ο λαιμός μου σήμερα έχει κλείσει εντελώς. φωνή δεν έχω και προσπαθώ με χειρονομίες από το πρωί, να δώσω να καταλάβουν οι άλλοι -και δη τα κορίτσια- τι θέλω.
βεβαίως αντιλαμβάνονται άλλα άντ' άλλων, ειδικά η Ραφαηλία που ζει μονίμως στον δικό της πλανήτη.
"ευχαριστώ" μου είπε χαμογελαστά κι έφυγε χοροπηδηχτά, αφήνοντας με άναυδη. η παντομίμα μου αφορούσε το θέμα του μπάνιου: "τρέχα γρήγορα να πλυθείς και πάψε επιτέλους να χαζολογάς! έχει περάσει η ώρα! γαϊδούρα!"
με τα πολλά το Ραφάκι κάνει μπάνιο, η Ελένη είναι μπροστά στον υπολογιστή της κι η κουμπάρα η Μαρία κάθεται με τον Χρόνη και μένα κι ανταλάσσουμε τα νέα της ημέρας.
κάποια στιγμή το Ραφάκι τελειώνει κι έρχεται στο δωμάτιο με τις πυτζάμες. στα πόδια της φοράει παντόφλες, αλλά καλτσάκια όχι.
"πήγαινε βάλε κάλτσες" ψιθυρίζω και παραδόξως μ' ακούει, κάνει μεταβολή και πηγαίνει στο δωμάτιο, όπου στη σιφονιέρα έχω τις κάλτσες της.
φοράει στα γρήγορα ένα ζευγάρι κι έρχεται ξανά κοντά μας.
"εντάξει;"
ρίχνω μια ματιά στις αθλητικές και βλέπω να περισσεύουν κάμποσοι πόντοι.
"τι εντάξει βρε παιδί μου! αυτές οι κάλτσες είναι δικές μου! που τις βρήκες;"
"ε;"
"που τις βρήκες!" ψιθυρίζω "που τις βρήκες;" και κάνω ταυτόχρονα τη χειρονομία του "που;"
"στο συρτάρι μου"
"θα μπερδεύτηκαν ως φαίνεται. πήγαινε άλλαξε τις"
φεύγει το Ραφάκι και θυμάμαι πως στο κρεββάτι πάνω, είναι μαζεμένα πολλά ασπρόρουχα: λίγη ώρα πριν τα μάζεψα απ' την απλώστρα.
"Μαρία! πες της να φορέσει τις κάλτσες απ' το κρεββάτι" ψιθυρίζω στην κουμπάρα, η οποία δεν με ακούει στα κανονικά, πόσο μάλλον όταν ψιθυρίζω.
με κοιτάει αμίλητη
"Μαρία!!" ψιθυρίζω δυνατότερα
"έλα, τι θες;" πετάγεται απ' την καρέκλα
"πες στη Ραφαηλία να φορέσει τις κάλτσες που είναι στο κρεββάτι" επαναλαμβάνω.
"Ραφαηλίαααα" φωνάζει η Μαρία με στεντόρεια φωνή "η μαμά σου λέει να κάτσεις στο κρεββάτι!!"
cut!
και η επόμενη σκηνή να είναι του ομιλούντα παρακαλώ!
βαρέθηκα πια του βωβού..
βεβαίως αντιλαμβάνονται άλλα άντ' άλλων, ειδικά η Ραφαηλία που ζει μονίμως στον δικό της πλανήτη.
"ευχαριστώ" μου είπε χαμογελαστά κι έφυγε χοροπηδηχτά, αφήνοντας με άναυδη. η παντομίμα μου αφορούσε το θέμα του μπάνιου: "τρέχα γρήγορα να πλυθείς και πάψε επιτέλους να χαζολογάς! έχει περάσει η ώρα! γαϊδούρα!"
με τα πολλά το Ραφάκι κάνει μπάνιο, η Ελένη είναι μπροστά στον υπολογιστή της κι η κουμπάρα η Μαρία κάθεται με τον Χρόνη και μένα κι ανταλάσσουμε τα νέα της ημέρας.
κάποια στιγμή το Ραφάκι τελειώνει κι έρχεται στο δωμάτιο με τις πυτζάμες. στα πόδια της φοράει παντόφλες, αλλά καλτσάκια όχι.
"πήγαινε βάλε κάλτσες" ψιθυρίζω και παραδόξως μ' ακούει, κάνει μεταβολή και πηγαίνει στο δωμάτιο, όπου στη σιφονιέρα έχω τις κάλτσες της.
φοράει στα γρήγορα ένα ζευγάρι κι έρχεται ξανά κοντά μας.
"εντάξει;"
ρίχνω μια ματιά στις αθλητικές και βλέπω να περισσεύουν κάμποσοι πόντοι.
"τι εντάξει βρε παιδί μου! αυτές οι κάλτσες είναι δικές μου! που τις βρήκες;"
"ε;"
"που τις βρήκες!" ψιθυρίζω "που τις βρήκες;" και κάνω ταυτόχρονα τη χειρονομία του "που;"
"στο συρτάρι μου"
"θα μπερδεύτηκαν ως φαίνεται. πήγαινε άλλαξε τις"
φεύγει το Ραφάκι και θυμάμαι πως στο κρεββάτι πάνω, είναι μαζεμένα πολλά ασπρόρουχα: λίγη ώρα πριν τα μάζεψα απ' την απλώστρα.
"Μαρία! πες της να φορέσει τις κάλτσες απ' το κρεββάτι" ψιθυρίζω στην κουμπάρα, η οποία δεν με ακούει στα κανονικά, πόσο μάλλον όταν ψιθυρίζω.
με κοιτάει αμίλητη
"Μαρία!!" ψιθυρίζω δυνατότερα
"έλα, τι θες;" πετάγεται απ' την καρέκλα
"πες στη Ραφαηλία να φορέσει τις κάλτσες που είναι στο κρεββάτι" επαναλαμβάνω.
"Ραφαηλίαααα" φωνάζει η Μαρία με στεντόρεια φωνή "η μαμά σου λέει να κάτσεις στο κρεββάτι!!"
cut!
και η επόμενη σκηνή να είναι του ομιλούντα παρακαλώ!
βαρέθηκα πια του βωβού..