ο διάλογος στις επτάμισυ το πρωί.
ντύνω τη Ραφαηλία για το σχολείο και μουρμουράω:
"έλα, σήκωσε τα χεράκια. πω πω και σήμερα δεν θα προλάβω να κοιμηθώ."
"γιατί;"
"γιατί έχω δουλειές"
"τι δουλειές;"
"πρέπει να βγω έξω, να αγοράσω βρακιά"
"δεν τα λένε βρακιά"
"δεν τα λενε βρακιά; και πως τα λένε;"
"εσώρουχα!"
σε μισή ώρα η Πριγκίπισσα Κλοτθίδη, ήταν φευγάτη για το σχολείο κι εγώ ετοίμαζα καφέ, για να ξυπνήσω, προτού βγω να αγοράσω εσώρουχα.