στο αυτοκίνητο, στο δρόμο της επιστροφής.
ο Χρόνης οδηγεί, δίπλα του χαζεύω τα τούνελ της αττικής, το Ραφάκι στο πίσω κάθισμα σιγοτραγουδάει
-όμορφα.
"βρε μωρό" γυρίζω πίσω "τραγούδησε πιο δυνατά να σ' ακούσουμε κι εμείς"
"θέλετε;"
"και βέβαια!
"ποιο να σας τραγουδήσω;"
"ό,τι να 'ναι. μόνο τη "Μπάρμπι στην Ακρογιαλιά" μη πεις! έτσι και τ' ακούσω άλλη μια φορά, θ' αυτοκτονήσω!"
γελάει.
μου 'λειψε, μου 'λειψε, μου 'λειψε.
το -σκοτεινό- πίσω κάθισμα, τα κίτρινα φώτα του δρόμου, τα τούνελ που εναλλάσσονται γοργά: τούνελ-κομμάτι δρόμου-τούνελ-κομμάτι δρόμου-τούνελ-
ενώ ακούγονται τ' ασημένια ρυάκια που κυλάνε στο γέλιο της Ραφαηλίας.
"πες κάτι που σας έμαθαν σχολείο"
"το δρόμο;"
"ναι, πες τον δρόμο!"
παίρνει ανάσα και ξεκινά: ο δρόμος είχε τη δική του ιστορία..
τραγουδώ μαζί της:
κι ύστερα κύλησ' ο καιρός κι η ιστορία
πέρασε εύκολα απ' τη μνήμη στην καρδιά
και θυμάμαι τη μάνα μου
(που από μέσα μου, πάντα της μιλώ και πάντα "μαμά" τη φωνάζω)
πόσο της άρεσε ο "δρόμος" και πόσο της άρεσε ο Λοΐζος.
μόλις τελειώνουμε, γυρνώ στο πίσω κάθισμα:
"το αγαπημένο μου απ' το "δρόμο" είναι το:
τα πολυβόλα σώπασαν, οι πόλεις αδειάσαν και κλείσαν
ένας βοριάς παγωμένος σαρώνει την έρημη γη.."
"το 'χω ακούσει, αλλά δεν το ξέρω"
"ποια άλλα ξέρεις του Λοΐζου;"
"πολλά! ξέρω και το κορόιδο Μουσολίνι!"
"αυτό δεν είναι του Λοΐζου!"
"ναι βρε μαμά, το θυμήθηκα γιατί λέει για τότεε!"
"για το '40. ξέρεις την ιστορία εκείνης της εποχής; ξέρεις ποιος ήταν ο Μουσολίνι;"
"φυσικά!"
"θα μας πεις;"
"ένας άνθρωπος, που ήθελε να κατακτήσει τις άλλες χώρες κι είχε ένα κόκκινο σημάδι ραμμένο στο μανίκι του!"
ο Χρόνης αναρωτιέται:
"αυτόν τον Ιάπωνα λες, τον Χιροχίτο;"
κι εγώ, νομίζοντας πως ο Χρόνης εννοεί τα χελωνονιντζάκια ως "ιάπωνα χιροχίτο" διορθώνω με απόλυτη σοβαρότητα "το χρώμα στο μανίκι τους είναι κίτρινο, όχι κόκκινο!"
έπειτα, γυρίζω στο Ραφάκι, για να της μάθω πως λεγόταν ο ψυχασθενής που είχε ένα κόκκινο ραμμένο σημάδι στο μανίκι του.
"αυτός βρε αγάπη ήταν ο Χίτλερ! καλά, μόνο τραγούδια έμαθες, από ιστορία τίποτα;"
"απ' όλα έμαθα! μερικές φορές όμως, αυτό το τραγούδι το μπερδεύω.."
