά από τόσα χρόνια, μεγαλύτερη σημασία είχε πλέον το:
δυο φιλαράκια με μια ψυχή
εγώ κι εσύ μαζί..

κι ήταν παρήγορο, πως ενώ σκοτείνιαζε ο ουρανός, στο αυτοκίνητο μέσα ήταν φωτεινά
έτσι όπως τραγουδούσαν δυνατά τα κορίτσια:
εγώ κι εσύ μαζί..

Εικοσιπέντε..

1-11-1957 : πότε πέρασαν εικοσιπέντε ολόκληρα χρόνια;
(-αύριο έχεις τα γενέθλια σου μαμά;
-ναι, μωρό μου.
-τα πόσα κλείνεις;
-πόσο χρονών σου έχω πει να λες πως είμαι;
-εικοσπέντε!
-ε, τόσα κλείνω. Εικοσιπέντε και γίνομαι εικοσιέξι)


θα πάρουμε μια τούρτα καραμέλα και θα τα γιορτάσουμε σε στενό φιλοοικογενειακό κύκλο.

(-σοκολάτα θα πάρουμε! δεν μ' αρέσει η καραμέλα.
-δικά μου γενέθλια είναι, ό,τι θέλω εγώ θα πάρω.
-καλά. κι εγώ δεν θα φάω.
-σκασίλα μου μεγάλη!
-μαμά!!)


θα φυσήξω κεράκια, μετά από τις δυο συνεχόμενες φορές που θα φυσήξει η Ραφαηλία.
την πρώτη φορά, φυσάει στο "να ζήσεις Ραφάκι και Χρόνια Πολλά".
ασχέτως αν γιορτάζω εγώ, το Ραφάκι φυσάει πάντα πρώτο.
τουλάχιστον σε μας που της το επιτρέπουμε.
η Ελένη, δεν υπάρχει περίπτωση να το δεχτεί.

τη δεύτερη, στο "Happy Birthday to you" και την τρίτη, φυσάω κι εγώ επιτέλους.
εννοείται, πως μετά, στο σερβίρισμα, βγάζω μ' ένα μαχαίρι την επιφάνεια της τούρτας, γιατί φύσα-φύσα, Κύριος οίδε πόσα σάλια θα έχουν πέσει πάνω της.

να σας ενημερώσω πως το αυτό κάνω και σε όποια παιδικά πάρτυ πηγαίνουμε: ειδικά σε αυτά όπου φυσάνε ΟΛΑ τα παιδάκια καταχαρούμενα.

(-ελα Μονκ, πάρε το μαχαίρι.
-μα καλό μου, δεν είναι θέμα Μονκ, είναι θέμα υγιεινής. Ο κάθε χριστιανός που έχει τα λογικά του, αυτό ακριβώς κάνει!
-εγώ, εσένα ξέρω μόνο.
-γιατί οι άλλοι είναι κοκορόμυαλοι, γι' αυτό.
-ωωωω ποιος μιλάειιι!!
-Ελένη!!)

θα σερβίρω την (καθαρισμένη) τούρτα, την σοκολατίνα πάστα της Ραφαηλίας (σιγά μη δεν της έπαιρνα κάτι που να της αρέσει), την coca cola (στην οποία έχω εθισμό και δεν είμαι σε στάδιο επιτυχούς αποτοξίνωσης) και θα κοιτάζω με το βλέμμα του αετού μήπως κάποιος θέλει κι άλλο γλυκό ή αναψυκτικό ή ο,τιδήποτε.

(-Χρόνη, να σου βάλω κι άλλη τούρτα;
-ναι, αμέ.
-ασε καλύτερα, μη βαρύνεις το στομάχι σου..
-βάλε, βάλε, μια χαρά είναι το στομάχι μου.
-ασε, μη κάνεις χοληστερίνη και τρέχουμε.
-βρε βάλε μου σου λέω!
-καλά, θα σου φέρω ένα γιαουρτάκι 2%)


θα γελάσω, θα φωνάξω, θα ψιλομαλλώσω τα παιδιά, θα πειράξω την κουμπάρα (που παίρνει τοις μετρητοίς ό,τι ακριβώς της λέω), θα πάρω πολλές, πολλές, μα πάρα πολλές ευχές και θα πιω πολλή, πολλή, μα πάρα πολλή coca cola.

και θα είμαι ένα χρόνο μεγαλύτερη.
ακριβώς εικοσιέξι.
ούτε μέρα παραπάνω..

A time of innocence..

..στρίψαμε δεξιά και βγήκαμε στην κεντρική λεωφόρο.
τσέκαρα αφηρημένα στο μυαλό μου τη λίστα του σούπερ μάρκετ πατώντας ταυτόχρονα το κουμπί του ραδιοφώνου, όταν τους είδα:
ένα ζευγάρι.
ένα νεαρό ζευγάρι

αυτός, είχε αγκαλιάσει την κοπέλα και την είχε σηκώσει ψηλά στον αέρα
(τα πόδια της απείχαν ένα μέτρο από τη γη)
κι αυτή του κρατούσε το κεφάλι με τα δυο της χέρια και τον φιλούσε

-Χρόνη! κοίτα! κοίτα σου λέω!! δες πόσο όμορφοι είναι!

