χτες βράδυ ο Χρόνης ζήτησε να πάει κάποιος από μας να αλλάξει μια λάμπα στην αποθήκη ηλεκτρικών ειδών.η λάμπα είναι από αυτές της εξοικονόμησης ενέργειας (αν λέγεται έτσι) και την είχαμε πάρει με μεγάλο βιδωτό (σίγουρα δε λέγεται έτσι, αλλά εσείς καταλαβαίνετε τι εννοώ) ενώ ο Χρόνης ήθελε με μικρό (βιδωτό).
μόλις ρώτησε λοιπόν
-παιδιά, ποιος θα πάει να την αλλάξει αύριο;
εγώ κατευθύνθηκα βιαστικά προς την κουζίνα, η Ελένη κάτι μουρμούρισε και πήγε στο δωμάτιο της κι έμεινε μόνο η κουμπάρα η οποία προθυμοποιήθηκε λέγοντας "να πάω εγώ Χρόνη μου".
σας έχω μιλήσει για την κουμπάρα μας: είναι μια γυναίκα εβδομηντακάτι χρoνών με μια ιδιαίτερη αφέλεια και προθυμία να βοηθάει όπου μπορεί.
-ωραία Μαρία (είπε ο Χρόνης), πάρε τη λάμπα και ζήτα να σου την αλλάξουν.
-τι να μου δώσουν;
-μια άλλη, ίδια, αλλά με μικρό βιδωτό.
-τι είναι το βιδωτό;
-το παιδί της βίδας
πετάχτηκα εγώ, αλλά ουδείς γέλασε με το ευφυολόγημα μου.
-βιδωτό είναι αυτό που βιδώνει, είπε ο Χρόνης
ενώ εγώ πετάχτηκα ξανά και φώναξα
-μπράβο δάσκαλε! μ' ενθουσιασμό.
-ααα, εγώ δεν ξέρω απ' αυτά, είπε η κουμπάρα. Ελένη, δε μου γράφεις σ' ένα χαρτί τι θέλει ο πατέρας σου ακριβώς; να το δώσω στο μαγαζί, αυτοί θα καταλάβουν.
-αμέσως! είπε το παιδί και πήγε στο γραφείο της, όπου πήρε ένα χαρτάκι κι έγραψε την παραγγελία.
μόλις τελείωσε, σηκώθηκε από την καρέκλα να πάει το χαρτί στην κουμπάρα .
πετάχτηκα και μ' ένα σάλτο βρέθηκα στην πόρτα της.
-στάσου! της είπα ψιθυριστά.
-τι είναι μαμά; ανησύχησε η μικρή
-γράψε κάτω κάτω "δώσε μου ένα φιλάκι"
η Ελένη άρχισε να χαχανίζει.
-θα το δώσει στον πωλητή μαμά.
-ακριβώς! γράφε!!
-είσαι σίγουρη;
-βρε γράφε που σου λέω!
σιγά μη δε το 'κανε.
το ετοίμασε και της το πήγε πρόθυμη:
-ορίστε
η κουμπάρα το έβαλε στην τσάντα, κάθισε λίγο ακόμα μαζί μας, κι έπειτα μας καληνύχτισε κι έφυγε.
.......................................................
σήμερα κατά τη μία ήρθε φουριόζα από το σπίτι να μας φέρει τη λάμπα.
-τι έγινε Μαρία, την άλλαξες;
-ναι, αμέ! ορίστε η καινούρια.
-έδωσες το χαρτάκι στον υπάλληλο;
-πως δεν το 'δωσα!
-και δε σου 'πε τίποτα;
-τι να μου πει; γελούσε.
-κάνα φιλάκι δε σου 'δωσε;
-τι λες καλέ; γιατί να μου δώσει φιλάκι ξένος άνθρωπος;; δε μου λες, θες να σου πάρω τίποτ' άλλο;
ο πειρασμός ήταν εκεί μπροστά μου.
είμαι συνετός άνθρωπος και δεν παρασύρομαι εύκολα.
όμως πόσο θ' αντέξω η γυναίκα;;
λίγο θέλω να τη στείλω στο μανάβη, με ένα πιο τολμηρό σημείωμα.
να γράφει π.χ.
"αγόρι μου, σε θέλω λάγνα"
μετά τιμής
κουμπάρα..