"δηλαδή;"
"δηλαδή, εκεί που λέει:
εσύ και η γελοία, η φασιστική Ιταλία
τρέμετ' όλοι το χακί"
ε, εγώ, το "χακί" το μπερδεύω με το "χαλί"
"που πάει να πει, τραγουδάς:
εσύ και η γελοία, η φασιστική Ιταλία
τρέμετ' όλοι το χαλί;;;;"
"ναι.."
λέει το Ραφάκι με συντριβή, ενώ εγώ κυλιέμαι απ' τα γέλια στο χαλάκι του αυτοκινήτου, που ομολογώ, δεν το φοβάμαι διόλου!
"κι όταν το είπαμε στο σχολείο, στις πρόβες, η δασκάλα της μουσικής ρώτησε, "ποιος είπε "χαλί;;" αλλά εγώ δεν απάντησα"
...................................................
το αυτοκίνητο τρέχει στην αττική οδό
τα τούνελ εναλλάσσονται με γοργό ρυθμό, ο Χρόνης οδηγεί χαμογελώντας, εγώ μισογυρνώ στο πίσω κάθισμα και μιλώ στη Ραφαηλία, στο δικό μας Ραφάκι, που δεν καταλαβαίνει γιατί το να μπερδεύει το "χακί" με το "χαλί" είναι τόσο αστείο
κι αυτή είναι μια απ' τις φορές που είμαι απολύτως σίγουρη, πως βρίσκομαι εκεί ακριβώς που πρέπει, τη στιγμή που πρέπει.
σίγουρη, πως όλες οι επιλογές στη ζωή μου, μία μία χωριστά, οδήγησαν στο να 'μαι σ' ένα αυτοκίνητο που τρέχει στην αττική οδό, ένα κρύο χειμωνιάτικο βράδυ του Νοέμβρη.
κι αυτό φέρνει ένα χαμόγελο ψυχής, σαν εκείνο που νιώθεις όταν ακούγεται ένας αγαπημένος ήχος, όπως τ' ασημένια ρυάκια που κυλάνε στο γέλιο ενός παιδιού.
τόσο απλά
και τόσο εύκολα
τελικά..
ο Χρόνης οδηγεί, δίπλα του χαζεύω τα τούνελ της αττικής, το Ραφάκι στο πίσω κάθισμα σιγοτραγουδάει
-όμορφα.
"βρε μωρό" γυρίζω πίσω "τραγούδησε πιο δυνατά να σ' ακούσουμε κι εμείς"
"θέλετε;"
"και βέβαια!
"ποιο να σας τραγουδήσω;"
"ό,τι να 'ναι. μόνο τη "Μπάρμπι στην Ακρογιαλιά" μη πεις! έτσι και τ' ακούσω άλλη μια φορά, θ' αυτοκτονήσω!"
γελάει.
μου 'λειψε, μου 'λειψε, μου 'λειψε.
το -σκοτεινό- πίσω κάθισμα, τα κίτρινα φώτα του δρόμου, τα τούνελ που εναλλάσσονται γοργά: τούνελ-κομμάτι δρόμου-τούνελ-κομμάτι δρόμου-τούνελ-
ενώ ακούγονται τ' ασημένια ρυάκια που κυλάνε στο γέλιο της Ραφαηλίας.
"πες κάτι που σας έμαθαν σχολείο"
"το δρόμο;"
"ναι, πες τον δρόμο!"
παίρνει ανάσα και ξεκινά: ο δρόμος είχε τη δική του ιστορία..
τραγουδώ μαζί της:
κι ύστερα κύλησ' ο καιρός κι η ιστορία
πέρασε εύκολα απ' τη μνήμη στην καρδιά
και θυμάμαι τη μάνα μου
(που από μέσα μου, πάντα της μιλώ και πάντα "μαμά" τη φωνάζω)
πόσο της άρεσε ο "δρόμος" και πόσο της άρεσε ο Λοΐζος.