ο Χρόνης, σοβαρός οδηγός, δεν έπαιρνε το βλέμμα του από το δρόμο και του 'ριξα μια σκουντιά

-μα δες τους!
-κάτσε ήσυχα: οδηγώ τώρα


μου είπε θορυβημένος απ' τη σκουντιά
όμως εγώ, όπως περνούσαμε δίπλα τους, έσκυψα και τους κοίταξα,
μισοσηκώθηκα μάλιστα απ' το κάθισμα μου όταν τους προσπεράσαμε και στράφηκα πίσω:
μέχρι να τους χάσουμε απ' τα μάτια μας, η κοπέλα ήταν ακόμα ένα μέτρο πάνω απ' τη γη και φιλιόντουσαν..

Time it was, and what a time it was, it was
A time of innocence, a time of confidences..

Αγαπητή Ελένη


Αγαπητη Ελένη σε 1 μέρα θα παω στα ζυμαρικα! Κρίμα βέβαια που δεν θα έρθεις, σε Αγαπώ παρα πολύ αυτό που εγραψες μου αρέσει παρα πολύ τελοσπάντον φαντάσου στα ζυμαρικα να μου δόσουν και μακαρόνια, η Δήμητρα μου ειπε οτι αν μου δόσουν να φάμε θα καθίσω σίγουρα δίπλα της! ο Μπαμπας μου είπε οτι μπορει να μας δόσουν κάτι. ευχαριστώ πολύ για την ταινία για την γκουφοτενία δεν με έβλεπες ευχαριστιμένη γιατι είμουν λιγο κουρασμένη ανο ακόμα είμαι ευχαριστιμένη ελπίζω την ταινία να τη γράψεις

Παροιμίες

Ανάβυσσος, παραλία.
κάθομαι στην πάνινη καρέκλα μου που δεν έχει πόδια και λύνω σταυρόλεξο για δυνατούς λύτες.
η Ελένη στην άμμο, έχει αγκαλιά το Ραφάκι και γελάνε
ο Χρόνης δίπλα μας, διαβάζει.

-μαμά, τα Χριστούγεννα ξέρεις σε πόσες μέρες είναι; ρωτά η Ελένη
της απαντώ αφηρημένα
-σε τρακόσιες;
-σε εξηνταμία

λένε κι οι δυο τους με μια φωνή, γιατί μετράνε τις μέρες, τις ώρες και τα λεπτά, μέχρι τα Χριστούγεννα.

-πότε πέρασε ο καιρός, μονολογώ, καλά λένε "από Αύγουστο χειμώνα κι από Μάρτη καλοκαίρι"
-λένε επίσης και "Μάρτης γδάρτης και κακός παλουκοκάφτης",
συμπληρώνει η Ελένη
-για πείτε, για ποιους άλλους μήνες ξέρετε παροιμίες; ρωτώ
-Απρίλη μου ξανθέ και Μάη μυρωδάτε, ο Χρόνης
-εξυπνάδες.. αυτό ειναι τραγούδι του Μίκη, τον κοιτάζω περιφρονητικά
-εγώ! εγώ!
πετιέται το Ραφάκι
-κάτι ξέρω για την 25η Μαρτίου
-η 25η Μαρτίου είναι εθνική γιορτή, δεν είναι παροιμία
επισημαίνει η Ελένη και συμπληρώνει:
-ο Φλεβάρης κι αν Φλεβίσει καλοκαίρι θα μυρίσει.
ορίστε!
θριαμβολογεί.
-σας κέρδισα όλους! η καλύτερη είμαι!!
-σιγά που μας κέρδισες!

διαμαρτύρομαι
-ξέρω κι εγώ μια άλλη
-για πες

-ο Σεπτέμβρης κι αν σε φτύσει
τη σκατούλα θα σου πήξει

ο Χρόνης με κοιτάζει αποδοκιμαστικά
-ωραίααα.. να ρωτήσει ο δάσκαλος τη Ραφαηλία "τι κάνατε το σαββατοκύριακο";
Ραφάκι: "βρίζαμε"

Αγγλικά, Ιστορία, Θρησκευτικά

-Ραφαηλίαααα
-ναι;
-έλα δω!
-τώρα..

έρχεται τρέχοντας.
μιάμισυ ώρα πριν διάβαζε αγγλικά, ιστορία, θρησκευτικά και ως συνήθως κάνουμε ένα τσεκ δυο - τρεις φορές τη μέρα, στα σημεία που έχει δυσκολευτεί.

-πώς γράφεται το swim;
(προφέρει ένα-ένα γράμμα)
- s- w - i
i είναι σαν το "άι χτύπησα το χέρι μουυυ"
-τελείωνε!
-m

-πως έλεγαν τα πουλιά που κυνήγησε ο Ηρακλής;
-μμμμ, απο τι αρχίζει;
-από Σ. δύο λέξεις είναι
-το ξέρω! η δεύτερη είναι όρνες!
-όρνιθες. όχι όρνες.
-όρνιθες. η πρώτη είναι Σσσαα
-Στ..
-Σταααα..
-τι "Στα" βρε; Στυ! Στυμφαλίδες ! άντε γράφτο πέντε - δέκα φορές να το μάθεις.
-πόσες να το γράψω;
-όσες χρειάζεται.
-καλά. τέσσερις μου φαίνεται πως χρειάζεται.
-φτάνει να το μάθεις.
-θα θυμάμαι το στυμφάλι και το (ε)ίδες.
-τι είναι το στυμφάλι;
-κάτι σαν το σταφύλι..

