Δρόμοι παλιοί


απρίλη μου ξανθέ και έξω  βρέχει.
ακόμα.
Σέρπικο έβλεπα το πρωί
κι ήταν σα να βρισκόμουν ακόμα στην εφηβεία.

καλοκαίρι στην Αίγινα.
κατεβαίναμε για μπάνιο όλη η παρέα
κι εκεί, στη γωνία του Κυριακάκη
εκεί που στρίβαμε για τη δεξαμενή
ακούστηκε απ΄το μαγαζί με τα τουριστικά
"δρόμοι παλιοί που αγάπησα και μίσησα ατέλειωτα".

έμεινα ακίνητη να αφουγκράζομαι·
 τα βατραχοπέδιλα ταλαντεύονταν στο χέρι μου
και τα γυαλιά ηλίου γλυστρούσαν αργά

αφουγκραζόμουν Αναγνωστάκη μελοποιημένο
και νόμιζα πως μόνο εγώ τον άκουγα.

τα παιδιά γελούσαν "κοιμήθηκες;"
 "ακούστε!"

μα δεν τούς ένοιαζε τότε...

έβλεπα Σέρπικο το πρωί
τούτον τον απρίλη που μοιάζει περισσότερο με Χριστούγεννα
κι ήταν σαν να 'χα μπει στο Tardis

ν' άνοιξα την μπλε πόρτα του
να βγήκα έξω
να βρέθηκα ξανά έξω απ' του Κυριακάκη.
.........................................

ακόμα βρέχει
ακόμα γκρίζος ο καιρός

"και προχωρούσα μέσα στη νύχτα χωρίς να γνωρίζω κανένα
κι ούτε κανένας κι ούτε κανένας με γνώριζε..."