είναι η μέρα που το Ραφάκι πρέπει να φάει κοτόπουλο.
το κοτόπουλο το σιχαίνεται, αλλά δεν με απασχολεί διόλου, καθότι δεν δικαιούται να σιχαίνεται το κοτόπουλο, στους χαλεπούς καιρούς που ζούμε.
δέχτηκα την επανάσταση απέναντι στο κουάκερ και στον τραχανά, αλλά στο κοτόπουλο πάτησα πόδι "θα το φας!"
ευτυχώς, το 'χει εμπεδώσει πια κι έτσι δεν φέρνει καμμία αντίρρηση όταν βλέπει να της το σερβίρω, είτε ψητό, είτε βραστό, είτε κοκκινιστό ή λεμονάτο.
σε ανταπόδοση κι εγώ, την αφήνω να τρώει μπροστά στον υπολογιστή της: μια μπουκιά απ' τη μια, μια κίνηση στο Barbie Fashion απ' την άλλη.
της έχω βάλει λοιπόν το δίσκο με το φαγητό στο γραφείο της κι έχει περάσει μια ώρα σχεδόν, αλλά αυτή, ακόμα μασουλάει.
πλησιάζω αθόρυβα, την κοιτάζω που μηρυκάζει και φεύγω ξανά.
μετά, από καμμιά δεκαριά πηγαινέλα, μπαίνω στο δωμάτιο και την κατακεραυνώνω με βλέμμα βαρύ κι ασήκωτο.
το Ραφάκι, κάνει ότι τρώει βιαστικά και παριστάνει ότι δεν μ' έχει δει.
πηγαίνω ακριβώς μπροστά της, περιμένω να σηκώσει τα μάτια να με δει, κι όταν το κάνει της λέω σοβαρά σοβαρά -με σκοπό να την ταρακουνήσω:
"βλέπω ότι αργείς, αλλά δεν ανακατεύομαι στη ζωή σου"
(αυτή η αποστασιοποίηση μου, έχω ανακαλύψει τελευταία, ότι δεν της αρέσει διόλου.
την κάνει να νιώθει περίεργα και -με μεγάλη μου ντροπή- ομολογώ, πως είναι ένας εξαιρετικός τρόπος χειραγώγησης, όταν δεν πιάνει τίποτ' άλλο)
το Ραφάκι σταματάει να τρώει, σκέφτεται αυτό που μόλις της είπα, με κοιτάζει και λέει:
"ευτυχώς, γιατί θα σου ανεβεί το ζάχαρο!"
...................................................................