-..και πρέπει να αγαπάμε όλοι οι άνθρωποι ο ένας τον άλλον
-γιατί;
-γιατί είμαστε συνάδερφοι.

Αστεράκια και βλακείες..


"βρε Ελένη, έκανα ανίχνευση με τον υπολογιστή, ξέρεις, για να περάσω τα καινούρια μου ringtones στο κινητό και βρήκα ένα άγνωστο τηλέφωνο"
"καιιι;"
"και του έστειλα έναν ωραίο ήχο, αλλά αυτός μου τον απέρριψε"
"και;;"
"ε, τι και; κρίμα, αυτός έχασε"
"εμένα να δεις τι μου έρχεται στο μετρό! συνέχεια στέλνουν"
"τι καλέ;"
"αηδίες. φυσικά τα απορρίπτω με τη μία"
"γιατί βρε μωρό μου; μπορεί να θέλουν να σου στείλουν έναν ωραίο ήχο, όπως εγώ πριν"
"ναι, φαίνονται από το όνομα.."
"τι όνομα; το δικό μου είναι Sam, από το Samsung"
"προστυχιές"
"τι προστυχιές; για πες!"
"ωχ τώρα! να, χτες μου στειλε ένας "Κώστας" μ' αστεράκια και διάφορες βλακείες"
"αυτό δεν είναι πρόστυχο"
"ο γ**ιάς όμως είναι!"

άφωνη η μανούλα.
άφωνη.

Η Κυριακή

o Xρόνης, ο αδερφός μου (ο Δημήτρης) κι εγώ στο δωμάτιο μου.
συζητάμε για την Κυριακή που πέρασε, πως πέρασε.
ο Χρόνης είχε μάθημα πέντε ώρες κι έτσι βόλτα δεν πήγαμε
κι ο Δημήτρης έχει αφρίσει απ' το κακό του, γιατί το Λιμεναρχείο στις μαγνητοφωνημένες οδηγίες, είχε βγάλει ΟΛΟ τον Σαρωνικό με απαγορευτικό, ενώ στην Αίγινα τα δρομολόγια εκτελούνταν κανονικά.
έτσι, δεν παρευρέθηκε σε κάποια σημαντική υποχρέωση που είχε κι αν δεν ήταν δύο μέτρα και εκατό κιλά, θα χοροπηδούσε σίγουρα από το κακό του.

(να εξηγήσω πως όταν ήρθε το μεσημέρι σπίτι, βρίζοντας "τους ηλίθιους της ΕΜΥ" γιατί
"αν τους άκουγα θα την πάταγα και θα πήγαινα στην Αίγινα το Σάββατο, και θα είχα αποκλειστεί εκεί",
είχαμε μια χαριτωμένη κόντρα, όπου εγώ του επεσήμανα:
"εσύ είσαι ηλίθιος βρε! που πιστεύεις το λιμεναρχείο βρε! σιγά μην έχει απαγορευτικό για την Αίγινα βρε!"
και χοροπηδούσα απ' το κακό μου, γιατί εγώ δεν είμαι δύο μέτρα κι εκατό κιλά, άρα μου επιτρέπεται μια χαρά το χοροπηδητό.
"άκου!" μου απάντησε κι έβγαλε το κινητό του, μου το κοπάνησε στο κεφάλι και μετά μου το 'βαλε στ' αυτί.
όντως, η μαγνητοφωμένη φωνή έλεγε, πως όλα τα δρομολόγια είχαν απαγορευτικό.
αμέσως σηκώθηκα κόκκινη απ' τα νεύρα και πήρα τηλέφωνο, όχι το λιμεναρχείο (όπου είτε μαγνητόφωνα θ' απαντούσαν, είτε δεν θα το σήκωναν καθόλου) αλλά το πρακτορείο στην Αίγινα.
οι άνθρωποι εκεί, μας πληροφόρησαν, πως φυσικά, τα δρομολόγια εκτελούνταν κανονικά από το πρωί.

έτσι, αφού θριαμβολόγησα στα κρεμασμένα μούτρα του αδερφού μου, αφού του προσέφερα ένα κομμάτι παστίτσιο της παρηγοριάς, μετά έκανα κούρα ξάπλας: όταν όλη τη βδομάδα τρέχεις, μια τέτοια κούρα επιβάλλεται ασυζητητί!)

ο Χρόνης ήρθε το απόγευμα, ο Δημήτρης πάλι το βράδυ, μου έφερε και δυο κεσέδες μουσταλευριά.
και να που βρεθήκαμε να συζητάμε για την Κυριακή που πέρασε..

έλεγε ο Χρόνης για το μάθημα του, έλεγε ο Δημήτρης για τη βόλτα στην παραλία της Λούτσας που έκανε.
εγώ τους άκουγα και χασμουριόμουν, καθότι η κούρα, ήθελε ακόμα ώρα για να λήξει

Δ: μιάμισυ ώρα περπάτημα, στην παραλία στη Λούτσα.
και χτες πήγα στο βουνό με τους σκύλους, δυόμιση ώρες περπάτημα!
Χ: καλό σου κανει η γυμναστική -με την καθιστική ζωή που κάνουμε. αλλά με μέτρο.
Μ: εγώ λεω, κοίτα να την κόψεις: στην ηλικία μας πρέπει να προσέχεις
(ευκαιρία δε χάνω να τον πειράζω για την ηλικία του: τσιμπάει με τη μία. κι είναι ένα χρόνο μικρότερος από μένα)
Χ: ναι βρε. τώρα πρεπει να προσέχουμε. μάλλον η γυμναστική είναι για τους πιτσιρικάδες.
Δ: τι λες!
πετάχτηκε όρθιος και φώναξε
ίσα-ίσα που τώρα πρεπει να γυμναζόμαστε. για να είμαστε σε καλή κατάσταση, για υγεία και για να νιώθουμε καλά!

