χτες στην Ανάβυσσο.
φυσούσε κι ο αέρας ήταν παγωμένος.
"πάμε να φύγουμε" είπα στον Χρόνη
και κανείς αεροπτεριστής δεν πετούσε στον ουρανό
σ' έναν καθαρό ουρανό
με λίγα άσπρα σύννεφα να τρέχουν
στο γαλάζιο του.
χτες στην Ανάβυσσο.
"κρυώνω στ' αλήθεια".
μια παραλία με ήλιο
μια άδεια παραλία με ήλιο.
στον γυρισμό τα μέρη τα γνωστά:
Σαρωνίδα, Λαγονήσι, Λιμανάκια
στο πρώτο απομεσήμερο της φετινής άνοιξης.
στο ράδιο του αυτοκινήτου τραγούδια παλιά
κοιτούσα απ' το παράθυρο αφηρημένη
μουρμουρίζοντας παράφωνα -όπως πάντα.
και το αυτοκίνητο κολυμπούσε μελαγχολικά
φυσούσε κι ο αέρας ήταν παγωμένος.
"πάμε να φύγουμε" είπα στον Χρόνη
και κανείς αεροπτεριστής δεν πετούσε στον ουρανό
σ' έναν καθαρό ουρανό
με λίγα άσπρα σύννεφα να τρέχουν
στο γαλάζιο του.
χτες στην Ανάβυσσο.
"κρυώνω στ' αλήθεια".
μια παραλία με ήλιο
μια άδεια παραλία με ήλιο.
στον γυρισμό τα μέρη τα γνωστά:
Σαρωνίδα, Λαγονήσι, Λιμανάκια
στο πρώτο απομεσήμερο της φετινής άνοιξης.
στο ράδιο του αυτοκινήτου τραγούδια παλιά
κοιτούσα απ' το παράθυρο αφηρημένη
μουρμουρίζοντας παράφωνα -όπως πάντα.
και το αυτοκίνητο κολυμπούσε μελαγχολικά
στο δρόμο
σ' ένα δρόμο που ένωνε το παρόν με το παρελθόν
και τόνιζε την ησυχία στα πίσω καθίσματα.
ανακάθισα
τίναξα τη σκόνη της νοσταλγίας από πάνω μου
έκλεισα το ραδιόφωνο
κι έπιασα το χέρι του Χρόνη:
"πάμε σπίτι!"
................................................................
σ' ένα δρόμο που ένωνε το παρόν με το παρελθόν
και τόνιζε την ησυχία στα πίσω καθίσματα.
ανακάθισα
τίναξα τη σκόνη της νοσταλγίας από πάνω μου
έκλεισα το ραδιόφωνο
κι έπιασα το χέρι του Χρόνη:
"πάμε σπίτι!"
................................................................