μόλις τελειώνουμε, γυρνώ στο πίσω κάθισμα:
"το αγαπημένο μου απ' το "δρόμο" είναι το:
τα πολυβόλα σώπασαν, οι πόλεις αδειάσαν και κλείσαν
ένας βοριάς παγωμένος σαρώνει την έρημη γη.."
"το 'χω ακούσει, αλλά δεν το ξέρω"
"ποια άλλα ξέρεις του Λοΐζου;"
"πολλά! ξέρω και το κορόιδο Μουσολίνι!"
"αυτό δεν είναι του Λοΐζου!"
"ναι βρε μαμά, το θυμήθηκα γιατί λέει για τότεε!"
"για το '40. ξέρεις την ιστορία εκείνης της εποχής; ξέρεις ποιος ήταν ο Μουσολίνι;"
"φυσικά!"
"θα μας πεις;"
"ένας άνθρωπος, που ήθελε να κατακτήσει τις άλλες χώρες κι είχε ένα κόκκινο σημάδι ραμμένο στο μανίκι του!"
ο Χρόνης αναρωτιέται:
"αυτόν τον Ιάπωνα λες, τον Χιροχίτο;"
κι εγώ, νομίζοντας πως ο Χρόνης εννοεί τα χελωνονιντζάκια ως "ιάπωνα χιροχίτο" διορθώνω με απόλυτη σοβαρότητα "το χρώμα στο μανίκι τους είναι κίτρινο, όχι κόκκινο!"
έπειτα, γυρίζω στο Ραφάκι, για να της μάθω πως λεγόταν ο ψυχασθενής που είχε ένα κόκκινο ραμμένο σημάδι στο μανίκι του.
"αυτός βρε αγάπη ήταν ο Χίτλερ! καλά, μόνο τραγούδια έμαθες, από ιστορία τίποτα;"
"απ' όλα έμαθα! μερικές φορές όμως, αυτό το τραγούδι το μπερδεύω.."
"δηλαδή;"
"δηλαδή, εκεί που λέει:
εσύ και η γελοία, η φασιστική Ιταλία
τρέμετ' όλοι το χακί"
ε, εγώ, το "χακί" το μπερδεύω με το "χαλί"
"που πάει να πει, τραγουδάς:
εσύ και η γελοία, η φασιστική Ιταλία
τρέμετ' όλοι το χαλί;;;;"
"ναι.."
λέει το Ραφάκι με συντριβή, ενώ εγώ κυλιέμαι απ' τα γέλια στο χαλάκι του αυτοκινήτου, που ομολογώ, δεν το φοβάμαι διόλου!
"κι όταν το είπαμε στο σχολείο, στις πρόβες, η δασκάλα της μουσικής ρώτησε, "ποιος είπε "χαλί;;" αλλά εγώ δεν απάντησα"
...................................................
το αυτοκίνητο τρέχει στην αττική οδό
τα τούνελ εναλλάσσονται με γοργό ρυθμό, ο Χρόνης οδηγεί χαμογελώντας, εγώ μισογυρνώ στο πίσω κάθισμα και μιλώ στη Ραφαηλία, στο δικό μας Ραφάκι, που δεν καταλαβαίνει γιατί το να μπερδεύει το "χακί" με το "χαλί" είναι τόσο αστείο
κι αυτή είναι μια απ' τις φορές που είμαι απολύτως σίγουρη, πως βρίσκομαι εκεί ακριβώς που πρέπει, τη στιγμή που πρέπει.
σίγουρη, πως όλες οι επιλογές στη ζωή μου, μία μία χωριστά, οδήγησαν στο να 'μαι σ' ένα αυτοκίνητο που τρέχει στην αττική οδό, ένα κρύο χειμωνιάτικο βράδυ του Νοέμβρη.
κι αυτό φέρνει ένα χαμόγελο ψυχής, σαν εκείνο που νιώθεις όταν ακούγεται ένας αγαπημένος ήχος, όπως τ' ασημένια ρυάκια που κυλάνε στο γέλιο ενός παιδιού.
τόσο απλά
και τόσο εύκολα
τελικά..