"εγώ πάντως, προτιμώ να πεθάνω ξεκούραστη" είπα

γελάσαμε (ο Χρόνης κι εγώ δηλαδή, γιατί ο Δημήτρης απήγγειλε τα καλά του περπατήματος και της κολύμβησης) και μετά από λίγες ώρες,
πάει κι αυτή η Κυριακή
κι ας καρτερούμε μια άλλη.

και από σήμερα, καλή βδομάδα
με ή χωρίς γυμναστική.

Το φως κυριαρχεί

-μ' αρέσει η θέση του ναπαγοσώστη μαμά. κοίτα, τους βλέπει όλους από πάνω!
-ποια θέση;
-του ναπαγοσώστη
αυάγοσωστη: αυτός που σώζει τους ναυαγούς.
ναυαγός και σώζω

πετάχτηκε ο Χρόνης και τη διόρθωσε
-όχι μπαμπά.
να
πάγοσωστης: αυτός που σώζει από το παγωμένο νερό
αντιπαράθεσε η Ραφαηλία, σίγουρη για την ετυμολογία της λέξης

φυσούσε σήμερα κι η παραλία είχε λίγο κόσμο.
περπατήσαμε μακριά από τη θέση του ναπαγοσώστη και φτάνοντας στο τέλος της αμμουδιάς, αφήσαμε τα πράγματα μας και καθήσαμε.
ξάπλωσα στην υγρή άμμο κι ο ουρανός πάνω μας με λίγα σύννεφα κι έναν ήλιο, λες κι ήτανε της άνοιξης

ο Χρόνης βούτηξε στη θάλασσα
η Ελένη ζωγράφιζε στην άμμο
το Ραφάκι έπαιζε μ' ένα άσπρο ψαράκι
κι εγώ ξαπλωμένη στη βρεμμένη άμμο χάζευα

στο δρόμο της επιστροφής, στο αυτοκίνητο τα κορίτσια τραγουδούσαν
"στην άγρια θάλασσα του κόσμου
η αγάπη μου είναι χαμένο νησί
η αγάπη μου είναι ο άγγελός μου
στη νύχτα του κόσμου το φως και η αρχή"

κι ήταν η δεύτερη Κυριακή της φθινοπωρινής μας βόλτας
κάνοντας ακόμα ομορφότερη την αναμονή εκείνης της Κυριακής,
όπου απ' την παγωνιά
στην παραλία,
θα βρισκόμαστε μονάχα εμείς..

στη νύχτα του κόσμου το φως κυριαρχεί
όπως ακριβώς το τραγουδάει το Ραφάκι.

υγ
δεν χρειάζεται να πω, πως είναι το μωρό μας που περπατάει στην ακροθαλασσιά, έτσι δεν είναι;
βγάλαμε κάλτσες και αθλητικά και όρμησε..

Πήγε η γάτα στο χορό

το γκρίζο γατί, είναι ένα από τα αγαπημένα τραγούδια της Ραφαηλίας.
συχνά-πυκνά το τραγουδάει, το χορεύει, το ζει:

"μια φορά κι έναν καιρό
πήγε η γάτα στο χορό
με γοβάκια και φουρώ
κι απ'την πολλή χαρά
κουνούσε την ουρά.."


έτσι και χτες το βράδυ.
έκανε μπάνιο, έβαλε τις πυτζαμούλες της, έφαγε κι έπειτα, εκεί που είχε ξαπλώσει στην κουκέτα της έτοιμη για ύπνο κι εγώ την χάιδευα και τη νανούριζα, κάτι της έκανε κλικ, πετάχτηκε απ' την αγκαλιά μου κι άρχισε να τραγουδάει:

"νιάου νιάου βρε γατούλα
με τη ροζ μυτούλα
γατούλα μου μικρή
νιάου
σ' εχουνε νυστάξει .. "

"σ' έχουνε νυστάξει;" τη ρώτησα "τι σ' έχουνε;"
"νυστάξει"
"γιατί μωρό μου, "νυστάξει"; πως δηλαδή την έχουνε νυστάξει;"
"να, από το βιολί κι αυτά"

εμμμ, βλέπεις, "πήγε η γάτα στο χορό"..

υγ
γκρι γατί δεν έχουμε
την Ακκα φωτογράφισε η Ελένη, αλλά αμφιβάλλω αν θα λάβει ποτέ πρόσκληση για χορό.

Σεπτέμβρης ξανά..

επιτέλους φθινόπωρο
επιτέλους αυτή η ελαφριά ψύχρα που σε κάνει να τραβάς το σεντόνι μέχρι το σαγόνι το ξημέρωμα,
που σε κάνει να νιώθεις πως ο χειμώνας μένει μόλις δύο τετράγωνα πιο πέρα.

