χτες βράδυ. είμαι ξαπλωμένη και βλέπω heroes.
κάνει πολλή ζέστη κι ο ανεμιστήρας στο ταβάνι γυρίζει στέλνοντας μου αέρα ζεστό.
όλα μου φταίνε.
τα μαλλιά μου που παραμάκρυναν και με ζεσταίνουν (αύριο θα τα κόψω στρατιωτικά), το δέρμα μου που έχει αφυδατωθεί παρ' όλες τις κρέμες που βάζω, το σεντόνι που ζαρώνει και σηκώνομαι σε τακτά διαστήματα να το ισιώσω, όλα, όλα,όλα.
όλα μου φταίνε.
τα μαλλιά μου που παραμάκρυναν και με ζεσταίνουν (αύριο θα τα κόψω στρατιωτικά), το δέρμα μου που έχει αφυδατωθεί παρ' όλες τις κρέμες που βάζω, το σεντόνι που ζαρώνει και σηκώνομαι σε τακτά διαστήματα να το ισιώσω, όλα, όλα,όλα.
η Ελ μου μπαίνει στο δωμάτιο και με βλέπει να στριφογυρίζω και να ξεφυσάω.
"είσαι καλά"
"με βλέπεις καλά;"
"τι έχεις;"
"ζεσταίνομαι. δε νιώθω καλά. γερνάω"
"τώρα το θυμήθηκες;"
"τώρα. κι εσύ καλά θα κάνεις να αρχίζεις να προετοιμάζεσαι"
"για ποιο πράμα;"
"για το ότι κάποια στιγμή θα φύγω"
"που θα πας;"
"τι που θα πάω; εκεί που πάνε όλοι όταν πεθαίνουν!"
"ωχ πάλι τα ίδια;"
"στο λέω για να σε προετοιμάσω. να συνηθίζεις σιγά σιγά"
"δε μου χρειάζεται"
"άκου που σου λέω! κάτι παραπάνω ξέρει η μανούλα! όταν θα φύγω, θα με προσέχεις;"
"τι εννοείς; να σε βαλσαμώσω;"
"με βλέπεις καλά;"
"τι έχεις;"
"ζεσταίνομαι. δε νιώθω καλά. γερνάω"
"τώρα το θυμήθηκες;"
"τώρα. κι εσύ καλά θα κάνεις να αρχίζεις να προετοιμάζεσαι"
"για ποιο πράμα;"
"για το ότι κάποια στιγμή θα φύγω"
"που θα πας;"
"τι που θα πάω; εκεί που πάνε όλοι όταν πεθαίνουν!"
"ωχ πάλι τα ίδια;"
"στο λέω για να σε προετοιμάσω. να συνηθίζεις σιγά σιγά"
"δε μου χρειάζεται"
"άκου που σου λέω! κάτι παραπάνω ξέρει η μανούλα! όταν θα φύγω, θα με προσέχεις;"
"τι εννοείς; να σε βαλσαμώσω;"
άκου να με βαλσαμώσει!
"όχι ανόητη. εννοώ να μου κάνεις όλα αυτά που κάνουν στους νεκρούς!"
"καλά, θα στα κάνω. τώρα που είσαι ζωντανή, θες να σου φέρω τίποτα; νερό, κανα παγωτάκι;"
"όχι"
"μετά μη σου ρθει η όρεξη και με φωνάζεις! πάω να δω έργο"
"να πας"
"μαμά, τι έχεις;"
"στεναχώριες"
"τι στεναχώριες;"
"ε, στεναχώριες. τι να σου πω; είσαι μικρή για να καταλάβεις"
"σε στεναχώρησε ο μπαμπάς; η Ελένη;"
"όλοι με στεναχωρούν εμένα"
ανεβαίνει στο κρεββάτι και κάθεται πλάι μου. μ' αγκαλιάζει. με φιλάει. μετά μου λέει:
"έχω μια ιδέα. θα φέρω να δούμε τον Μπομπ τον Σφουγγαράκη για να ηρεμήσεις"
"βρε άντε από δω εκμεταλλεύτρια!" τη σπρώχνω γελώντας. "μια χαρά ήρεμη είμαι"
"καλά, εσύ θα χάσεις"
"να χάσω. έξω!"
βγαίνει απ' το δωμάτιο χοροπηδώντας.
μένω μόνη, αλλά σίγουρα όχι για πολύ.
όλο και κάποιος θα εισβάλλει αργά ή γρήγορα.
και είμαι απίστευτα ευγνώμων γι' αυτό..