σκέψεις του γαύρου ονομάζονται οι σκέψεις που κάνω όταν καθαρίζω γαύρο.
είμαι σκυμένη στον νεροχύτη, πάνω από τα ψάρια και δίπλα μου η γάτα έχει σηκωθεί στα πίσω της πόδια φτάνοντας με τα μπροστινά τον νεροχύτη.
προσπαθεί απλώνοντας τα νύχια της να πιάσει κανα γαυράκι, αλλά μπααα, με την επιθυμία μένει.
"τι ψάρια ειν' αυτά; κανονικά, της θάλασσας;"
μια απ' τα ίδια κάθε Τρίτη.
ααα, μα δεν είναι ζωή αυτή!
αν ήμουν άντρας θα 'λεγα "θα μπαρκάρω" τώρα όμως τους λέω "για ήσυχα, γιατί θα πάω στις play mate!!".
ξεκαρδίζονται στα γέλια
"σκασμός, αυθαδέστατες! τι μου λείπει βρε για τις play mate;"
η μικρή με κοιτάει στα μάτια. ιδέα δεν έχει ποιες είναι οι πλέι μέιτ και τι ακριβώς κάνουν.
"άντε μπράβο τώρα, έξω από την κουζίνα" φεύγουν γελώντας.
λοιπόν, είναι τρίτη και καθαρίζω γαύρο. θα κάνω τον μισό στο φούρνο, τον άλλο μισό στο τηγάνι. με σαλάτα και λεμόνι.
έχει πολλή ζέστη στην κουζίνα. νιώθω σα να λιώνουν τα πάντα γύρω μου. όμως, κρύο καφέ δεν μπορώ να πιώ, όλα κι όλα!
τα γάντια έχουν αρχίσει και τελειώνουν, πρέπει να πάρω άλλα. τα γάντια της κουζίνας εννοώ. αυτά που είναι μιας χρήσεως και που τα χρησιμοποιώ όταν καθαρίζω γαύρο, ή ετοιμάζω κρέας.
θυμάμαι ένα καλοκαίρι, που το μωρό μου, ήθελε να βάλει γάντια. της είχαν λείψει πολύ τα χειμωνιάτικα της ρούχα.
ξέρετε τι λέω. αυτό που σε πιάνει μια νοσταλγία για τον χειμώνα το κατακαλόκαιρο;
μόνο το σχολείο δε νοσταλγούν οι δικές μου. όταν πήγαιναν προνήπιο και νήπιο, ήταν διαφορετικά. τότε περίμεναν πότε θ' ανοίξει. σαν άρχισαν όμως να ζορίζονται, μην είδατε τον Παναή..
θυμάμαι την Ελένη, πόσο περίμενε να πάει σχολείο. και δεν την απογοήτευσε καθόλου. περνούσε υπέροχα στα προνήπια.
μόλις τέλειωσε η χρονιά, φύγαμε για διακοπές.
στις διακοπές, τις πρώτες μέρες άρχισε να έχει πυρετό. πολύ υψηλό πυρετό, που δεν έπεφτε με τίποτα.
την πήγαμε στον εκεί γιατρό, διέγνωσε αμυγδαλίτιδα κι άρχισε αντιβίωση.
μα ο πυρετός δεν έπεφτε παρ' όλα τα αντιπυρετικά και βελτίωση δεν υπήρχε παρ' όλη την αντιβίωση.
έτσι, την πήραμε και τρέξαμε με την ψυχή στο στόμα στο Αγ. Σοφία.
διάγνωση: λοιμώδης μονοπυρήνωση.
έμεινε στο νοσοκομείο δέκα μέρες. έμεινα στο νοσοκομείο δέκα μέρες. δεν έφυγα ούτε λεπτό, εκεί κοιμόμουν, εκεί έτρωγα, εκεί έκανα μπάνιο.
ο πατέρας της, ερχόταν το βραδάκι, έμενε μαζί μας όλη τη νύχτα και πρόσεχε το παιδί, για να μπορέσω να κοιμηθώ κι εγώ λίγο στην καρέκλα.
το πρωι στις έξι πήγαινε απο το σπίτι, άλλαζε κι έφευγε απευθείας για τη δουλειά.
όταν βγήκαμε, ήταν για μας εθνική γιορτή. φτάσαμε σπίτι και πετούσαμε.
το απόγευμα ήρθε η γιαγιά της να την πάρει, να πάνε στις κούνιες να παίξει.
η Ελένη φορούσε μια στολή πριγκίπισσας, για μεγάλη μου ντροπή ομολογώ πως οι κόρες μου έχουν μια λόξα με τις πριγκίπισσες γενικότερα.
ήθελε λοιπόν να πάει στις κούνιες με την αποκριάτικη στολή.
"βρε καλό μου, βρε γλυκό μου, θα γελάει ο κόσμος μαζί σου.."
αυτή τίποτα.
"αγάπη μου, κανένα άλλο παιδάκι δε ντύνεται αποκριάτικα μεσ' στο καλοκαίρι"
"δε ντύνομαι αποκριάτικα, ντύνομαι Πριγκίπισσα!"
μέχρι που αγανακτισμένη (με μας) φώναξε η γιαγιά της
"αφήστε το παιδί πια! έτσι θα το πάω στις κούνιες! έτσι θέλει, έτσι θα το πάω!"
ακόμα θυμάμαι το αλλόκοτο θέαμα της γιαγιάς με την Ελένη-πριγκίπισσα χέρι χέρι να περνάνε Ιούλιο μήνα το δρόμο για να πάνε στις κούνιες.
....................................................................
"μαμά, να βάλω νερό;"
η Ραφ έχει μπει στην κουζίνα και στέκεται δίπλα μου.
"να βάλεις"
"είναι καθαρά στο πλυντήριο;"
"είναι"
ανοίγει το πλυντήριο, παίρνει ένα ποτήρι και το γεμίζει νερό.
πίνει, κρατώντας το προσεκτικά και με τα δυο της χέρια κι όταν το αδειάζει το αφήνει μπααμ!! στο τραπέζι.
πετάγομαι μέχρι το ταβάνι με τον θόρυβο, αλλά δεν της λέω τίποτα: πόσες φορές μπορεί ένας άνθρωπος να επαναλάβει το ίδιο πράγμα;
έπειτα έρχεται κοντά μου, σηκώνει το κεφάλι, με κοιτάζει και ρωτάει σοβαρά:
"θα πας στα play mobile τελικά;"