"τι εννοείς; πως την Κυριακή δεν έχει μπάνιο;"
αγανάκτησε η Ραφαηλία, η οποία είναι αποφασισμένη να κολυμπάει μέχρι τα Χριστούγεννα
"θα δούμε"
"εγώ πάντως, μπάνιο θα κάνω"
"θα δούμε"
"εκτός κι αν βρέχει. τι λες; θα βρέχει;"
"που θες να ξέρω; μπορεί"
"μακάρι να βρέχει όλη μέρα! μου έλειψε η βροχή μαμά"
"κι εμένα μωρό μου"


αν βρέχει, θα πάμε μέχρι τη θάλασσα και με τις στάλες να κυλούν στο παρμπριζ του αυτοκινήτου, θα χαζεύουμε τα κύμματα
ακούγοντας κατά πάσα πιθανότητα την Αλίκη και τους φίλους της, να τραγουδάνε "άστο το χεράκι σου.."

αν όχι, θα πάμε πάλι μέχρι τη θάλασσα και θα τραβάμε τη Ραφαηλία, προσπαθώντας να την πείσουμε να μείνει έξω απ' το νερό.

όπως και να 'χει όμως, επιτέλους φθινοπώριασε.

καιρός ήταν..


υγ
η φωτογραφία (σχεδόν όπως πάντα) της Ελένης

Η χαρά των άλλων

η Ακκα κοιμάται

"χαχ, κοίτα την, γελάει σαν τον Joker" ξεκαρδίζεται η Ελένη και τρέχει να φέρει τη φωτογραφική.
μαζί της ξεκαρδίζεται κι η Ραφαηλία.

όχι ότι ξέρει το Ραφάκι ποιος είναι ο Joker, απλά θέλει να συμμετέχει στο γέλιο της Ελένης

(κι αυτό είναι που κάνει εμένα να χαμογελώ.
όχι ακριβώς σαν τον Joker
ούτε καν σαν τον Batman.

να χαμογελώ όμως γιατί, θέλω πολύ να μάθουν τα παιδιά μου,
να χαίρονται με τη χαρά των άλλων.

όπως στη λύπη, όπως στη στεναχώρια
που η συμπόνια βγαίνει απ' την καρδιά
έτσι ακριβώς να βγαίνει κι η χαρά, στην ευτυχία των άλλων)

η φωτογραφία της Ακκας, αν κλικάρετε πάνω της, είναι σε μέγεθος wallpaper.
για όποιον θέλει την Ακκα-Joker στον υπολογιστή του :)

Πρωί στο σχολείο

πρωί πρωί στο σχολείο.

το Ραφάκι τρέχει στο προαύλιο με τις φίλες της
η Ελένη δίπλα μου πλέει σε πελάγη ευτυχίας που τέρμα πια το σχολείο γι' αυτήν
μαμάδες συναντιούνται κι ανταλάσσουν φιλιά και χαμόγελα
γιαγιάδες και παππούδες καμαρώνουν τα εγγόνια τους
κι εγώ περιμένω να χτυπήσει το κουδούνι, για να μάθουμε επιτέλους, ποια δασκάλα θα έχει φέτος το μωρό μου.

"κοίτα κάτι παπούτσια" με σκουντάει η Ελένη "σαν του Ερμή δεν είναι;"
εγώ δε βλέπω τα παπούτσια της μαμάς που λέει η Ελένη, μια άλλη μαμά κοιτάζω, μεγαλόσωμη που φτερνίζεται διαρκώς
και το μικρό της κάνει συνέχεια τούμπες και βαρελάκια μπροστά της.

(χτες το βράδυ
η Ραφαηλία ξαπλωμένη, αλλά που να την πάρει ο ύπνος απ' την αναστάτωση για το σχολείο που ανοίγει.
κάθομαι στην κουκέτα της και της ανασηκώνω τις αφέλειες απ' το μέτωπο.

"τι θα βάλω αύριο μαμά;"
"λέω, το φουστάνι το καρώ"
"ωραίαααα"
χαμογελάει ευτυχισμένη
"κοίτα χαρά! τι σε νοιάζουν τόσο τα ρούχα καλέ;
μόνο τα μεγάλα κορίτσια έχουν το νου τους σε μόδες και τέτοια"
"γιατί μόνο τα μεγάλα κορίτσια;"
"γιατί τους νοιάζουν τ' αγοράκια. εσύ είσαι μικρή ακόμα γι' αυτά"
"όμως εμένα μ' αγαπάει ο Αντώνης!"
"ποιος;"
"ο Αντώνης. να, μια φορά που καθόμασταν στην αυλή και δίπλα μου ήταν η Ελισάβετ και δίπλα της ο Ντέιβιντ και δίπλα στον Ντέιβιντ ο Αντώνης, ο Αντώνης είπε στον Ντέιβιντ πως μ' αγαπάει κι ο Ντέιβιντ το 'πε στην Ελισάβετ κι η Ελισάβετ μου το 'πε εμένα"
"και τι είναι ο Αντώνης; Αλβανός;"
"όχι"
"Βούλγαρος;"
"όχι"
"Ρώσος;"
"Ελλάδινος είναι μαμά"
)

και με τον Ελλάδινο στο μυαλό μου, ούτε που πήρα είδηση την ανακοίνωση για το ποιον δάσκαλο θα έχουμε φέτος: τον κύριο Σπύρο.

αααα, μα μας το χρωστούσαν, πως δε μας το χρωστούσαν!

ο κύριος Σπύρος
ένας πολύ καλός άνθρωπος κι ένας πολύ καλός δάσκαλος.

τον κύριο Σπύρο είχε η Ελένη στην ε' δημοτικού
(κι ακόμα τον θυμάται πολύ γλυκά).

ανέβηκαν τα παιδιά να πάρουν τα βιβλία τους και όταν βγήκαν, η Ελένη κι εγώ πλησιάσαμε.
μας είδε ο δάσκαλος και χαμογέλασε:
"βλέπω όλη η οικογένεια είναι εδώ"

κι έτσι, μ' αυτό το χαμόγελο, η φετεινή σχολική χρονιά ξεκίνησε όπως ακριβώς έπρεπε για όλα τα παιδάκια της γ' δημοτικού, που πέρσυ πέρασαν τόσα πολλά.

επιτέλους..

από μέσα απ' την καρδιά μου λοιπόν,
καλή μας
και καλή σας
σχολική χρονιά εύχομαι!

Τα κουτιά

"με πάτησες!"
"εε, συγγνώμη"
"ασε με βρε Ελένη! "συγγνώμη". τι συγγνώμη; από τότε που βγήκε η συγγνώμη..."
"..χάθηκε το φιλότιμο. καλά δε βαρέθηκες να το λες;"
"βρε, με πάτησες λέμε! πονάει το ποδαράκι μου και συ πάλι μια αναισθησίαα"
"ε, τι θες να κάνω; είπαμε συγγνώμη. επίτηδες το 'κανα;"
"μου το 'λιωσες καλέ το πόδι! κοίτα πως το κανες! σα να 'ναι από πλαστελίνη: πλακέ"
"ναι, εγώ στο 'κανα! δε φταίει που τα πόδια σου είναι σαν κουτιά!"

(το δεξί που βλέπετε, είναι το καταγματένιο. αυτό που μου πάτησε!)

Η χαρά της ζωής

στην οθόνη του υπολογιστή μου μπροστά
ο κέρσορας ν' αναβοσβύνει
και 'γω αφηρημένη ν' ακούω μουσική

γοητευτική, εξαίσια μουσική που με συναρπάζει
μουσική που με κάνει να διακτινίζομαι σ' άλλα χρόνια
σ' άλλες εποχές

αναστενάζω και νοιώθω λίγο κουρασμένη
λίγο θλιμμένη

τότε ακριβώς μπαίνει η Ελένη στο δωμάτιο
(πιο πολύ την αισθάνομαι, παρά την ακούω)

δε γυρίζω να τη δω,
μόνο ψιθυρίζω:
"μου 'φυγε η χαρά της ζωής. γιατί;"

κι αυτή απαντά:
"ποια "χαρά της ζωής"; κανένας φίλος σου μπλόγκερ;"

Εννιά με πέντε

πόσες πιθανότητες πια, το μεσημέρι να ψάχνω το Nine to Five και το βράδυ να παίζεται στην τηλεόραση;

"αυτό είναι!" έτρεξα και είπα στο Χρόνη, που ως καλός μαθητής διάβαζε στον υπολογιστή του.
"μπορείς να τα παρατήσεις όλα: και τη δουλειά και το μεταπτυχιακό, και όλα τυχερέ"

με κοίταξε καχύποπτα για λίγο
"τι θέλεις πάλι;"
"μια πολυθρόνα που κάνει μασάζ. δε μπορείς να φανταστείς πόσο πολύ τη ζητάει η πλάτη μου: μερικά πρωινά, σηκώνομαι από το κρεββάτι σαν τον Κουασιμόδο.
αλλά δεν ηρθα γι' αυτό.
βρε ήρθα να σου πω, πως έχω προπατορικό χάρισμα!! κι αν το εκμεταλευτούμε σωστά.."
"τι έχεις;"
"κληρονομικό μάλλον λέγεται, το χάρισμα.
πρόσεξε: σκέφτομαι κάτι και σε λίγο πραγματοποιείται.
φοβερό;;;"


με ξανακοίταξε, αυτή τη φορά όμως, με άλλη έκφραση στο βλέμμα

"άσε μας ρε Μαριλένα κι έχω δουλειά"
"καλάααα... περίμενε, κι όταν βρεθείς στην ανάγκη μου, μην έρθεις έρποντας ως φίδι να με παρακαλέσεις.."
"εντάξει, δε θα 'ρθω. μ' αφήνεις τώρα να τελειώνω;"


εννοείται πως έφυγα περιφρονητικά και δεν του είπα τίποτα!
αυτός χάνει, όχι εγώ.

μα όμως, πείτε: πόσες πιθανότητες έχει μια ταινία του '80 να προβληθεί στην τηλεόραση την ίδια ώρα που τη σκέφτομαι κι εγώ;

όλα ξεκίνησαν ψωνίζοντας μια κασετίνα για το Ραφάκι: την Πέμπτη ήδη, ανοίγουν τα σχολεία.

την Πέμπτη, όλες οι ηρωίδες, που ονομάζονται "εργαζόμενες μητέρες" θα αναστενάξουν γνωρίζοντας πως απ' τις οκτώ και μετά, τα καμάρια τους, θα κάθονται σ' ένα θρανίο

την Πέμπτη θα χτυπήσουν κάρτα, θα ανοίξουν το μαγαζί, θα σηκώσουν το τηλέφωνο, θα κάνουν καφέ, θα μιλήσουν με κάποιον συνάδερφο και θα ξέρουν, πως τα μωρά τους, είναι σχολείο.
και είναι καλά..

εντάξει.
κληρονομικό χάρισμα, μπορεί και να μην έχω.
το country τραγουδάκι όμως 9-5 το τραγουδάω μια χαρά παράφωνα.

κι ας ξεραίνεται η Ελένη στο γέλιο, όταν ακούει το όνομα της Dolly Parton
κι ας το λέει ο Χρόνης "βλάχικο"

βρε
nine to five,
for service and devotion
you would think that i
would deserve a fair promotion..

καλή σχολική περίοδο
τόσο στα παιδιά
όσο και στις εργαζόμενες μαμάδες.

Τη λένε Πόπη..

στη συγκέντρωση γονέων, λίγο πριν τις διακοπές των Χριστουγέννων, όταν πήγαινε η Ελένη α' δημοτικού:
μαζεμένες όλες οι μαμάδες στα θρανία κι η δασκάλα στην έδρα, να εξηγεί πως ακριβώς φανταζόταν τη σχολική γιορτή.

με μαμά ντυμένη άγιο Βασίλη, με την αίθουσα στολισμένη γιορταστικά, με τραγούδια στο σχολικό κασετόφωνο, με δωράκια στα παιδιά.

αφού λοιπόν, τέλειωσε την παρουσίαση, ήρθε κοντά στα θρανία και είπε:
"τα δώρα των παιδιών, θα προτιμούσα να είναι βιβλία.
μία από σας, θα πρέπει να αναλάβει να μαζέψει τα χρήματα, να πάρει προσφορές από τα βιβλιοπωλεία, να αγοράσει τα βιβλία και να τα ντύσει Χριστουγεννιάτικα..
ποια θα 'θελε να το αναλάβει;"


από κάτω σιωπή.
καμμία δεν ήταν πρόθυμη να πάρει την ευθύνη.

"καμμιά λοιπόν;;" άρχισε να τα παίρνει η δασκάλα.

και τότε πετάχτηκε η Πόπη: μαμά δυο κοριτσιών, κοντή, στρουμπουλή και ξανθιά:
"να πάει η Μαριλένα, που είναι αργόσχολη!"

η Πόπη δεν εργαζόταν.
αλλά δεν μπορούσε να μου συγχωρήσει, πως έκανα ό,τι ήθελα, χωρίς να δέχομαι καμμία πίεση από τον Χρόνη.

ήταν τόσο ανόητη, που δεν καταλάβαινε, πως η πίεση που ασκούσα (και εξακολουθώ να ασκώ) στον εαυτό μου, ήταν (και είναι), πολύ μεγαλύτερη από αυτήν που θα μπορούσε να μου ασκήσει οποιοσδήποτε άλλος.

καλή της ώρα, όπου κι αν βρίσκεται..

Πεπόνι θες;


η σχέση μου με τα φρούτα είναι σχεδόν ανύπαρκτη.
τρώω ένα μανταρίνι τον Δεκέμβριο
ένα πεπόνι το καλοκαίρι
και ένα ρόδι το φθινόπωρο (αν δεν βαρεθεί ο Χρόνης να μου το καθαρίσει).

πριν λίγες μέρες, αποφάσισα, πως καιρός ήταν για το πεπονάκι του καλοκαιριού.
έτσι, το Σάββατο αγόρασα ένα βιολογικό, μικρούλι και στρογγυλό, έκοψα την Κυριακή το μισό και σήμερα είπα να τελειώνω και με το υπόλοιπο.

το βραδάκι λοιπόν, άνοιξα το ψυγείο, το πήρα κι αφού το έκοψα, το σερβίρισα σ' ένα άσπρο πορσελάνινο μπωλ και ξεκίνησα για το δωμάτιο μου, να φάω παρέα με τον (my name is) Earl.

ο Χρόνης διάβαζε στον υπολογιστή του, όταν ακούγοντας με να περνώ έξω από το δωμάτιο, σήκωσε το κεφάλι, με είδε και χαμογέλασε:
"ωραίο πεπόνι! αυτό ήταν για φέτος;"
"ίσως πάρω και δεύτερο. δεν ξέρω. θέλεις λίγο;"
"αμέ!"


πλησίασα:
"άνοιξε το στόμα σου" του είπα, αυτός άνοιξε το στόμα κι εγώ τσίμπησα ένα κομμάτι με το πιρούνι και προσπάθησα να του το ταίσω με τη μία.

το κομμάτι ήταν μεγάλο και δεν χωρούσε εύκολα, ο Χρόνης διαμαρτυτόταν με μουγκρητά, εγώ έσπρωχνα μέχρι που επιτέλους το χώρεσα!

"δεν είμαστε καλά! τι γκουμούτσες είναι αυτές;!" αγανάκτησε μόλις το κατάπιε
"όχι και γκουμούτσες! μια χαρά κομμάτια"
"μια χαρά για μουλάρια! που έχουν ένα στόμα τόσο"(και άνοιξε τα χέρια του πάνω-κάτω, για να δείξει το μήκος των σαγονιών ενός μουλαριού)
"έλα, αηδίες.. ξέρεις γιατί τα κόβω τόσο μεγάλα;"
"γιατί;"
"γιατί όσο μεγαλύτερα τα κόβεις, τόσο περισσότερες βιταμίνες εμπεριέχονται. με τα μικρά κομματάκια, καταστρέφεις και τις βιταμίνες."
"γι'αυτό δηλαδή το κάνεις;"
"φυσικά! τι νόμισες;"

"ότι το κάνεις από βαρεμάρα! άστα αυτά για τις βιταμίνες! "

του γύρισα περιφρονητικά την πλάτη κι απομακρύνθηκα, μουρμουρίζοντας
"δε φταίει κανείς άλλος, εγώ φταίω που σου 'δωσα να δοκιμάσεις"κι άνοιξα το dvd.

ο Earl ήταν εκεί και περίμενε.

πάω στοίχημα, πως κι αυτός, έτσι ακριβώς θα το 'κοβε: όχι κομματάκι, κομματάκι να τρως δυο ώρες για ένα φρούτο.
πφφφφ..

Τα χατήρια

πριν αρκετά χρόνια
(ή μάλλον πολλά;)
ακουγόταν παντού το "βενζινάδικο" με την Πρωτοψάλτη.

σ' ένα πικ νικ λοιπόν, έχουμε μαγνητοφωνήσει εκτός των άλλων, το "βενζινάδικο" αλλά και το γιουγκοσλάβικο (kustino oro)
(πικ νικ ήταν ή επίσκεψη σε φαντάρο;
ούτε που θυμάμαι πια..)

λίγα μέτρα παρακάτω κάθεται μια παρέα τσιγγάνων
(οπότε τείνω πως μάλλον επίσκεψη σε φαντάρο θα ήταν)
η οποία ακούει και τα δυο τραγούδια: το ένα μετά το άλλο.

μόλις τελειώνει το kustino oro, σηκώνεται μια τσιγγάνα, πλησιάζει και λέει:
"αυτό είναι το καλό! όχι το άλλο!!"

εκτός του ότι η τσιγγάνα ( καλή της ώρα), είχε απόλυτο δίκιο,
και το αυθεντικό ήταν αυτό που έσκιζε ή όπως η ειδικός το έθεσε " το καλό"

το "δικό μας" όμως, έκανε την ειδοποιό διαφορά με τον απόλυτο στίχο:
"που όλα τα χατήρια
μου τ' άργησες πολύ
"
..........................
τι νόημα έχει ένα χατήρι αν δε γίνεται στην ώρα του;
ίσως δεν είναι πια, καν χατήρι..

..........................

Φέρτε μου ένα μαντολίνο..

η Ελένη κι εγώ ξαπλωμένες περιμένουμε να δούμε τον σταθμό 13 του Κάρπεντερ, που θα δεχτεί επίθεση, το αμέσως επόμενο μισάωρο.

εν τω μεταξύ, μέχρι ν' αρχίσει το έργο, γυρίζουμε στα κανάλια χαζεύοντας και στοιχηματίζοντας, ποια θα βρει τις περισσότερες ταινίες που παίζονται εκείνη την ώρα.

-η επαφή, του Ζεμέκις
φωνάζω κατευχαριστημένη που προηγούμαι, για να συμπληρώσω πασιχαρής
-για να δεις, για μια ακόμα φορά, πως η μανούλα τα ξέρει ΟΛΑ!

-μμμμμ!!! κοροϊδεύει η μικρά
-μουγκάνιζε όσο θέλεις σαν καλή αγελάδα, εγώ πάντως σε κερδίζω
την αποστομώνω
και παίρνοντας το κοντρόλ, αρχίζω να περνάω τάκα τάκα τάκα τα κανάλια, μέχρι να βρω την επόμενη ταινία.
σταματάω στο Star που δείχνει σκηνές, από τα προσεχώς.
με την Ελένη βλέπουμε τον Nicolas Cage να παρελαύνει στην οθόνη μας, σοβαρός σοβαρός κι ευθυτενής

-χα! αυτό είναι..

αρχίζω να λέω
για να με διακόψει βιαστικά η Ελένη

-το ξέρω, το ξέρω!!
είναι το βιολί του λοχαγού Κορέλι..

Το κοντρόλ

σήμερα το πρωί στις εννιά:
πλατ, πλατ, πλατ τα ποδαράκια της Ραφαηλίας ακούστηκαν να τρέχουν στο διάδρομο, να μπαίνουν στο δωμάτιο μου και μετά μ' ένα σάλτο να προσγειώνονται στο κρεββάτι μου.

-μαμά; ψιθύρισε
-μμμμμ..
-κοιμάσαι;
-μμμμμ...
-εγώ δεν έχω άλλο ύπνο
-εγώ όμως έχω.. έλα βρε μωρό αγκαλιά και κοιμήσου λιγάκι ακόμα!
-καλά


κόλλησε πάνω μου, τύλιξα τα χέρια μου γύρω της, αυτή στριφογύρισε μια-δυο φορές, βολεύτηκε και για μισό λεπτό περίπου κάθησε ακίνητη και αμίλητη.
μετά:

-μαμά;
-μμμμ..
-θα 'θελες να 'χες ένα κοντρόλ και να μπορείς να συνδέεις τους ανθρώπους και μετά να κάθεσαι στον υπολογιστή σου κι αυτοί να κάνουν ό,τι θέλεις;
-εσύ θα 'θελες;
-ναι, αμέ!
-και τι θα έκανες με το κοντρόλ;
-θα 'στελνα στη Γη του Πυρός τον κύριο Τάσο που μας στεναχωρεί!

στη Γη του Πυρός.
μάλιστα.

κοιτάξτε και κανονίστε: όποιος μας στεναχωρήσει, ξέρει από τώρα που ακριβώς θα πάει..